Του Απόστολου Σκουμπούρη
Μέσα στην Ελλάδα της μιζέριας, της κατήφειας, της καταστροφικής πυρκαγιάς και όλων των άλλων «δεινών» που μαστίζουν τη χώρα, ασφαλώς η είδηση πως μια βιομηχανική μονάδα που ήταν να κλείσει εντός του τρέχοντος έτους αναβάλει για το 2021 το λουκέτο, είναι μια καλή είδηση.
Ο λόγος για το εργοστάσιο της ιστορικής βιομηχανίας Pitsos που βρίσκεται στην περιοχή του Ρέντη, το οποίο όπως ανακοινώθηκε χθες από τη μητρική, θα συνεχίσει έως τις αρχές του 2021, ύστερα από συμφωνία με τους εργαζομένους.
Η BSH Οικιακές Συσκευές Α.Β.Ε., η ελληνική θυγατρική του γερμανικού ομίλου BSH Home Appliances που εδώ και 41 χρόνια έχει εξαγοράσει την ιστορική βιομηχανία, ανακοίνωσε την παράταση της λειτουργίας της παραγωγικής μονάδας.
Θυμίζουμε πως το Σεπτέμβριο του 2017 έγιναν οι πρώτες ανακοινώσεις περί κλεισίματος του εργοστασίου, ενώ το Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ανακοινώθηκε η παράταση της λειτουργίας της μονάδας για ένα ακόμη έτος, ήτοι έως το τέλος του 2018. Η απόφαση παράτασης τότε για έναν ακόμη χρόνο περίπου, πάρθηκε καθώς υπήρξε (τρέχει ακόμη) ένα project παραγωγής 140.000 εντοιχισμένων φούρνων Bosch.
Σε ανακοίνωσή της η εταιρεία μεταξύ άλλων αναφέρεται σε αμοιβαία συμφωνία μεταξύ της επιχείρησης και των εκπροσώπων των εργαζομένων ενώ εξ αρχής στόχος ήταν να μετριάσει τις συνέπειες για το προσωπικό από την ολοκλήρωση του παραγωγικού κύκλου του εργοστασίου της Αθήνας το Δεκέμβριο του 2017.
Όπως σημειώνει λοιπόν η BSH «η εταιρεία αξιολόγησε διεξοδικά την κατάσταση που προέκυψε μετά και την ολοκλήρωση του Προγράμματος Εθελοντικής Αποχώρησης που είχε ανακοινωθεί το Σεπτέμβριο 2017 και υλοποιήθηκε, προκειμένου να προσδιορίσει το μοντέλο λειτουργίας του εργοστασίου της Αθήνας το επόμενο διάστημα».
Πάντως, η BSH τονίζει πως «στοχεύοντας πάντοτε στον κατά το δυνατό μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων στους εργαζομένους από το οριστικό κλείσιμο του παραγωγικού κύκλου του εργοστασίου της Αθήνας, η διοίκηση της εταιρείας αποφάσισε να μεταφέρει παραγωγή μικρότερου εύρους, αν και τούτο συνεπάγεται ακόμα μεγαλύτερο κόστος και επιβάρυνση της εταιρείας, στο εργοστάσιο της Αθήνας, και να επεκτείνει τη λειτουργία του εργοστασίου της Αθήνας έως τις αρχές του 2021 για τους προαναφερόμενους λόγους».
Η παράταση και οι ελπίδες
Ασφαλώς η ανωτέρω εξέλιξη λοιπόν είναι εξαιρετικά ευχάριστη, δεδομένου ότι στη μονάδα αυτή συνεχίζουν να εργάζονται πάνω από 150 εργαζόμενοι, έναντι 250 που ήταν πριν την εθελουσία που είχε ανακοινωθεί πριν από ένα χρόνο. Και βεβαίως, αυτή η παράταση αφήνει ελπίδες στους εργαζομένους, που έχουν... δικαίωμα να ελπίζουν πως αν προκύψουν παρόμοια projects όπως αυτό με τους 140.000 εντοιχισμένους φούρνους Bosch, πιθανότατα συνεχιστεί η λειτουργία, πέρα του 2021. Αυτό βεβαίως, θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες αλλά και την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Η μακροχρόνια οικονομική κρίση στην Ελλάδα, η επί σειρά ετών μείωση στην κατανάλωση και στο «άνοιγμα» νέων σπιτικών – άρα και αναγκών για νέες συσκευές – αλλά και η αναδιάταξη των παγκόσμιων ισορροπιών στις πρώτες ύλες και εν γένει στη βιομηχανία, είναι οι κεντρικές αιτίες που οδηγούν πολλές βιομηχανίες σε αλλαγή προτεραιοτήτων – και όχι μόνο στην Ελλάδα.
Το πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου
Τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2017 έλαβε χώρα ένα καλό πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου, το οποίο φαίνεται πως απέδωσε, με τη μονάδα να «ελαφρώνει» σημαντικά από τα πάγια μισθολογικά κόστη. Ίσως και αυτός είναι ένας από τους λόγους που συνέβαλαν στην απόφαση του γερμανικού ομίλου για παράταση λειτουργίας της (έτσι κι αλλιώς πιο ευέλικτης πλέον) ελληνικής μονάδας.
