Τι μας περιμένει το 2022; Πόσο θα το επηρεάσει η νομισματική πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών, που μόλις μας έδωσαν τις «σκέψεις» τους και τις πιθανές παρεμβάσεις τους για την επόμενη χρονιά; Θα είναι ή όχι «παροδικός « ο πληθωρισμός;
Αυτά είναι τα ερωτήματα στα οποία καλείται να απαντήσει η επενδυτική κοινότητα, λίγο πριν δύσει η τρέχουσα χρονιά. Η οποία κλείνει με όχι τόσο ευοίωνες προοπτικές, καθώς η μετάλλαξη Οmicron δεν έχει ακόμα «αναγνωσθεί» πλήρως ως προς την παρέμβαση που θα έχει στην ομαλότητα και οι αρρυθμίες που προκαλούν στο παγκόσμιο σύστημα η διατάραξη της εφοδιαστικής αλυσίδας, ο καλπάζων πληθωρισμός και το αυξημένο ενεργειακό κόστος, θα μας κάνουν παρέα και στο ξεκίνημα –και μέχρι πόσο;- του 2022.
Επομένως κοιτάζοντας το 2022 βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια κατάσταση, που κληρονομήθηκε από το τρέχον έτος , όπου ωστόσο, τόσο η οικονομία όσο και τα εταιρικά κέρδη θα έχουν ελαφρά μείωση και όπου οι δύο κρίσιμες μεταβλητές θα είναι το έτος αυτό ,αυτές του επιπέδου του πληθωρισμού και των συνακόλουθων πολιτικών των Κεντρικών Τραπεζών.
Ως βασική υπόθεση μπορούμε να θεωρήσουμε ότι έχουμε παγκόσμια ανάπτυξη 5%, ετήσιο πληθωρισμό λίγο πάνω από τα τρέχοντα επίπεδα και σίγουρα πιο ευμετάβλητα ίδια κεφάλαια, αλλά σε κάθε περίπτωση θετική απόδοση με πολύ λίγες εναλλακτικές σε επίπεδο κατηγορίας ενεργητικού.
Ωστόσο, αυτό το σενάριο μπορεί εύκολα να εκτροχιαστεί τόσο λόγω της παρουσίας μιας περαιτέρω καθυστερημένης κατάστασης επιστροφής στην κανονικότητα όσο και λόγω της ραγδαίας αύξησης του πληθωρισμού, ιδίως όσον αφορά τους πρώτους μήνες του έτους.
Επομένως, βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα χρονιά κατά την οποία οι διακυβευόμενες μεταβλητές δείχνουν ένα πιο ασταθές πλαίσιο: πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να είναι μια αγορά όπου οι ενεργοί επενδυτές θα μπορούν να κάνουν τη διαφορά, πλοηγώντας μεταξύ των διαφορετικών σεναρίων με δυναμικό τρόπο.
Το βήμα της Ευρώπης
Όσον αφορά την Ευρώπη ο κεντρικό σενάριο είναι η συνεχιζόμενη ανάπτυξη , με μια αγορά να ξεκινά τη νέα χρονιά με τοποθέτηση και αποτίμηση που επιτρέπουν την προοπτική ελκυστικών θετικών αποδόσεων. Ωστόσο, αυτό το σενάριο πρέπει να διορθωθεί για τους αυξημένους κινδύνους που συνδέονται με τα νέες μεταλλάξεις του ιού, την ομαλοποίηση των επιτοκίων και την πιθανή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Παράγοντες κινδύνου οι οποίοι, εκτός από τα επιτόκια, θα πρέπει να διευθετηθούν εντός μερικών μηνών, αλλά οι οποίοι πρέπει να προεξοφληθούν αυστηρότερα στο εγγύς μέλλον.
Η άλλη πλευρά του Ατλαντικού
Το ενδεχόμενο αλλαγής της πολιτικής της Fed προβληματίζει τις αγορές, όπως άλλωστε μας έχει δείξει η ιστορία από την ύφεση του 2013 έως το sell-off των μετοχών του 2018.
Στους κινδύνους αυτή τη φορά προστίθενται οι ήδη αυξημένες τιμές περιουσιακών στοιχείων. Ο δείκτης S&P 500 βρίσκεται κοντά σε περιοχή “φούσκας” και οι τιμές των κατοικιών που επιταχύνονται απέχοντας κατά πολύ από τα ενοίκια, υποδηλώνουν ότι οι κίνδυνοι της αγοράς κατοικίας είναι μεγαλύτεροι από οποιαδήποτε άλλη στιγμή, από την περίοδο της κρίσης των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων το 2007 μέχρι σήμερα.
Αναδυόμενες αγορές
Οι αναδυόμενες αγορές, επηρεάζονται από μια διαφοροποίηση της νομισματικής πολιτικής της FED. Μια ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων συνήθως ενισχύει το δολάριο και αυτό μπορεί να προκαλέσει εκροές κεφαλαίων στις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Μερικοί είναι πιο ευάλωτοι από άλλους. Το 2013 και το 2018 ήταν η Αργεντινή, η Νότια Αφρική και η Τουρκία που υπέφεραν περισσότερο. Ήδη ο μεγάλος μας γείτονας κινείται στα όρια, έχοντας φέρει την ισοτιμία στο 16,5 προς 1 σε σχέση με το δολάριο και το Χρηματιστήριο να κλείνει την εβδομάδα 320 μονάδες χαμηλότερα από το υψηλό της Παρασκευής με απώλειες -8,52%. Αν προσθέσουμε σε αυτές τη Βραζιλία και την Αίγυπτο τότε θα έχουμε τις πέντε οικονομίες με το μεγαλύτερο ρίσκο το 2022, με βάση μια σειρά μετρήσεων του Bloomberg Economics.
Η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και η Ταϊβάν, με μικρό χρέος και ισχυρά ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, εμφανίζονται λιγότερο εκτεθειμένες στην εκροή κεφαλαίων στον αναδυόμενο κόσμο.
Η Κίνα
Στην Κίνα ένα πολύ κακό γ΄ τρίμηνο φρέναρε την οικονομία της καθώς η ανάπτυξη σε ετήσια βάση έκανε «βουτιά» στο 0,8% υπό το βάρος της χρεοκοπίας της εταιρείας ακινήτων Evergrande και τις ελλείψεις ενέργειας. Αν –κάτι που συνηθίζει- η Κίνα προχωρήσει σε περισσότερα περιοριστικά μέτρα στο ενδεχόμενο ο κορονοϊός να συνεχίζει την επέλασή του, ο κλάδος των ακινήτων που αντιπροσωπεύει το 25% του συνόλου της οικονομίας θα μπορούσε να υποχωρήσει έτι περαιτέρω. Όπως και να έχει οι αναλυτές εκτιμούν ανάπτυξη περί το 5,7% για τον κίτρινο κολοσσό.
Οι κρατικές ενισχύσεις λόγω της πανδημίας αύξησαν κατά πολύ τα διαθέσιμα κεφάλαια των ιδιωτών αλλά και των επιχειρήσεων και αν η πανδημία δείξει σημάδια υποχώρησης η ταχύτητα δαπάνης τους θα επιταχύνει την ανάπτυξη. Το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του 2021 πολλές χώρες ανέκαμψαν εντυπωσιακά υπερκαλύπτοντας την πανδημική ζημιά του 2020 μας δίνει ελπίδες για μια καλή συνέχεια το 2022.