Ενιαία κλίμακα φόρου για όλα τα εισοδήματα και μείωση της υπερφορολόγησης, είναι ένας από τους κεντρικούς στόχους της έκθεσης Πισσαρίδη, η οποία δόθηκε ολόκληρη στην δημοσιότητα. Καμία σοβαρή στροφή στο αναπτυξιακό μοντέλο δεν μπορεί να περπατήσει αν δεν μειωθούν τα βάρη στην μισθωτή εργασία. Κανείς επενδυτής δεν πρόκειται να προτιμήσει την Ελλάδα αν δεν ελαττωθούν οι… τρελές επιβαρύνσεις στην φορολογία και στις ασφαλιστικές εισφορές. Στην λογική αυτή η έκθεση παραθέτει παραδείγματα, που δείχνουν πως μια αύξηση 1.000 ευρώ στις ετήσιες αποδοχές ενός μισθωτού καταλήγει να επιβαρύνει ακόμη και με… τριπλάσιο κόστος τον εργοδότη.
Ενδεικτικά, μισθωτός που λαμβάνει καθαρό μισθό 1.000 ευρώ το μήνα (δηλαδή 14.000 ευρώ ετησίως, καθώς δίνονται 14 μισθοί) κοστίζει περίπου 23.000 ευρώ ετησίως στον εργοδότη του, όπως αναφέρει η έκθεση. Αν ο εργοδότης θέλει να δώσει καθαρή αύξηση στον εργαζόμενο 1.000 ευρώ ετησίως, αυτό θα του κοστίσει περίπου 2.000 ευρώ, με τα υπόλοιπα 1.000 ευρώ να πηγαίνουν στο κράτος. Σε άλλη περίπτωση, μισθωτός που λαμβάνει καθαρό μισθό 2.500 ευρώ το μήνα (δηλαδή 35.000 ευρώ ετησίως) κοστίζει 76.000 ευρώ ετησίως στον εργοδότη του. Το κόστος του εργοδότη για καθαρή αύξηση 1.000 ευρώ στον εργαζόμενο φτάνει τα 3.000 ευρώ, με τα υπόλοιπα 2.000 ευρώ να πηγαίνουν στο κράτος!
Ειδικά στην κατηγορία των μεσαίων εισοδημάτων και άνω, η πρόσληψη ενός εργαζομένου με υψηλές δεξιότητες καθίσταται για μια μικρή ή μεσαία επιχείρηση, αποτελεί υπόθεση σχεδόν απαγορευτική.
Το μήνυμα της έκθεσης είναι σαφές. Η υπέρμετρη επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας από φόρους και εισφορές, ειδικά στη μεσαία εισοδηματική κλίμακα, σημαίνει ότι οι εργοδότες δεν μπορούν να προσελκύσουν εργαζόμενους με ιδιαίτερες δεξιότητες. Το μισθολογικό κόστος για να προσφέρουν έναν καθαρό μισθό που είναι ανταγωνιστικός διεθνώς είναι πολύ υψηλό. Αλλά η χώρα να επιτύχει ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, έχει ανάγκη από θέσεις εργασίας σε τομείς υψηλών δεξιοτήτων, καθώς και από τις αντίστοιχες επενδύσεις. Αρα , η υπερφορολόγηση στην μισθωτή εργασία σημαίνει αρνητικές συνέπειες στη διεθνή ανταγωνιστικότητα, στην παραμονή εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού στη χώρα, στα κίνητρα για επίσημη εργασία. Ειδικά στην μεταποίηση, όπου συχνά εξαγγέλουμε ότι θέλουμε να κλείσουμ την ψαλίδα με τον μέσον όρο της Ευρώπης, η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας επιδεινώνεται τόσο από το υψηλό μισθολογικό κόστος όσο και από το σχετικά υψηλό κόστος ενέργειας (το οποίο επίσης επηρεάζεται από τη δομή των φόρων).
Μείωση φόρων στην μισθωτή εργασία, όχι του ΦΠΑ
Η μείωση των φόρων στην μισθωτή εργασία αποτελεί το «κλειδί» για την ανάκαμψη της οικονομίας. Η έκθεση καθιστά σαφές ότι εκεί που υπάρχουν μεγάλα περιθώρια είναι όχι στην μείωση των φόρων, αλλά στην αλλαγή της δομής των φορολογικών εσόδων.
Δεδομένης της σημερινής δομής του φορολογικού και ασφαλιστικού συστήματος, όπως και της δομής της ελληνικής οικονομίας, απόλυτη προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στην ελάφρυνση του βάρους στη μισθωτή εργασία. Όχι στην μείωση των φόρων στην κατανάλωση, στο ΦΠΑ και την περιουσία, όπως σημειώνει με νόημα. Δεν πρέπει να είναι αυτή η προτεραιότητα.
