Μπορεί η Ευρώπη να γλίτωσε τη μεγάλη ύφεση που προέβλεπαν οι αναλυτές για τον περσινό χειμώνα, όμως τα τελευταία τρία τρίμηνα η οικονομία βρίσκεται σχεδόν σε πλήρη στασιμότητα, ενώ στις εκθέσεις των επενδυτικών οίκων υπάρχουν σενάρια που προβλέπουν ότι η μεγάλη κρίση της ακρίβειας θα διαρκέσει τουλάχιστον τρία χρόνια. Την ίδια ώρα, η αγορά εργασίας εμφανίζει εντυπωσιακή ανθεκτικότητα.
Στην Ελλάδα η ανεργία μειώνεται συνεχώς ενώ συνολικά στην Ευρωζώνη παραμένει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Μάλιστα, οι ειδικοί προβλέπουν ότι η οικονομική στασιμότητα δεν μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα στην αγορά εργασίας και θα προκαλέσει μικρή, σχεδόν αμελητέα άνοδο της ανεργίας.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι ο γενικός δείκτης του πληθωρισμού πιθανότατα θα συνεχίσει να εξασθενεί - και λόγω της βάσης σύγκρισης - αλλά ο δομικός πληθωρισμός θα πέσει αργά και βασανιστικά, που σημαίνει ότι δύσκολα θα δούμε την ακρίβεια να υποχωρεί. Ενδεικτικό παράδειγμα ο Ιούλιος, τα στοιχεία του οποίου έδειξαν ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη υποχώρησε στο 5,3% αλλά ο δομικός πληθωρισμός παρέμεινε αμετακίνητος στο 5,5%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο δομικός πληθωρισμός, ήτοι ο δείκτης τιμών που εξαιρεί τις πιο ευμετάβλητες τιμές κυρίως της ενέργειας και των τροφίμων, βρίσκεται πάνω από το 5% από τον Οκτώβριο του 2022, με ανώτερη τιμή το 5,7% του Μαρτίου. Στον αντίποδα, ο γενικός δείκτης του πληθωρισμού βρέθηκε τον Οκτώβριο στο υψηλότερο σημείο του που ήταν το 10,6% (πάντα σε επίπεδο Ευρωζώνης) και κάθε μήνα υποχωρεί λίγο για να φτάσει σήμερα στο 5,3%.
Ο αμετακίνητος δομικός πληθωρισμός, που συνεπάγεται ότι η ακρίβεια έχει «ποτίσει» την οικονομία, σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια, τα οποία δεν πρόκειται να μειωθούν αν δεν κρίνει η ΕΚΤ ότι προκαλούνται σοβαρά ρήγματα στην οικονομία, αυξάνουν τον κίνδυνο να εγκλωβιστεί η Ευρωζώνη σε μακρά περίοδο οικονομικής στασιμότητας.
Διότι όσο τα στοιχεία που φτάνουν στις Βρυξέλλες και στη Φρανκφούρτη, σε Κομισιόν και ΕΚΤ, αντίστοιχα, δείχνουν ότι οι μισθοί συνεχίζουν να αυξάνονται, τόσο εκφράζονται φόβοι ότι ο πληθωρισμός θα μπορούσε να επανέλθει και σε κάθε περίπτωση η ακρίβεια δεν θα νικηθεί εύκολα τουλάχιστον στα επόμενα τρία χρόνια.
Έρχεται, λοιπόν, νέα κρίση έστω χωρίς βαθιά ύφεση; Η Ευρώπη κινδυνεύει να διανύσει μία περίοδο που δεν θα έχει τα στοιχεία της ύφεσης, όπως την αντιλαμβανόμαστε με συρρίκνωση του ΑΕΠ ή όπως τη ζήσαμε στην πανδημία που τα πάντα πάγωσαν, αλλά οι πολίτες θα την αισθάνονται σαν κρίση ή δεν θα νιώθουν στο μέγιστο βαθμό τα οφέλη της ανάπτυξης, όπου αυτή υπάρχει.
Σε αυτό το σημείο στο κάδρο μπαίνει και η Ελλάδα που εμφανίζει από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη την τελευταία τριετία. Ακόμη και αν η Ευρωζώνη περάσει μία περίοδο τριών ή τεσσάρων χρόνων πολύ χαμηλής ανάπτυξης και υψηλού πληθωρισμού (2022-2024), η ελληνική οικονομία θα αποτελέσει εξαίρεση. Γιατί διαθέτει αυτή τη στιγμή μία αναπτυξιακή δυναμική που μαζί με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, λειτουργούν αμυντικά απέναντι στη λαίλαπα του πληθωρισμού.
Ήδη όμως, από φέτος το ελληνικό ΑΕΠ δεν προβλέπεται να τρέξει με τρελούς ρυθμούς 5% ή 6% αλλά κοντά στο 2,5%. Ταυτόχρονα βέβαια, εκτιμάται όταν η Ευρωζώνη θα αναπτυχθεί με ρυθμό χαμηλότερο του 0,5% (αν δεν επιβεβαιωθεί το σενάριο της ύφεσης), επομένως το 2,5% της Ελλάδας είναι εξαιρετική επίδοση.
Και πάλι, όμως, υπάρχει ο εξής κίνδυνος για την Ελλάδα: να ατυχήσει αντιμετωπίζοντας ξανά μία διεθνή κρίση, την ώρα που έχει καταφέρει να αποκτήσει μία αναπτυξιακή δυναμική που δύσκολα κάποιος θα φανταζόταν πριν από λίγα χρόνια. Επίσης, η «παύση» της ευρωπαϊκής οικονομίας έρχεται σε μία εποχή που επιστρέφουν οι δημοσιονομικοί κανόνες, οι οποίοι εκ των πραγμάτων δεν λειτουργούν ευνοϊκά για την ανάπτυξη. Σκεφτείτε να ζήσουμε μία τριετία με τη σημερινή ακρίβεια και χωρίς να μπορούν να δίνονται επιδόματα λόγω του αυστηρού δημοσιονομικού πλαισίου…