Τολμηρά μέτρα που περιλαμβάνουν αυστηρή λιτότητα και δημόσιες επενδύσεις - ρεκόρ, μέχρι και «χέρι» στις τράπεζες, ετοιμάζονται να εφαρμόσουν οι μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης για να προλάβουν τα χειρότερα. Η Γερμανία πλήττεται από παρατεταμένη ύφεση, η Γαλλία «πνίγεται» από τα υψηλά ελλείμματα και η Ιταλία παραμένει εγκλωβισμένη σε πολυετή οικονομική στασιμότητα και υπέρογκο χρέος.
Τα προβλήματα είναι σοβαρά και επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τους κρατικούς προϋπολογισμούς που κατατίθενται αυτήν την εποχή. Ταυτόχρονα, προκαλούν ανησυχίες στα στελέχη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σε μία συγκυρία που η Κριστίν Λαγκάρντ καλείται να αποφασίσει για τα επόμενα βήματα της νομισματικής χαλάρωσης, μετά τη σημερινή μείωση των επιτοκίων κατά 0,25%.
Τα προσχέδια των προϋπολογισμών αποκαλύπτουν ότι Βερολίνο, Παρίσι και Ρώμη προτίθενται να λάβουν διαφορετικά μέτρα για να σώσουν τις οικονομίες τους. Πιο αναλυτικά, η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε βαθιά βιομηχανική ύφεση, αναγκάζοντας τον κυβερνητικό συνασπισμό του Όλαφ Σολτς να προχωρήσει σε επενδύσεις - ρεκόρ ύψους 100 δισ. ευρώ το 2025. Στόχος είναι να βγει από το τέλμα η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, χωρίς να περιμένει ως… μάννα εξ ουρανού εξωτερικές ευνοϊκές εξελίξεις, όπως λ.χ. την επιστροφή της Κίνας σε πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Σολτς και Λίντνερ σκοπεύουν να εφαρμόσουν μία δέσμη 49 μέτρων με στόχο τη βιώσιμη ενίσχυση του προφίλ που έχει η οικονομία, ως επιχειρηματικός κόμβος, καθώς και την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητάς της. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα επενδύσει σε τομείς όπως οι σιδηροδρομικές υποδομές, τα μέσα μεταφοράς, οι ψηφιακές υποδομές και η εκπαίδευση, ενώ θα επιταχυνθεί και η επέκταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Βέβαια, όπως τόνισε ο υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, η Γερμανία θα συμμορφωθεί με το περιβόητο «φρένο χρέους», το οποίο την καθιστά πυλώνα σταθερότητας στην Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά οι επενδύσεις - ρεκόρ αποδεικνύουν ότι δεν πρόκειται για προϋπολογισμό λιτότητας, πρόσθεσε ο Λίντνερ.
Λιτότητα σίγουρα έχει αποφασίσει να εφαρμόσει η γαλλική κυβέρνηση με μέτρα που θα φτάσουν στα 60 δισ. ευρώ, με σκοπό να μειωθεί το υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμμα από το 6,1% του ΑΕΠ φέτος στο 5% το 2025. Μόνο που η Capital Economics διαφωνεί, τοποθετώντας το έλλειμμα του 2025 στο 5,5%. Η αυστηρή λιτότητα αναμένεται να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη της γαλλικής οικονομίας στα επόμενα χρόνια. Από τη μία πλευρά θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολος ο στόχος μείωσης του ελλείμματος στο 3% έως το 2029 (από το 2027 προηγουμένως), ενώ είναι δεδομένο ότι σε αυτό το διάστημα η ανάπτυξη θα είναι αναιμική.
Η Ιταλία, από την πλευρά της, βλέπει το δημόσιο χρέος της να αυξάνεται, έχοντας ήδη ξεπεράσει το επίπεδο συναγερμού. Μάλιστα, η Τζόρτζια Μελόνι δείχνει έτοιμη να επιβάλλει έκτακτο φόρο σε εγχώριες τράπεζες και ασφαλιστικές για να συγκεντρώσει 3,5 δισ. ευρώ, τα οποία θα χρηματοδοτήσουν το σύστημα Υγείας της Ιταλίας και παροχές προς ευάλωτες ομάδες.
Ο προϋπολογισμός της Ιταλίας υποδηλώνει ότι η ταλαιπωρημένη από την πολυετή οικονομική στασιμότητα οικονομία της γειτονικής μας χώρας θα καταφέρει να ρίξει το έλλειμμα κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ, που απαιτούν οι δημοσιονομικοί κανόνες της Ε.Ε., πολύ ταχύτερα από τη Γαλλία. Ο επίσημος στόχος αναφέρει ότι το έλλειμμα θα υποχωρήσει στο 3,3% το 2025, τουλάχιστον μία πενταετία νωρίτερα από τη Γαλλία. Όμως και πάλι, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι το δεύτερο υψηλότερο της Ευρώπης και αναμένεται να κινηθεί ανοδικά στα επόμενα χρόνια, φτάνοντας στο 138% του ΑΕΠ το 2026, ξεπερνώντας ενδεχομένως και το ελληνικό χρέος λίγο αργότερα.
Υπενθυμίζεται, τέλος, ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες απαιτούν τη μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3% από όλα τα κράτη - μέλη, που συνεπάγεται ότι Ιταλία και Γαλλία θα συνεχίσουν για αρκετά χρόνια ακόμα να παραβιάζουν τους κανόνες.