Με τη μάχη για τον έλεγχο του Κογκρέσου να είναι ακόμα αμφίρροπη και την καταμέτρηση των ψήφων να συνεχίζεται, ο επανεκλεγείς βουλευτής των ΗΠΑ Γκας Μπιλιράκης αναδεικνύει με δηλώσεις του στο Liberal τις προτεραιότητες και τους στόχους της νέας του θητείας.
Όπως χαρακτηριστικά τονίζει «αποτελεί για μένα μεγάλη τιμή που οι ψηφοφόροι με εμπιστεύτηκαν για μία ακόμα φορά προκειμένου να έχουν ισχυρή φωνή στην Ουάσιγκτον. Παρά το γεγονός πως η καταμέτρηση των ψήφων σε διάφορες πολιτείες συνεχίζεται, είμαι αισιόδοξος πως ο έλεγχος του Κογκρέσου θα περάσει στους Ρεπουμπλικάνους. Και αυτό γιατί οι δεσμεύσεις μας είναι ξεκάθαρες και περιλαμβάνουν το σχεδιασμό για τη δημιουργία μιας Αμερικής ισχυρής με ασφάλεια και δυνατή οικονομία. Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει αποτύχει».
Περνώντας στα ελληνοτουρκικά ο Γκας Μπιλιράκης στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα στον Ερντογάν επισημαίνοντας πως «ανυπομονώ να συνεργαστώ με τους συναδέρφους μου για να συνεχίσω την πίεση στην κυβέρνηση Μπάιντεν για να προστατεύσει την Ελλάδα και την Κύπρο, τους πολύτιμους αυτούς συμμάχους, από τη συνεχιζόμενη τουρκική προκλητικότητα».
Υπενθυμίζεται πως ο κ. Μπιλιράκης επικράτησε με σημαντική διαφορά έναντι της Δημοκρατικής Κίμπερλι Γουόκερ καθώς στο 97% των εκλογικών τμημάτων συγκέντρωνε πάνω από το 70%.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων έχει ελληνικό άρωμα, καθώς εκτός από τον Γκας Μπιλιράκη επανεξελέγησαν οι ομογενείς Κρις Πάππας, Νικόλ Μαλλιωτάκη και Τζορτζ Σαρμπάνης. Κάτι που ευνοεί την προώθηση των ελληνικών συμφερόντων τη στιγμή που η τουρκική προκλητικότητα έχει κλιμακωθεί.
Βασικό ζητούμενο είναι η απόκτηση της πλειοψηφίας της Γερουσίας, όπου κομβικό ρόλο έχει η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων, με πληροφορίες από την Ουάσιγκτον να αναφέρουν πως και να αλλάξει η σύνθεση, δύσκολα θα μεταβληθεί η στάση των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας.
Κάτι που διαφάνηκε και από το «μπλόκο» που επιχειρείται να μπει στην πώληση όπλων ή/και στην αναβάθμιση των τουρκικών F-16, μια κίνηση που έχει κινητοποιήσει το ελληνοαμερικανικό λόμπι και βεβαίως τους ομογενείς στην Ουάσιγκτον, όπως τον κ. Μπιλιράκη.
Με τη δημοσιοποίηση της θέλησης της Τουρκίας να αγοράσει αμερικανικά F-16 πέρυσι τον Οκτώβριο ο κ. Μπιλιράκης μαζί με 40 βουλευτές αντέδρασαν έντονα μέσω επιστολής που έστειλαν στον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν.
Οι Αμερικανοί βουλευτές στην επιστολή τους καθιστούν σαφή την αντίθεσή τους στην πώληση όπλων στην Τουρκία. Όπως ανέφεραν: «Ένας από τους λόγους για τους οποίους το Κογκρέσο επέμεινε στην απόρριψη της Τουρκίας από το πρόγραμμα F-35 ήταν οι σημαντικοί κίνδυνοι που συνδέονται με τη συνένωση S-400 και F-35. Οι ειδικοί σημείωσαν ότι η αναβάθμιση σε Block 70 ενέχει παρόμοιους κινδύνους εάν η Άγκυρα συνεχίσει να κατέχει τους ρωσικούς S-400. Δεδομένου ότι τα αναβαθμισμένα F-16 εξακολουθούν να παίζουν σημαντικό ρόλο τόσο για εμάς όσο και για τους αξιόπιστους συμμάχους μας, αυτός είναι ένας κίνδυνος που τον βρίσκουμε μη αποδεκτό».
