Την Πέμπτη ανακοινώθηκε ο πολυαναμενόμενος για τις αγορές πληθωρισμός του Ιανουάριου στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν, ο πληθωρισμός εκτοξεύτηκε στο 7,5%, το υψηλότερο ποσοστό από τον Φεβρουάριο του 1982, διαψεύδοντας τις προβλέψεις των αναλυτών και της Fed για χαμηλότερα επίπεδα. Όλοι γνώριζαν ότι τα δεδομένα για τον πληθωρισμό θα ήταν καυτά. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς όπως αναφέραμε και σε παλαιότερα άρθρα μας οι κεντρικές τράπεζες δεν σημαίνει ότι πάντα έχουν δίκιο. Οι υπεύθυνοι χάραξης νομισματικής πολιτικής είναι και αυτοί απλοί άνθρωποι.
Πριν μερικά χρόνια, στην κρίση του 2008, θυμάμαι οτι η ΕΚΤ σε αντίθεση με τη Fed ανέβαζε τα επιτόκια γιατί θεωρούσε ότι η κρίση δεν θα αγγίξει την Ευρώπη. Απομένει πλέον να δούμε αν η Fed αναγκαστεί να αυξήσει τα επιτόκια πιο γρήγορα και περισσότερες φορές μέσα στο 2022. Αυτό είναι και το πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν οι αγορές τους επόμενους μήνες, το οποίο βέβαια είναι διαχειρίσιμο από πλευράς μιας ομαλής και απαραίτητης διόρθωσης των αγορών.
Παρόλο που τα στοιχεία ανακοινώθηκαν στις 15:30 την Πέμπτη οι αγορές διόρθωσαν την πρώτη ώρα μετά την ανακοίνωση σε επίπεδα άνω του -1,8%. Στη συνέχεια εμφανίστηκε ένα επιθετικό κύμα αγορών και βρέθηκαν να μηδενίζουν τις απώλειες μέσα στις επόμενες ώρες. Κατανοητό και εφικτό ως μια πρώτη ανάγνωση, καθώς η αγορά έχει ήδη προεξοφλήσει την πρώτη αύξηση των επιτοκίων στη συνεδρίαση της Fed στα μέσα Μαρτίου. Πολλοί επενδυτές με την ανακοίνωση ενός πολύ υψηλότερου αρνητικού στοιχείου έσπευσαν να ρευστοποιήσουν και να ανοίξουν θέσεις short, φοβούμενοι την μεγάλη πτώση, ενώ μέσα σε μία ώρα οι ίδιοι έτρεχαν να κλείσουν τις θέσεις τους και να αγοράσουν εκ νέου φοβούμενοι ότι οι αγορές δεν επηρεάζονται από το αρνητικό νέο.
Στη συνέχεια οι αγορές επανήλθαν σε αρνητικό πρόσημο έπειτα από τα επιθετικά σχόλια του προέδρου της Federal Reserve του St. Louis. Ο Μπούλαρντ είπε στο Bloomberg News ότι θα ήθελε να δει μια πλήρη αύξηση 100 μονάδων βάσης ή μια συνολική αύξηση των επιτοκίων κατά 1% μέχρι τον Ιούλιο. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επιτοκίων αποτιμούν πλέον μια αύξηση στο εύρος στόχου της Fed για το επιτόκιο, στο 1%-1,25% μέχρι το τέλος Ιουνίου, με ορισμένους οικονομολόγους να ποντάρουν σε ακόμη πιο επιθετική πολιτική. Απομένει να δούμε το αποτέλεσμα.
Μήπως έφθασε λοιπόν η πολυπόθητη ώρα των αρκούδων για τις αγορές στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού; Η απάντηση στο ερώτημα του ενός εκατομμυρίου είναι δύσκολο να δοθεί, καθώς ανά πάσα στιγμή οι αγορές μπορούν να μας εκπλήξουν σε αντίθεση με τα αναμενόμενα. Το έχουμε ζήσει άπειρες φορές στο παρελθόν. Όπως αναφέραμε σε παλαιότερα μας σχόλια, η ρευστότητα του συστήματος παραμένει στα ύψη και μπαινοβγαίνει στις αγορές. Τα κέρδη από αγοραπωλησείες είναι ικανοποιητικά σε μια μεγάλη μερίδα επενδυτών (αναφερόμαστε πάντα στη Wall Street).
Το μοναδικό αγκάθι στην υποκείμενη κατάσταση αποτελεί η τεράστια ζήτηση (που οδηγεί στην έλλειψη αγαθών - λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας) και η διάχυση των κερδών σε αγορές καταναλωτικών αγαθών, που εν μέρει διατηρεί την κερδοφορία των επιχειρήσεων, αλλά εκτοξεύει τον πληθωρισμό.
Πώς λοιπόν θα κινηθεί η Fed; Θα είναι πολύ επιθετική, λιγότερο επιθετική, το καθόλου αποκλείεται, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Μετά και τα τελευταία στοιχεία για τον πληθωρισμό, η Goldman Sachs αυξάνει την πρόβλεψή της σε επτά διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσεις για το 2022 (η προηγούμενη πρόβλεψη ήταν για πέντε αυξήσεις για το έτος). Ενώ και η Bank of America προέβλεψε ότι η Fed θα ξεκινήσει μια επιθετική εκστρατεία αύξησης των επιτοκίων από φέτος. Οι οικονομολόγοι της αναμένουν επτά αυξήσεις των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης το 2022, ακολουθούμενες από άλλες τέσσερις το επόμενο έτος.
Εν αναμονή της επόμενης προεξοφλημένης αύξησης των επιτοκίων στις 16 του Μάρτη, οι αγορές καλούνται να ισορροπήσουν στα τεχνικά επίπεδα των κινητών μέσων, που αν διασπαστούν θα ξυπνήσουν τις αρκούδες πρόωρα. Αν καταφέρουν να σταθεροποιηθούν στα τρέχοντα επίπεδα και δεν υπάρξει κάποιο απρόσμενο γεγονός ο Φλεβάρης μπορεί και να φλεβίσει.
Η κεντρική τράπεζα έχει ήδη σηματοδοτήσει ότι θα αυξήσει τα επιτόκια σε αυτή τη συνεδρίαση, αλλά το θέμα για τους επενδυτές είναι αν αυτή η αύξηση θα είναι της τάξης των 25 μονάδων βάσης, ή ακόμα πιο επιθετική κατά 50 μονάδες βάσης.