Απαντήσεις απέναντι στην εργαλειοποίηση της επισιτιστικής κρίσης από τον Πούτιν, αναζητά η Δύση. Και όλα αυτά σε μια στιγμή που ο εκβιασμός μέσω της ενεργειακής κρίσης, πλήττει όχι μόνο την ΕΕ, αλλά και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες τις οποίες εκτροχιάζει και πιθανότατα θα βυθίσει στην ύφεση. Το αυτό θα συμβεί και με τον πόλεμο των σιτηρών. Διότι αξίζει να σημειωθεί, ότι στις χώρες της Αφρικής και της Ασίας, πάνω από το 40% του εισοδήματος των κατοίκων, ξοδεύεται για διατροφή, ενώ στις δυτικές κοινωνίες το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 10%. Οπότε γίνεται σαφές πόσο πιο ευάλωτες είναι οι περιφερειακές οικονομίες.
Η ανακοίνωση της Παγκόσμιας Τράπεζας σχετικά με τη χρηματοδότηση επιπλέον 30 δισ. δολάρια σε νέα projects, στο χώρο της αγροτικής παραγωγής, της διατροφής, της προστασίας των τροφίμων και της άρδευσης, δείχνει ότι η ανησυχία για την πιθανότητα επισιτιστικής κρίσης, δεν αποτελεί υπερβολή.
Μέσω αυτών των 30 δισ. η Παγκόσμια Τράπεζα θα προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τα καταστροφικά αποτελέσματα που έχει επιφέρει στο διεθνές οικοσύστημα τροφίμων, η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Το πρόγραμμα αυτό, εστιάζει κυρίως στις γεωγραφικές περιοχές της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, της Ανατολικής Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας, καθώς και της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Μέσα σε 15 μήνες, η Παγκόσμια Τράπεζα, σκοπεύει κατά πρώτον να στηρίξει τους αγρότες και κτηνοτρόφους για την παραγωγή της επόμενης χρονιάς ώστε να υπάρξει επάρκεια προϊόντων, κατά δεύτερον να ζητήσει να αρθούν όλα τα εμπορικά και διαδικαστικά εμπόδια στις χώρες του G7 και G20, που αυξάνουν το κόστος παραγωγής και μεταφοράς των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, κατά τρίτο να στηρίξει τους ευάλωτους πληθυσμούς που αντιμετωπίζουν άμεσα το φάσμα της πείνας και κατά τέταρτο να ενισχύσει όλες τις πτυχές, της αλυσίδας των τροφίμων απέναντι σε γεωπολιτικούς, κλιματικούς και υγειονομικούς κινδύνους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ο αριθμός των ανθρώπων που είναι διατροφικά ανασφαλείς, έχει διπλασιαστεί μέσα σε δυο έτη. Από 135 εκατομμύρια που ήταν στις αρχές του 2020, σήμερα βρίσκεται στα 276 εκατομμύρια. Περισσότερο από 23 εκατομμύρια κάτοικοι της Αιθιοπίας, της Σομαλίας, και της Κένυας, αντιμετωπίζουν κίνδυνο για τη ζωή τους από τη πείνα, από 10 εκατομμύρια πριν από ένα έτος. Και οι εκθέσεις του ΟΗΕ καταγράφουν κάθε 48 δευτερόλεπτα και ένα θάνατο από πείνα, στις προαναφερθείσες χώρες.
Σε πρόσφατη έκθεση του, το ΔΝΤ επισημαίνει, ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία αφήνει τη ζήτηση για σιτηρά ακάλυπτη κατά 25% και για το 2022 και για το 2023. Οι υψηλές θερμοκρασίες στην Ινδία που ξεπέρασαν τους 480, προκάλεσαν βιβλική καταστροφή στην αγροτική οικονομία της, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να απαγορεύσει την εξαγωγή σιτηρών και λοιπών αγροτικών προϊόντων. Γεγονός που σημαίνει ότι από την παγκόσμια αγορά θα λείψουν 110 εκατομμύρια τόνοι σιτηρών.