Παράλληλα στην επιστολή που είχαν στείλει αναδείκνυαν την τουρκική προκλητικότητα αναφέροντας πως «λιγότερο από ένα χρόνο μετά την επιβολή των κυρώσεων CAATSA, η κυβέρνηση Ερντογάν κατέστησε σαφές ότι δεν έχει πρόθεση να συμμορφωθεί με το αμερικανικό δίκαιο ή να αντιμετωπίσει τις υποκείμενες συνθήκες που οδήγησαν στην αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα F-35 και στο πάγωμα των αγορών αμερικανικών όπλων από το Κογκρέσο.
Πράγματι, μόλις τον περασμένο μήνα, ο πρόεδρος Ερντογάν δήλωσε την πρόθεσή του να αγοράσει επιπλέον S-400. Κατά την ακρόαση για την επικύρωση του διορισμού του, ο υποψήφιος του πρόεδρου Μπάιντεν για τη θέση του πρέσβη στην Τουρκία, ο πρώην γερουσιαστής Τζεφ Φλέικ, δήλωσε ότι η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίσει πρόσθετες κυρώσεις CAATSA εάν αποκτήσει επιπλέον ρωσικά οπλικά συστήματα. Αυτό είναι κάτι με το οποίο συμφωνούμε».
Ο κ. Μπιλιράκης επανήλθε με νέα του επιστολή προς τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας στις αρχές του τρέχοντος έτους. Όπως σημείωσε στην επιστολή που είχε αποστείλει: «Το Νοέμβριο, η Τουρκία ζήτησε από τις ΗΠΑ 40 μαχητικά αεροσκάφη Block 70 F-16 και 80 κιτ εκσυγχρονισμού για τον στόλο της. Το αίτημα έρχεται ενώ η Τουρκία χρησιμοποιεί την στρατιωτική μηχανή της για να αποσταθεροποιεί την Ανατολική Μεσόγειο, την Μέση Ανατολή, τον Νότιο Καύκασο και την Βόρεια Αφρική εδώ και χρόνια».
Ο ίδιος υπογραμμίζει στην επιστολή του πως «η Τουρκία και οι δυνάμεις που υποστηρίζει έχουν χρησιμοποιήσει όπλα και εξαρτήματα αμερικανικής κατασκευής κατά τη διάρκεια αυτών των εισβολών για να διαπράξουν εγκλήματα πολέμου, συμπεριλαμβανομένων βομβαρδισμών αμάχων στόχων όπως νοσοκομεία και σχολεία στο Ιράκ, τη Συρία και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Η αγορά προηγμένων μαχητικών αεροσκαφών από τις Ηνωμένες Πολιτείες για το στρατιωτικό οπλοστάσιο της Τουρκίας δεν θα δώσει κίνητρο στον Ερντογάν να αλλάξει πορεία και να γίνει θετικός παράγοντας στην περιοχή. Πιθανότατα θα οδηγήσει σε περισσότερα δεινά στην περιοχή.
Η Τουρκία συνεχίζει επίσης να χρησιμοποιεί συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας S-400, τα οποία δυνητικά εκθέτουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τα όπλα και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στη Ρωσία» και καταλήγει πως «ο Ερντογάν θέτει σε κίνδυνο την αμερικανική εθνική ασφάλεια και δεν τηρεί τις δεσμεύσεις του ως σύμμαχος του ΝΑΤΟ».
Σε αυτό το πλαίσιο και με τις ενδιάμεσες εκλογές να βρίσκονται σε εξέλιξη είναι κρίσιμο να υπάρχει εκπροσώπηση στο Κογκρέσο τόσο της ομογένειας, όσο και των ελληνικών και κυπριακών συμφερόντων.