Τα αυθαίρετα στην Ελλάδα είναι συνδεδεμένα με το πελατειακό κράτος, τη σταυροδοσία στις εκλογές και τη διαιώνιση μιας παρανομίας που έχει γίνει κανονικότητα.
Συνδέονται με τοπικά δίκτυα, συμφέροντα που κάμπτουν ακόμη και τις αντιστάσεις της κεντρικής εξουσίας και με ένα έντονο εισπρακτικό χαρακτήρα, κάτι σαν το «αν το δηλώσεις, θα το σώσεις» του 1983, που εμπεδώνει στο πολίτη τη βεβαιότητα ότι κάθε κτίσμα μπορεί να τακτοποιηθεί, βάζοντας τις βάσεις για την επόμενη γενιά αυθαιρέτων.
Στον αντίποδα, οι κατεδαφίσεις δεν φέρνουν σταυρούς, το αντίθετο.
Το στοίχημα του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρου Σκυλακάκη και της κυβέρνησης είναι να κάνουν τη διαφορά. Μένει να φανεί αν θα τα καταφέρουν.
Το νομοσχέδιο για την αυθαίρετη δόμηση που βγήκε χθες σε δημόσια διαβούλευση προβλέπει κατεδαφίσεις αυθαιρέτων με διαδικασίες-εξπρές, με προτεραιότητα τα νέας γενιάς κτίσματα που «φύτρωσαν» τους τελευταίους μήνες.
Αν και ακούγεται υπερφιλόδοξο έως ανέφικτο να μιλά κανείς για διαδικασίες - εξπρές σε μια χώρα όπου αυθαίρετα με πρωτόκολλα κατεδάφισης παραμένουν ανέγγιχτα ακόμη και για 5- 10 χρόνια, εντούτοις η διάταξη προβλέπει ότι από τη στιγμή που θα εντοπιστεί ένα αυθαίρετο έως και το γκρέμισμα του, θα μεσολαβούν συνολικά 43 ημέρες.
Στο διάστημα αυτό έχουν συνυπολογιστεί 10 μέρες για να τεκμηριωθεί από τον ιδιώτη η νομιμότητα ή μη της κατασκευής, καθώς και η τυχόν αλλαγή χρήσης, 3 ημέρες για να εκδοθεί από τους επιθεωρητές Περιβάλλοντος το πρωτόκολλο κατεδάφισης και 1 μήνας που απαιτείται στη συνέχεια για να ολοκληρωθεί η κατεδάφιση από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Υποδομών.
Αυτοί θα έπρεπε να είναι οι χρόνοι σε μια κανονική χώρα. Οταν δε, ο πολίτης προσφεύγει με ένδικα μέσα κατά της απόφασης έκδοσης πρωτοκόλλου κατεδάφισης, το υπουργείο ορίζει ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, ως ενδεικτικό χρόνο τους 4,5 μήνες, από την αίτησης ακύρωσης έως την εκδίκαση της υπόθεσης.
Το στοίχημα της επιτάχυνσης δεν αφορά μόνο τις καλές προθέσεις, πρέπει για να κερδηθεί να πιεστεί όλο το σύστημα, όλη η κρατική και μη μηχανή που θα εμπλακεί.
Επιθεωρητές του υπ. Περιβάλλοντος, αστυνομικές αρχές, οι υπηρεσίες του υπ. Υποδομών που παίρνουν πάνω τους τις κατεδαφίσεις, όλοι, όπως και οι υπεργολάβοι, όπου αρκετές φορές έχουν διαπιστωθεί περιστατικά άρνησης να συμμορφωθούν με τα πρωτόκολλα κατεδάφισης. Για παρόμοιες συμπεριφορές θα προβλέπεται πρόστιμο ύψους από 6.000 έως 10.000 ευρώ, ανάλογα με το βάρος της παράβασης για την οποία γίνεται η κατεδάφιση.
Το νομοσχέδιο δεν πιέζει μόνο τους κρίκους της αλυσίδας να κάνουν πιο γρήγορα, αλλά ενισχύσει και την προστασία τους, καθώς συχνά οι αυτοψίες καταλήγουν σε επικίνδυνες αποστολές.
Τα μέλη των κλιμακίων που διενεργούν ελέγχους θα έχουν τη προστασία αστυνομικής δύναμης ύστερα από αίτημα των ίδιων ή της Γενικής Διεύθυνσης Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών. Τόσο για τη φύλαξη των ίδιων κατά τη διάρκεια της διενεργούμενης αυτοψίας, όσο και κατά την τοιχοκόλληση των πρωτοκόλλων κατεδάφισης, όπου επίσης καταγράφονται περιστατικά βίας.
Διασφαλίζουν όλα τα παραπάνω ότι οι κατεδαφίσεις δεν θα καταλήγουν σε φιάσκο; Όχι, με βάση τη μέχρι τώρα εμπειρία.