Το πρόγραμμα προσέφερε ελκυστικούς όρους προς τους εργαζόμενους, δεδομένου ότι παρείχε το 100% της αποζημίωσης, καθώς και μπόνους παλαιότητας. Πιο αναλυτικά, περιελμάμβανε μπόνους 4.000 ευρώ για κάθε έτος απασχόλησης στο εργοστάσιο με ανώτατο όριο τις 120.000 ευρώ για όσους έχουν περισσότερα από 30 έτη.
Η κρίση και τα αδιέξοδα
Ο κλάδος των λευκών συσκευών και της ευρύτερης «ηλεκτρικής» αγοράς, έχει χτυπηθεί σημαντικά από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Η κρίση, έχει επηρεάσει αλυσιδωτά την οικοδομή, καθώς δεν ανοίγουν νέα σπιτικά, άρα δεν υπάρχουν παραγγελίες για καινούριες ηλεκτρικές (σ.σ. λευκές) συσκευές, ψυγεία, πλυντήρια, κουζίνες κ.λπ.
Άρα, παρ'' ότι ένα εργοστάσιο δεν παράγει μόνο για να πουλά στη χώρα που εδρεύει, εντούτοις οι πωλήσεις στην ίδια τη χώρα είναι μια σημαντική παράμετρος. Μια άλλη παράμετρος είναι ότι πλέον έχει... παγκοσμιοποιηθεί η αγορά, οι τιμές είναι «σκοτωμένες», υπάρχουν πολλές φθηνές συσκευές διαθέσιμες, που «χτυπούν» σημαντικά την αγορά των πιο ακριβών συσκευών, όπως είναι αυτές της Bosch.
Συνδυαστικά με όλα τα παραπάνω και δεδομένοι ότι οι καιροί αλλάζουν, ο γερμανικός όμιλος φαίνεται πως δεν υποστήριξε με νέες επενδύσεις τα εργοστάσια της Ελλάδας, οπότε αυτά έχουν μείνει πίσω τεχνολογικά και σε αυτοματισμούς, έχοντας μειώσει και την παραγωγή τους.
Οι κατασκευές παρόμοιων συσκευών είναι πιο συμφέρουσες σε χώρες όπως η Τουρκία και αυτό είναι μια νομοτέλεια που «τρώει» εξαιρετικά πετυχημένους ομίλους, σ'' ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Θυμίζουμε πως στην Κωνσταντινούπολη ήδη λειτουργεί το εργοστάσιο του ομίλου το οποίο είναι «χτισμένο» πάνω στις πλέον σύγχρονες προδιαγραφές παγκοσμίως.
Η μεγάλη ιστορία της Πίτσος – Κατασκεύαζε έως και... τρίκυκλα
H Πίτσος έχει πολύ μεγάλη ιστορία, καθώς ιδρύθηκε πριν από 153 χρόνια το 1965 από την ομώνυμη οικογένεια και για πολλές δεκαετίες (μαζί με την ΙΖΟLΑ και την ΕΣΚΙΜΟ) «έντυναν» τα ελληνικά νοικοκυριά με εξαιρετικές λευκές ηλεκτρικές συσκευές, φέρνοντας τον... πολιτισμό και την τεχνολογία στα ελληνικά σπίτια!
Αρχικά κατασκεύαζε σόμπες πετρελαίου, αργότερα μπήκε και σε άλλες μηχανικές συσκευές, ενώ έφτασε να κατασκευάζει έως και... τρίκυκλα! Το 1959 μπήκε στην παραγωγή ψυγείων και θερμαστρών πετρελαίου, το 1968 ξεκίνησε την κατασκευή ασπρόμαυρων τηλεοράσεων, ενώ το 1974 ήταν η έναρξη της συνεργασίας με τη Siemens Α.Ε.
Λίγο μετά τη μεταπολίτευση, περί το 1975 – 1976 το εργατικό κίνημα φούντωνε στη χώρα, ενώ μια μεγάλη απεργία 1.000 εργαζομένων στα εργοστάσια της Πίτσος, έμεινε στην ιστορία και για τη «σκληρή» αντιμετώπισή της από τις αρχές.
Οι καιροί άρχισαν να αλλάζουν, ξένοι όμιλοι άρχισαν να επελαύνουν στη χώρα, οπότε το 1977 η εταιρεία εξαγοράστηκε από τη Bosch – Siemens Hausgerate GmbH κατά 60% ενώ η Siemens A.E. Hellas εξαγόρασε το 20%.
Η εξαγορά της ελληνικής εταιρείας σήμανε περαιτέρω ανάπτυξη και είσοδο σε νέες κατασκευές λευκών συσκευών, που την εδραίωσαν περαιτέρω στην αγορά.
Το 1989 ξεκίνησε την παραγωγή ψυγείων, το 1994 ξεκίνησε την εξαγωγή κουζινών στις Σκανδιναβικές χώρες, ενώ το 1996 μετονομάστηκε σε BSP A.B.E. (από τα αρχικά των Bosch – Siemens - Pitsos) και το 2002 σε BSH Οικιακές Συσκευές Α.Β.Ε.