Συνέχεια στις προσωπικές επιθέσεις κατά του Πρωθυπουργού έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας από την Λάρισα, στο πλαίσιο περιοδείας του, προαναγγέλλοντας και «πρωτοβουλία» συνεννόησης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης για την... αντιμετώπιση της πανδημίας και της ακρίβειας, επιχειρώντας να δημιουργήσει συνθήκες ενός αντιδεξιού μετώπου, την ώρα που ο ίδιος δηλώνει ότι είναι ο «επόμενος πρωθυπουργός».
Με αναφορές στους νεκρούς της πανδημίας κατηγόρησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη για διαχειριστική ανικανότητα αλλά και έλλειψη ενσυναίσθησης τονίζοντας πως «Η χώρα μας έχει εδώ και μήνες το αρνητικό ρεκόρ σε απώλειες ανθρώπων σε όλη τη Δυτική Ευρώπη και ταυτόχρονα η χώρα μας έχει το αρνητικό ρεκόρ της ακριβότερης τιμής χονδρικής στο ρεύμα σε ολόκληρη την Ευρώπη…Και δε ξέρω ειλικρινά αν χειρότερο είναι η διαχειριστική ανικανότητα, η προχειρότητα, η αδράνεια, οι ιδεολογικές εμμονές ή ο κυνισμός, η ψηφοθηρία ή δόλια παραπλάνηση, η παντελής έλλειψη ενσυναίσθησης».
«Ο κ. Μητσοτάκης βλέποντας τα αδιέξοδα να μεγαλώνουν αρχίζει να βγάζει από μέσα του τον πραγματικό του εαυτό. Και πολιτεύεται με αλαζονεία, με φανατισμό, με ύβρεις και με φαιδρότητες» είπε για να προσθέσει ότι «ένας αρνητής της πραγματικότητας δε μπορεί παρά καθίσταται μέρα με τη μέρα όλο και πιο επικίνδυνος για να κυβερνά το τόπο σε μια στιγμή κρίσης. Σε μια στιγμή που η χώρα χρειάζεται στο τιμόνι κάποιον που να εμπνέει εμπιστοσύνη και ασφάλεια, κάποιον που να ενώνει. Όχι κάποιον που να διχάζει και να πολιτεύεται με ψέματα και τοξικότητα για τους πολιτικούς του αντιπάλους. Και σε κάθε ευκαιρία να προσπαθεί να ωραιοποιήσει μια δραματική πραγματικότητα, αποδεικνύοντας πόσο ανεπαρκής είναι για μια τόσο δύσκολη συγκυρία».
Στο σημείο αυτό προανήγγειλε πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση της πανδημίας μετά από 21 μήνες κατά την διάρκεια των οποίων ενεφανίσθη να χαϊδεύει τα αυτιά των ανεμβολίαστων και να αντιδρά ακόμη και στην υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών των υγειονομικών προτείνοντας την προαιρετική εφαρμογή της...
«Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δε πρόκειται να μας ακούσει. Γιατί την ώρα που εμείς μετράμε κρούσματα και νεκρούς, αυτοί μετράνε ψήφους» είπε και μίλησε για συνεννόηση με τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης.
Ανάλογη πρωτοβουλία προανήγγειλε και για την ακρίβεια λέγοντας «οφείλουμε τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν και να απαντήσουμε στην αγωνία της κοινωνίας. Να παραμερίσουμε αντιπαλότητες και να συντονιστούμε στοιχειωδώς για το μέγα θέμα της πανδημίας, που κοστίζει ζωές. Για το μέγα αυτό θέμα θέλω να πω ότι το επόμενο διάστημα θα επιδιώξω να επικοινωνήσω με τις ηγεσίες όλων των κομμάτων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Να ανταλλάξουμε απόψεις για ότι γίνεται και για ότι πρέπει να γίνει».
«Θα επικοινωνήσω επίσης με την τοπική αυτοδιοίκηση, με όλες τις μεγάλες οργανώσεις των εργαζομένων, των μικρομεσαίων, αλλά και τους εκπροσώπους των άλλων παραγωγικών στρωμάτων, με τον ίδιο σκοπό» είπε σημειώνοντας πως «Είναι καιρός να πάρουμε στα χέρια μας την τύχη μας. Γιατί από τον κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτε καλό».
Για συνεννόηση μίλησε και για το Ταμείο Ανάκαμψης λέγοντας πως «πέρα από την διαφωνία του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει ένα θέμα διαφάνειας και δημοκρατίας. Η κυβέρνηση το διαχειρίζεται σαν να είναι ιδιωτική περιουσία. Σαν να υπάρχει μία εταιρεία η «Μαξίμου ΑΕ» που θα μανατζάρει και θα μοιράσει τους πόρους. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί…Από τις εκλογές και μετά είχαμε μία έκρηξη στις απευθείας αναθέσεις. Που πήγαν τα λεφτά που μοίρασε, περίπου 5 δισ; Το πελατειακό κράτος αναβιώνει, όχι με διορισμούς στο δημόσιο αλλά μέσα από εκταμίευση πόρων που πηγαίνουν σε απευθείας αναθέσεις. Δεν θα αφήσουμε να γίνει το ίδιο και με το Ταμείο Ανάκαμψης. Και είναι εδώ ένα ακόμη σημείο που μπορεί να γίνει συνεννόηση με τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης».
Κατέληξε δέ επαναλαμβάνοντας πως η προοδευτική κυβέρνηση είναι μονόδρομος δείχνοντας ότι θα εμμείνει στο φλερτ με το ΚΙΝΑΛ αλλά και το ΜεΡΑ25 εν αναμονή και των εξελίξεων ως προς τη διαδικασίας εκλογής αρχηγού στο πρώτα και επιβεβαιώνοντας παράλληλα πως ο ΣΥΡΙΖΑ προσβλέπει στην επαναφορά του στην εξουσία μέσω συνεργασιών ακόμη και με κόμματα που ως αντιπολίτευση και εν συνεχεία ως κυβέρνηση με τον Πάνο Καμμένο στοχοποίησε, διώκοντας στελέχη ως πολιτικούς αντιπάλους.