Τα πρόσφατα περιστατικά στην Κρήτη όπου αντιδράσεις επιχειρηματιών, τοπικών αρχών με τη στήριξη και βουλευτών, μπλόκαραν τις κατεδαφίσεις 380 παράνομων κτισμάτων, κάνουν την πολιτεία να αυτοαναιρείται.
Το παράδειγμα της Ιεράπετρας δεν είναι παρά ένα από τα πολλά, π.χ. στη Ρόδο η αποκεντρωμένη διοίκηση έχει στα χέρια της περισσότερα από 650 πρωτόκολλα κατεδάφισης αυθαιρέτων σε αιγιαλούς και παραλίες.
Αυτό ίσως να είναι και ένα από τα πιο κρίσιμα στοιχεία του νομοσχεδίου. Αφαιρείται η αρμοδιότητα κατεδάφισης από τις αποκεντρωμένες διοικήσεις και επιστρέφει στην κεντρική κυβέρνηση, στο υπ. Υποδομών.
Από το 2013 μέχρι σήμερα το αντικείμενο βρισκόταν στα χέρια του πλέον αδύναμου κρίκου της δημόσιας διοίκησης, των πλέον υποστελεχωμένων υπηρεσιών του Δημοσίου που ούτε διαθέτουν μηχανικά μέσα, ενώ είναι υποχρεωμένες και να διενεργούν διαγωνισμούς για την ανάθεση σε ιδιώτες εργολάβους, με όλη τη γραφειοκρατία που αυτό συνεπάγεται.
Το που είχαν ανατεθεί τόσα χρόνια οι κατεδαφίσεις αυθαιρέτων στην Ελλάδα αποκαλύπτει και το πως αντιμετωπίζεται διαχρονικά το συγκεκριμένο θέμα από τις εκάστοτε κυβερνήσεις…
Το νομοσχέδιο βάζει επίσης δυναμικά στο παιχνίδι τη χρήση της τεχνολογίας, δηλαδή drones και αεροφωτογραφίες μέσω των οποίων θα ελέγχεται αν για ένα ακίνητο υπάρχει άδεια ή όχι, καθώς το σύστημα θα είναι πλήρως διασυνδεδεμένο με το ηλεκτρονικό σύστημα έκδοσης οικοδομικών αδειών (e-adeies). Εδώ ο στόχος είναι ότι όποιος δεν έχει άδεια να εντοπίζεται με τη χρήση της τεχνολογίας και έτσι να περιορίζεται σημαντικά ο χρόνος ελέγχου.
Εξίσου κρίσιμος και ο ρόλος των πολιτών. Συστήνεται το Ενιαίο Ηλεκτρονικό Σύστημα Καταγγελιών το οποίο θα τηρείται από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, όπου θα υποβάλλονται μόνο επώνυμες καταγγελίες για αυθαίρετα, αλλά με την πληρωμή παραβόλου 300 ευρώ για να αποκλείονται αστήριχτες καταγγελίες που υπαγορεύονται από προσωπικές αντιπαραθέσεις και συμφέροντα. Όταν η πληροφορία επαληθεύεται από τους ελεγκτές, το ποσό θα επιστρέφεται.
Και από ποια κτίσματα ξεκινούν οι κατεδαφίσεις;
Απ’ όσα κατασκευάστηκαν χωρίς άδεια μετά την 1η Ιανουαρίου του 2024, πηγαίνοντας σταδιακά προς τα πίσω. Στόχος, να κατεδαφίζεται ένας αριθμός αυθαιρέτων κατ’ ελάχιστον ίσος με τον αριθμό των οριστικών πρωτοκόλλων κατεδάφισης του 2022. Κατά παρέκκλιση θα δίνεται προτεραιότητα σε αυθαίρετα από τα οποία προκύπτει σημαντική περιβαλλοντική ζημιά.
Τα όσα προβλέπει το νομοσχέδιο δεν εισάγουν την πυρηνική φυσική στην αντιμετώπιση των αυθαιρέτων.
Αναδεικνύουν απλά πόσο τρομακτική είναι η διαφορά μεταξύ της νομιμότητας και της πραγματικότητας στην Ελλάδα. Και στην ουσία καλύπτουν το κενό μεταξύ της ισχύουσας νομοθεσίας για το περιβάλλον και τη μη εφαρμογή της.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς, όπως είχε πει πρόσφατα ο Θ.Σκυλακάκης ότι είναι τόσο πολλά τα αυθαίρετα μέσα στο δάσος που το κράτος δεν έχει τολμήσει να τα μετρήσει.
Γιατί; Για να μην τα «βλέπει», για να αποστεί των ευθυνών που θα είχε, εάν γνώριζε τον αριθμό τους, δεν τα έχει καταγράψει ποτέ…