Του Βασίλη Γεώργα
Νέα δυναμική στην εξέλιξη της διαπραγμάτευσης για την αξιολόγηση του μνημονίου εκτιμάται ότι δημιουργεί πλέον η δημόσια «προειδοποίηση» της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ Christine Lagarde από την Ουάσινγκτον ότι «ενδέχεται να αλλάξει ο ρόλος του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα».
Η δήλωση αυτή που ξεχώρισε χθες αργά το βράδυ μέσα στον ορυμαγδό των δημόσιων τοποθετήσεων στην Ουάσιγκτον αναφορικά με την Ελλάδα, βάζει για πρώτη φορά επίσημα στο τραπέζι την προοπτική της διακριτικής αποστασιοποίησης του ΔΝΤ μέσω του περιορισμού του σε ρόλο τεχνικού συμβούλου, και το λιγότερο που αναμένεται να γίνει τις επόμενες ώρες είναι ότι θα αναζωπυρώσει τα πάθη με τους «σκληρούς» της ευρωπαϊκής πλευράς οι οποίοι έχουν δεσμευτεί στα κοινοβούλιά τους ότι το Ταμείο θα αποκτήσει ρόλο χρηματοδότη στο ελληνικό πρόγραμμα.
Για μια ακόμη φορά η Ελλάδα τοποθετείται στο επίκεντρο της διαχρονικής κόντρας ΔΝΤ- Γερμανίας, με άδηλη την έκβαση. Ήδη, πριν τη συγκεκριμένη «βόμβα» η Lagarde είχε προϊδεάσει για τις προθέσεις της να ξεκαθαρίσει άμεσα τον ρόλο του ΔΝΤ αμφισβητώντας δημοσίως τη δυνατότητα της Ελλάδας να πετύχει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018 χαρακτηρίζοντας «ηρωϊκές» τις προσπάθειες που πρέπει να καταβάλει η χώρα.
Το τοπίο στην Ουάσιγκτον όπου βρίσκονται ήδη τα δύο βασικά μέλη της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας Ευκλείδης Τσακαλώτος (θα συναντηθεί την Παρασκευή με την C. Lagarde) και Γιώργος Σταθάκης, είναι ακόμη πολύ θολό και ο καμβάς της δημόσιας διατύπωσης θέσεων χρωματίζεται με εκατέρωθεν διαρροές από τους μεγάλους παίκτες που κάνουν ειδικά την ελληνική πλευρά να βρίσκεται σε αναμμένα κάρβουνα. Η μεταφορά της διαπραγμάτευσης στο πολιτικό πεδίο καλλιεργεί εύλογες προσδοκίες για απεμπλοκή των συζητήσεων μετά τις διαφωνίες που καταγράφηκαν στις διαπραγματεύσεις στο επίπεδο των τεχνοκρατών, από την άλλη όμως επικρατεί έντονος προβληματισμός για το αποτέλεσμα.
Η αποτύπωση των προθέσεων του ΔΝΤ ανοίγει ταυτόχρονα δύο μέτωπα όπου πιθανόν τις επόμενες 48 ώρες να ληφθούν καθοριστικές αποφάσεις πριν επιστρέψουν οι εκπρόσωποι των δανειστών στην Αθήνα: Αυτό της αναδιάρθρωσης του χρέους και εκείνο των μέτρων που τελικά θα ζητηθούν από την Ελλάδα για να κλείσει η περιβόητη αξιολόγηση. Αμφότερα θα καθορίσουν αν στην επόμενη φάση το ΔΝΤ θα περιοριστεί στο ρόλο του τεχνικού συμβούλου όπως κάνει τους τελευταίους μήνες, ή θα συμμετάσχει τελικά ως χρηματοδότης με ποσό έως και 18 δισ. ευρώ όπως προβλέπεται στο τρίτο μνημόνιο. Η χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος παραμένει ακόμη ανοιχτή καθώς υπόκειται σε δύο προϋποθέσεις: να δεχθούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μια πολύ μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους (π.χ επιμήκυνση 50-70 ετών) συγκριτικά με τη light εκδοχή που φέρονται να προτείνουν, είτε να ληφθούν πολύ αυστηρότερα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του πλεονάσματος 3,5% τον οποίο ευθέως αμφισβήτησε ως επιτεύξιμο χθες η γενική διευθύντρια του Ταμείου.
Στην πρώτη περίπτωση, αν δηλαδή το ΔΝΤ συμμετάσχει ως χρηματοδότης, οι Γερμανοί θα βρεθούν αντιμέτωποι με την απόφαση μιας βαθιάς αναδιάρθρωσης χρέους την οποία δεν επιθυμούν θεωρώντας -όπως και άλλοι Ευρωπαίοι- ότι τα νούμερα βγαίνουν και δεν χρειάζονται τομές στο χρέος. Η Ελλάδα από την πλευρά της θα βρεθεί με ένα ακόμη μνημόνιο ανά χείρας και με νέα δάνεια που θα έχουν πολύ υψηλότερο οικονομικό και πολιτικό κόστος εξυπηρέτησης, αλλά θα κερδίσει μια γενναία ελάφρυνση του μακροπρόθεσμου χρέους την οποία θα χρησιμοποιήσει στις αγορές για να υποστηρίξει την βιωσιμότητα της οικονομίας.
Αν δεν βρεθεί συμφωνία και το ΔΝΤ διατηρήσει ρόλο παρατηρητή, αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις συμπεριλαμβανομένης της Γερμανικής θα βρεθούν στη δύσκολη θέση να εξηγήσουν και να αποδεχτούν την αποχώρηση του ΔΝΤ από το πρόγραμμα, ενώ η Ελλάδα θα κερδίσει μια πιο εύκολη και ανώδυνη αξιολόγηση, καίγοντας όμως σε αυτή τη φάση το χαρτί της ανάγκης για ρύθμιση του χρέους της σε μακροπρόθεσμη βάση.
Την κόντρα που μαίνεται μεταξύ των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ επιβεβαίωσε ο πρόεδρος του Eurogroup Jeroen Dijsselbloem ο οποίος απάντησε στο ΔΝΤ ότι «το χρέος της Ελλάδας δεν είναι «εξαιρετικά μη βιώσιμο» και παράλληλα ισχυρίστηκε πως ο στόχος του 3,5% απαιτεί όντως ηρωικές προσπάθειες αλλά είναι απολύτως εφικτός.
Η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι με αφορμή τη σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον στο μέσον της σύγκρουσης των ελεφάντων, με μόνο δεδομένο ότι μέχρι και χθες όλες οι βασικές διαφορές που κράτησαν ανοιχτή την ελληνική αξιολόγηση -δηλαδή τα κόκκινα δάνεια, η περικοπή των επικουρικών συντάξεων και το ύψους του αφορολόγητου ορίου- παραμένουν ανοιχτά. Αλλά έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, αυτό ίσως αποδειχθούν το λιγότερο.