Το «κουμπί» της επανεκκίνησης για την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλούσε από την επομένη των ευρωεκλογών, ουσιαστικά «πατήθηκε» το βράδυ του Σαββάτου. Από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ο πρωθυπουργός περιέγραψε ουσιαστικά με απόλυτη σαφήνεια το διακύβευμα της ίδιας της κυβέρνησης του για την επόμενη τριετία, ένα διακύβευμα που συμπυκνώνεται στον στόχο να φθάσει η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στη βάση της κοινωνίας, να επιτευχθεί σύγκλιση της ελληνικής με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα και αυτό να αποτυπωθεί στα εισοδήματα των πολιτών και σε βασικές λειτουργίες του κράτους, όπως ο χώρος της υγείας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για «χίλιες ημέρες καθαρού πολιτικού χρόνου», με ορίζοντα τις εθνικές εκλογές του 2027, ζητώντας να κριθεί ο ίδιος και η κυβέρνησή του τότε, με βάση την υλοποίηση των δεσμεύσεών του, υπενθυμίζοντας –εν μέσω ραγδαίων εξελίξεων στην αντιπολίτευση- ότι εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, δεν υπάρχει. Απορρίπτοντας τις αιτιάσεις περί μεταρρυθμιστικής κόπωσης, έθεσε επί τάπητος 45 κεντρικές παρεμβάσεις, στοχευμένες και προσανατολισμένες σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, «δείχνοντας» ότι στο υπόλοιπο της θητείας της, η κυβέρνηση επιδιώκει να περάσει από τη θεωρία στην πράξη.
Μισθωτοί του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ελεύθεροι επαγγελματίες, συνταξιούχοι, οικογένειες και ευάλωτοι, είναι εκείνοι στους οποίους απευθύνθηκε, με κατεύθυνση την άμβλυνση των ανισοτήτων και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Στο επίκεντρο του οδικού χάρτη της κυβέρνησης μέτρα μόνιμα, που οδηγούν σε μετρήσιμα αποτελέσματα και με κοινό παρονομαστή όλων ότι σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να τεθεί εν αμφιβόλω η δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας.
Στο πολιτικό περίγραμμα των εξαγγελιών του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο στόχος ήταν επίσης σαφής, κάνοντας ουσιαστικά το επόμενο βήμα, όπως αναμενόταν, στη δεύτερη τετραετία. Να καλυφθεί «το χαμένο έδαφος των μνημονίων» και να μετατραπεί η «συλλογική ανάπτυξη σε συλλογική προκοπή», όπως είπε χαρακτηριστικά, μιλώντας για μια μακρά διαδρομή μετασχηματισμού σε όλα τα πεδία και επαναφέροντας τον όρο του πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού.
Η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού και των συντάξεων κατά 2-2,5%, η σταδιακή αύξηση στους δημοσίους υπαλλήλους, η ενίσχυση των αποδοχών ενστόλων και γιατρών, μέσω της αυτοτελούς φορολόγησης των εφημεριών και του ειδικού επιδόματος για όσους εργαστούν σε νοσοκομεία άγονων περιοχών, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, οι αλλαγές στο φορολογικό των ελεύθερων επαγγελματιών για την απαλοιφή αδικιών, η αναμόρφωση του επιδόματος ανεργίας και του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, τα μέτρα στήριξης των αγροτών, όπως η μόνιμη κατάργηση ειδικού φόρου στο αγροτικό πετρέλαιο και η δημιουργία ενός ευέλικτου συστήματος των κόκκινων δανείων των αγροτών, είναι οι αιχμές των μέτρων για την ενίσχυση του εισοδήματος.
Στόχος της κυβέρνησης είναι πλέον να επιχειρηθεί «αλλαγή εικόνας» σε σειρά θεμάτων, που αναδεικνύονται ως μείζονα και πλήττουν εμμέσως τα εισοδήματα των νοικοκυριών, όπως η στεγαστική κρίση. Με τις Βρυξέλλες να έχουν δώσει το πράσινο φως, προχωρά άμεσα το πρόγραμμα «Σπίτι μου 2», ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, ενώ προβλέπονται φοροαπαλλαγές για ενοικίαση κλειστών διαμερισμάτων, ενώ προβλέπονται και αντικίνητρα για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις.
Η ενίσχυση της δημόσιας υγείας, μέσω της δημιουργίας νέων κέντρων υγείας, της αναβάθμισης των κτιριακών υποδομών των νοσοκομείων και της διάθεσης ευρωπαϊκών πόρων για 37.000 δωρεάν απογευματινά χειρουργεία, όπως και η διάθεση 250 εκατομμυρίων ευρώ για την ανακαίνιση σχολείων, προστίθενται στις κυβερνητικές πολιτικές για τους δύο κρίσιμους τομείς, που αγγίζουν το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Στον «ημερολόγιο» της κυβέρνησης έως τις εθνικές κάλπες το 2027 καταγράφονται δύο σημαντικά γεγονότα, που τοποθετούνται τον Ιανουάριο του 2025. Πρόκειται για την έναρξη της συζήτησης για τη Συνταγματική αναθεώρηση, αλλά και την έναρξη της συζήτησης για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Δύο πεδία, που μπορούν να εξελιχθούν είτε σε πεδία συγκλίσεων και συναινέσεων με την αντιπολίτευση, είτε σε πεδία έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε, πάντως, ένα σαφές μήνυμα, με πολλούς αποδέκτες, ότι στην αναθεώρηση –παρότι τη χαρακτήρισε ευρεία- δεν πρόκειται να τεθεί ζήτημα σχέσεων κράτους-εκκλησίας. Θέτοντας και το πολιτικό περίγραμμα των επόμενων μηνών, ο πρωθυπουργός επέμεινε ότι δεν πρόκειται να αλλάξει ο εκλογικός νόμος, η χώρα δε θα οδηγηθεί σε πρόωρες κάλπες και ότι ο ίδιος δε θα μεταπηδήσει σε ευρωπαϊκό αξίωμα.