Του Βασίλη Γεώργα
Λίγες μέρες πριν την άφιξη του Γάλλου προέδρου Εmmanuel Macron στην Ελλάδα, στο παρασκήνιο κυβέρνηση και επιχειρηματίες κάνουν αγώνα δρόμου για να πλαισιώσουν την επίσκεψη με σημαντικές επιχειρηματικές αποφάσεις.
Δεν μιλάμε για «τυπικές» συμφωνίες σύσφιξης των εμπορικών σχέσεων ή μνημόνια συνεργασίας που παραδοσιακά συνοδεύουν τις επισκέψεις ηγετών ξένων κρατών, αλλά για μια ευρύτερη συζήτηση που αποσκοπεί στο να δημιουργήσει την εντύπωση της γενικής αντεπίθεσης των Γάλλων στις τράπεζες, την ενέργεια, τις υποδομές και άλλους σημαντικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας.
Οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του το Liberal κάνουν λόγο για μια σειρά ολιγάριθμων αλλά ηχηρών deals εξαγοράς ελληνικών επιχειρήσεων από εταιρείες γαλλικών συμφερόντων. Οι συμφωνίες αυτές βρίσκονται στα σκαριά και αποσκοπούν στο να μεταδώσουν το μήνυμα ότι η Γαλλία διευρύνει ουσιαστικά την επιχειρηματική της επιρροή στη χώρα και η ελληνο-γαλλική «συμμαχία» αποκτά οικονομικό νόημα σε τομείς πέραν του αυστηρά δημοσιονομικού πεδίου και της διαχείρισης του χρέους. Η Γαλλία έχει παίξει κι έχει χάσει στο παρελθόν με την ελληνική κρίση και έκτοτε εμφανίζεται σταθερά «δυσαρεστημένη» για την περιορισμένη παρουσία της στην Ελλάδα συγκριτικά με την Γερμανία.
Ήδη το Liberal αποκάλυψε από την περασμένη Τρίτη ότι έχουν προχωρήσει οι συζητήσεις για την εξαγορά της Τράπεζας Αττικής από την γαλλική Societe Generale.
Οι πληροφορίες επιμένουν ότι δεν είναι θα είναι η μοναδική. Στόχος είναι να υπάρξουν και άλλες σημαντικές συμφωνίες εξαγοράς μεριδίων σε μεγάλες ελληνικές εταιρείες εκτός χρηματοπιστωτικού κλάδου. Σε τουλάχιστον μία περίπτωση διεξάγονται πυρετώδεις επαφές αυτές τις ημέρες προκειμένου να προστεθεί και αυτή εγκαίρως ενόψει της επίσκεψης Macron ως κρίκος στην αλυσίδα των «εκπλήξεων» που θα επιδιώξει να εκμεταλλευτεί και επικοινωνιακά η κυβέρνηση.
Οι Γάλλοι και το επιχειρηματικό ενδιαφέρον που εκδηλώνουν είναι η μια πλευρά της εικόνας. Η άλλη είναι πως ανεξάρτητα από την -θεμιτή εν πολλοίς- επικοινωνιακή εκμετάλλευση των επενδύσεων, υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι που η Ελλάδα αρχίζει να επανέρχεται στο ραντάρ των ξένων επενδυτών.
Παρότι οι τομείς επενδυτικού ενδιαφέροντος είναι ακόμη μετρημένοι στα δάχτυλα στην Ελλάδα (τουρισμός, ενέργεια, logistics κρατικές εταιρείες, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές), η χώρα παρουσιάζει αξιόλογες ευκαιρίες σε υποτιμημένες αξίες, και αυτό δεν μπορεί να αγνοηθεί από τον επιχειρηματικό κόσμο.
Υπάρχουν ισχυροί επιχειρηματίες εντός και εκτός χώρας πρόθυμοι να κάνουν επενδύσεις στην Ελλάδα που λίγο καιρό πριν δεν τις συζητούσαν. Η δημοσιονομική βελτίωση είναι πλέον δεδομένη και ο πολιτικός κίνδυνος που προ διετίας έγινε αιτία να αποσταθεροποιηθεί η χώρα και να κλονιστεί η οικονομία με τα πειράματα της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, έχει σε μεγάλο βαθμό παρέλθει. Όποτε κι αν γίνουν εκλογές, όλοι αντιλαμβάνονται πως κανείς από όσους θα βάλουν τα λεφτά τους στο τραπέζι δεν έχει να ανησυχεί ότι η επόμενη κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή, θα απειλήσει τις επενδύσεις και τις περιουσίες τους.
Αντίθετα, υπάρχουν επιχειρηματίες που πιστεύουν πως αγοράζοντας κανείς ελληνικά assets επί ΣΥΡΙΖΑ, διασφαλίζει όχι μόνο την εύνοια της κυβέρνησης που αγωνιά να προσελκύσει μεγάλες επενδύσεις σε μια χώρα την οποία έχει μετατρέψει σε φορολογικό σανατόριο, αλλά την ησυχία και την ασφάλειά του γιατί κανείς δεν μπορεί να του πει τίποτα. Αν μετά έρθει και μια κυβέρνηση πιο φιλική για την οικονομία, ακόμη καλύτερα για τους επενδυτές…