Υπερβολικά μεγάλο μέρος της εργασίας αφορά αυτοαπασχόληση, άτυπους τομείς της οικονομίας και εργασία με χαμηλά δηλωμένα εισοδήματα που εξαιρούνται από τη φορολογία, ενώ η επιβάρυνση από φόρους και εισφορές για εισοδήματα πάνω από τα χαμηλότερα είναι εξαιρετικά υψηλή. Στην ουσία αυτό που λέει η έκθεση είναι ότι το κόστος αυτής της στρέβλωσης είναι σημαντικό διότι ο άτυπος τομέας δεν προσανατολίζεται στις εξαγωγές (εκτός όταν αφορά τουριστικές ή διασυνδεδεμένες υπηρεσίες εμπορίου) και συγχρόνως παγιδεύει αξιόλογο εργατικό δυναμικό που θα μπορούσε να διοχετευθεί προς τους περισσότερο δυναμικούς και εξαγωγικούς τομείς.
Ταυτόχρονα, η σχετική μετατόπιση του βάρους από την εργασία στην κατανάλωση θα πρέπει να συνδυαστεί με συστηματική ενίσχυση της υποστήριξης των αδύναμων νοικοκυριών με κατάλληλα επιδόματα στη χαμηλόμισθη εργασία όπως και μέσω ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.
Όσο για την ακίνητη περιουσία, οι φόροι πρέπει να εξορθολογιστούν, να ενοποιηθούν και να περάσουν σταδιακά σε τοπικό επίπεδο. Η κατάργηση του «συμπληρωματικού φόρου» για τους ιδιώτες ιδιοκτήτης ακινήτων θα μειώσει τις έντονες στρεβλώσεις και θα ενισχύσει την αγορά ακινήτων.
Οι 11 παρεμβάσεις στην φορολογία
Στην λογική των παραπάνω, η έκθεση προτείνει 11 παρεμβάσεις στην φορολογία και συγκεκριμένα :
1. Αναμόρφωση των φορολογικών συντελεστών και των φορολογικών κλιμακίων εισοδήματος στην κατεύθυνση της περαιτέρω απλοποίησης. Σύγκλιση προς τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (προσαρμοσμένη στα μέσα εισοδήματα). Εναρμόνιση των κλιμακίων φορολογίας εισοδήματος και ασφαλιστέων αποδοχών ώστε να μην επιβαρύνονται τα εισοδήματα από εργασία, ταυτόχρονα με υψηλούς φορολογικούς συντελεστές και υψηλές ασφαλιστικές εισφορές.
2. Συνεχής προσπάθεια απλοποίησης του φορολογικού συστήματος, με τη θέσπιση ειδικού θεσμού (στο πρότυπο του Office for Tax Simplification του Ηνωμένου Βασίλειου).
3. Κατά το δυνατό εξομοίωση και ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων από διαφορετικές πηγές ώστε να μην καταστρατηγείται και η έννοια της προοδευτικότητας της φορολογικής κλίμακας.
4. Σταδιακή μεταφορά του ΕΝΦΙΑ σε τοπικό επίπεδο, με αντίστοιχη προσαρμογή των μεταβιβάσεων από την κεντρική κυβέρνηση προς τους ΟΤΑ, και κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου για τους ιδιώτες.
5. Ενίσχυση αποταμίευσης νοικοκυριών με κίνητρα για μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις μέσω της ελληνικής κεφαλαιαγοράς και ειδικών επενδύσεων.
6. Ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση των επενδύσεων των επιχειρήσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό, με μεταβολή του σημερινού συστήματος δεκαετούς φορολογικής απόσβεσης, ενδεικτικά με επιταχυνόμενες αποσβέσεις εντός τριετίας.
7. Άρση αντικινήτρων για τη μεγέθυνση μικρομεσαίων επιχειρήσεων εντός της χώρας.
8. Σταθερό φορολογικό πλαίσιο για τις επιχειρήσεις. Δεκαετής ρήτρα μη επιδείνωσης του φορολογικού πλαισίου για νέες επενδύσεις. Εισαγωγή διαδικασίας για προκαταβολική διευθέτηση φορολογικών ζητημάτων (advance tax ruling) μέσω μοναδικού σημείου επαφής στη φορολογική Αρχή για νέες επιχειρήσεις και επενδύσεις.
9. Εξέταση της δυνατότητας επιβολής περιβαλλοντικών φόρων σε εισαγωγές (carbon border tax) από χώρες οι οποίες δεν έχουν θεσπίσει κατάλληλα περιβαλλοντικά μέτρα, στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης σχετικών αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ. Συγκράτηση της φορολογικής επιβάρυνσης του ενεργειακού κόστους για τη βιομηχανία (μέσω φόρων, τελών και ρυθμιζόμενων χρεώσεων) σε επίπεδα συγκρίσιμα με άλλες χώρες της ΕΕ.
10. Αυστηρότερα και εντατικότερα μέτρα ελέγχου για τον περιορισμό της λαθραίας διακίνησης καυσίμων και καπνικών προϊόντων, με εξασφάλιση του κατάλληλου εξοπλισμού και τεχνογνωσίας.
11. Ενίσχυση κινήτρων για συρρίκνωση της παραοικονομίας μέσω επιβράβευσης και στοχευμένης χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών.