Για πρώτη φορά στην έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος γίνεται αναφορά στο ψηφιακό ευρώ ως μέσον συναλλαγής. Οι ανέπαφες πληρωμές έγιναν ανάγκη το 2020 και η τετρασέλιδη αναφορά στην Ετήσια Έκθεση δείχνει ότι η ΕΚΤ ίσως έχει κάποιες σκέψεις που μας φέρνουν πιο κοντά στη στιγμή της έκδοσης του ενιαίου ευρωπαϊκού ψηφιακού νομίσματος.
Η υιοθέτηση ενός ψηφιακού νομίσματος με χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά που διευκολύνουν τις συναλλαγές των κρυπτονομισμάτων φαίνεται να βρίσκεται σε διαδικασία μελέτης σκοπιμότητας στους κόλπους της ΕΚΤ. Το ψηφιακό ευρώ θα πρέπει να πληροί μια σειρά από βασικές απαιτήσεις, όπως προσβασιμότητα, σταθερότητα, ασφάλεια, αποτελεσματικότητα, ανωνυμία και προστασία της ιδιωτικής ζωής και των καταναλωτών.
Παράλληλα, θα πρέπει να συμμορφώνεται με το σχετικό κανονιστικό πλαίσιο και τη νομοθεσία για την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
Θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τα μετρητά και δεν θα τα αντικαθιστά ως μέσο πληρωμής, αλλά συγχρόνως θα παρέχει δωρεάν πρόσβαση σε ένα απλό, ασφαλές και αξιόπιστο ψηφιακό μέσο πληρωμής εκδιδόμενο από το Ευρωσύστημα.
Το ψηφιακό ευρώ θα έχει την ίδια ισοτιμία με το φυσικό ευρώ (1:1), αλλά ενδεχομένως κλιμακωτά επιτόκια προς αποφυγή κερδοσκοπικών κινήσεων (π.χ. με μεταφορές χρημάτων από λογαριασμούς σε φυσικό ευρώ σε λογαριασμούς ψηφιακού ευρώ).
Ένα ψηφιακό ευρώ θα πρέπει να σχεδιαστεί ώστε να αναπαράγει κάποια βασικά χαρακτηριστικά των μετρητών που είναι χρήσιμα στην ψηφιακή οικονομία, όπως είναι η ικανότητα πληρωμών εκτός σύνδεσης (offline).
Στην έκθεση αναφέρεται ακόμα ότι τα κρυπτονομίσματα, ιδίως εκείνα που υποστηρίζονται από τεχνολογικούς κολοσσούς μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα και την τεχνολογική αυτονομία στην Ευρώπη και εγείρουν ανησυχίες για το απόρρητο των δεδομένων και την κατάχρηση προσωπικών πληροφοριών. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι ο διαμεσολαβητικός ρόλος των τραπεζών θα επηρεαστεί αρνητικά καθώς και το κόστος της χρηματοδότησης τους.
Η επισήμανση αυτή είναι αναγκαία για την βιωσιμότητα του νέου νομίσματος: ένα ψηφιακό νόμισμα με κόστος μεσολάβησης δεν θα ήταν ένα νέο μέσο συναλλαγής αλλά μια παραλλαγή των υφιστάμενων πιστωτικών καρτών. Η δε μείωση των καταθέσεων των τραπεζών με την ατομική κατοχή των ψηφιακών νομισματικών μονάδων θα οδηγούσε τις τράπεζες σε άλλες μορφές χρηματοδότησης ή επιστροφής σε ένα διαφορετικό μοντέλο κοστολόγησης των καταθέσεων.
Η τελική απόφαση για τη μελέτη έκδοσης ενός ψηφιακού ευρώ στο μέλλον θα ληφθεί προς τα μέσα του 2021. Παράλληλα, το Ευρωσύστημα καθ’ όλη τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2021 θα συνεχίσει να εξετάζει λειτουργικά και νομικά ζητήματα ως προς το σχεδιασμό ενός ψηφιακού νομίσματος. Από τα νομικά ζητήματα, σημαντικά είναι αυτά που αφορούν τη νομική βάση για την έκδοση ενός ψηφιακού νομίσματος καθώς και την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ όσον αφορά τη θεσμοθέτηση του ψηφιακού ευρώ ως νόμιμου χρήματος (legal tender).
Η λειτουργία ενός ψηφιακού νομίσματος απαιτεί μια νέα υποδομή πληρωμών, βασιζόμενη τόσο στην υπάρχουσα υποδομή του Ευρωσυστήματος όσο και στην ενσωμάτωση νέας τεχνολογίας. Επομένως, είναι απαραίτητο να γίνει πρακτικός πειραματισμός για να ελεγχθεί η λειτουργικότητα των χαρακτηριστικών σχεδιασμού, κατά πόσον οι επιλογές σχεδιασμού είναι τεχνικά εφικτές, καθώς και κατά πόσον ικανοποιούν τις ανάγκες των υποψήφιων χρηστών
Η δημόσια διαβούλευση ολοκληρώθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2021 με τη συμμετοχή περισσότερων από 8.000 άτομα και επιχειρήσεις πανευρωπαϊκά, καταγράφοντας ρεκόρ συμμετοχής σε δημόσια διαβούλευση της ΕΚΤ.
Η προστασία των προσωπικών δεδομένων (41% των απαντήσεων), η ασφάλεια (17% των απαντήσεων) και η πανευρωπαϊκή πρόσβαση (10% των απαντήσεων) αναδείχθηκαν ως οι τρεις πρώτες επιλογές σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά που πρέπει να διαθέτει το ψηφιακό ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση η Ευρώπη δείχνει να το σκέφτεται πλέον σοβαρά.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.