Οι ελλείψεις τροφίμων οδήγησαν σε κοινωνική αναταραχή στη Σρι Λάνκα μετά και από τη επίσημη πτώχευση της χώρας, σε ανθρωπιστική κρίση στο Αφγανιστάν όπου απουσιάζουν ακόμα και τα βασικά ήδη διατροφής, ενώ παρουσιάζονται προβλήματα ακόμα και στο Λίβανο, που διέρχεται μια υπερδωδεκάμηνη οικονομική κρίση.
Προβλήματα κοινωνικών αναταραχών, λόγω των υψηλών τιμών στα είδη διατροφής, παρουσιάζονται και στις Φιλιππίνες, στην Τυνησία και στην Κούβα. Στην Αίγυπτο, η βασική διατροφή των 70 εκατομμύρια κατοίκων της βασίζεται στο κρατικά επιδοτούμενο ψωμί, παρασκευασμένο από αλεύρι που το προμηθεύεται κατά 80% από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Σήμερα οι ελλείψεις και η εκτόξευση της τιμής του ψωμιού, πάνω από τα επιδοτούμενα όρια, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει την κυβέρνηση Σίσι σε πρωτοφανή κρίση, παρόμοια με αυτή που είχε ζήσει η Αίγυπτος επί καταρρεύσεως Μουμπάρακ.
Όμως και σε ισχυρές χώρες όπως η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τα φρέσκα λαχανικά και φρούτα, είναι σε έλλειψη, με τις τιμές τους να βρίσκονται αυξημένες από 14% έως 24%, από τον Δεκέμβριο του 2021.
Στις ΗΠΑ, οι τιμές των τροφίμων στις μεγάλες αλυσίδες, πραγματοποιούν πτήσεις από 10% έως και 14,3%. Την ίδια στιγμή ο οργανισμός Feeding America, που διαθέτει ένα δίκτυο 150 τραπεζών τροφίμων σε όλες τις ΗΠΑ, καταγράφει αύξηση της τάξης του 15%, από Αμερικανούς που προσφεύγουν στις υπηρεσίες των τραπεζών, λόγω της αδυναμίας τους, να ανταποκριθούν στις διατροφικές ανάγκες των οικογενειών τους.
Βλέπουμε λοιπόν, ότι η επισιτιστική κρίση είναι παρούσα. Μια κρίση που θα οδηγήσει σε φτώχεια, σε λιμό, σε χρεοκοπίες, σε μνημόνια και σε κοινωνικές αναταραχές.
Μέσα στην επιβαρυμένη αυτήν ατμόσφαιρα, η πλοήγηση των επενδυτών στις χρηματιστηριακές αγορές, γεννά συχνά ενστάσεις και ηθικές αναστολές. Είναι δυνατόν μέσα σε αυτήν την κρίση να ποντάρει κάποιος στην περαιτέρω εκτόξευση των τιμών των βασικών αγροτικών προϊόντων, που θα ανατρέψουν πλήρως τον τρόπο και το επίπεδο ζωής εκατομμυρίων συνανθρώπων μας, δίχως να έχει δεύτερες σκέψεις; Είναι δυνατόν να ποντάρει κάποιος στην πτώχευση κρατών και να σορτάρει τα ομόλογα τους;
Ωστόσο, όσοι θέλουν να κοιμούνται ήσυχοι με τη συνείδηση τους το βράδυ, μπορούν να επενδύσουν σε μετοχές εταιρειών του χώρου της τεχνολογίας τροφίμων, των εντατικών παραγωγών, των λιπασμάτων, των φυτοφαρμάκων, της επεξεργασίας νερού, της τεχνολογικής επιστασίας της αγροτικής παραγωγής και άλλων. Δηλαδή σε μετοχές εταιρειών, που θα προσφέρουν λύσεις στις ανισορροπίες και τους κινδύνους, που δημιουργεί σε ολόκληρο τον πλανήτη το ολιγαρχικό καθεστώς Πούτιν.