Του Γιάννη Σιδέρη
«Ο τύπος πρέπει να γράφει την αλήθεια. Το τι είναι αλήθεια το γνωρίζει μόνο το κόμμα», είχε πει ο Χαρίλαος Φλωράκης κάποτε σε εκδήλωση της ΕΣΗΕΑ, σχετική με τον ρόλο του τύπου, εκεί προς τα τέλη της δεκαετίας του 70.
Το συμπέρασμα - που δεν είχε εκφράσει ο τότε Γραμματέας του ΚΚΕ, αλλά - συνάγεται ως λογικό επακόλουθο, είναι ότι ο Τύπος πρέπει να γράφει ό,τι θέλει το κόμμα.
Βέβαια το ΚΚΕ ήταν - και είναι – σοβαρό κόμμα. Κατήγγειλε την «αστική δημοσιογραφία» και τον ρόλο της στην υπεράσπιση του αστικού, εκμεταλλευτικού, κ.λ.π. συστήματος, αλλά ποτέ δεν στοχοποίησε ονομαστικά δημοσιογράφους σε ανακοινώσεις του.
Το πολύ πολύ να γίνονταν κάποιες παρεμβάσεις από νεαρούς ένθερμους κομμουνιστές δημοσιογράφους στις, παραπολιτικής υφής, στήλες του Ριζοσπάστη.
Στο αμόνι του μνημονίου
Την θεωρία αυτή περί δημοσιογράφων – υπηρετών του συστήματος - κατά πολύ όμως εκχυδαϊσμένη, μετέφεραν και ενστάλαξαν κάποιοι κομμουνιστές, αλλά κυρίως οι συνιστώσες της ριζοσπαστικής Αριστεράς, στον ΣΥΡΙΖΑ.
Έτσι αλλοιώθηκε το κληρονομημένο φιλελεύθερο (με την ουσία της λέξης και όχι την εννοιολογική μετάπλασή της από τον ΣΥΡΙΖΑ), πολιτικό DNA του ΚΚΕ εσ., το οποίο υπήρξε ίσως το πιο ανεκτικό κόμμα στην κριτική, από καταβολής ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Η πάγια αριστερή θέση για δημοσιογράφους του «αστικού τύπου», από τον ΣΥΡΙΖΑ έγινε «δημοσιογράφοι της διαπλοκής», έτσι γενικώς και ανεξαιρέτως.
Η αντίληψη αυτή έφτασε σε σημείο παράκρουσης με το μνημόνιο. Η ανεξαρτησία των δημοσιογράφων δεν υπήρχε αυτή καθ'' εαυτή, ούτε αποδεικνυόταν από την πορεία και την προσήλωση ή όχι, του κάθε δημοσιογράφου ξεχωριστά, στη δεοντολογία, και το επαγγελματικό ήθος.
Τα πάντα κρίνονταν στο αμόνι του μνημονίου. Όποιος, κακώς ή καλώς (δεν αφορά το παρόν κείμενο) είχε την άποψη ότι το μνημόνιο ήταν ο ενδεδειγμένος τρόπος ανόρθωσης της χώρας, ήταν «πουτανάκι των δανειστών» (κατά έκφραση συριζαίας δημοσιογράφου και αυτοδιοικητικού στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ στα social media).
Αντιθέτως, όποιος εξέφραζε αντίθεση στο μνημόνιο, έστω και καθ' υπαγόρευση του κόμματος, (κάτι που αυτομάτως σφαγιάζει την δημοσιογραφική ανεξαρτησία), ήταν υπόδειγμα ελεύθερης δημοσιογραφίας!
Επίδοση στο character assassination
Παράλληλα στα social media, τα πληρωμένα ή προσφερόμενα οικειοθελώς, trolls του ΣΥΡΙΖΑ, επιδίδονταν για χρόνια στο γνωστό character assassination (δολοφονία χαρακτήρος – αποδίδεται στα ελληνικά πληρέστερα ως «δολοφονία προσωπικότητας»), σε όποιον τολμούσε να διατυπώσει γνώμη διαφορετική από την κυρίαρχη συριζαίικη γραμμή.
Τα ανωτέρω δεν σημαίνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διέπεται από λογοκριτική διάθεση επειδή είναι ένα αντιδημοκρατικό κόμμα. Υπάρχει κάτι ουσιαστικότερο: Το πολιτικό του «απαράτ» είναι πεπεισμένο πως ως αριστερά που είναι (δηλαδή που νομίζει ότι είναι), είναι και το μόνο που ενδιαφέρεται για τον λαό. Ο,τι πράττει είναι «καθαγιασμένο» από την αριστερή του ιδιότητα. Άρα κάθε αντίθετη άποψη – δεν μπορεί παρά να – είναι υπονομευτική των λαϊκών συμφερόντων και ως τέτοια πρέπει να παταχθεί!
Σε αυτή τη λογική ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαχωρίζει τους δημοσιογράφους από τα ΜΜΕ που εργάζονται και τους εκδότες τους. Όλοι υπηρετούν αντιλαϊκά συμφέροντα, όλοι είναι όργανα διαπλοκής, όλοι πρέπει να παταχθούν. Σε αυτή τη λογική δρα και ο πολύς Πολάκης.
Η τελευταία έκρηξη, όπου το non paper της κυβέρνησης επιτέθηκε σε δύο δημοσιογράφους, δεν ήταν το πρώτο κρούσμα προσωποποιημένης επίθεσης.
Προϋπήρξε στο γήπεδο του taekwondo τον Ιανουάριο, στην εκδήλωση για τον ένα χρόνο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Εκεί έγινε επίθεση μέσω παρουσίασης βίντεο, σε δημοσιογράφους - τηλεοπτικές περσόνες.
Τώρα η κυβέρνηση έκανε λόγο για δημοσιογραφική αλητεία, επειδή δυο δημοσιογράφοι στα social media εξέφρασαν απορίες (ή υπόνοιες) για την υπόθεση του ταχύπλοου της Αίγινας.
Ναι μεν υπήρξε από περιθωριακό site αναφορά στα ονόματα των κ. Φλαμπουράρη και Σταθάκη, ως επιβαίνοντες του ταχύπλοου, και σαφώς αυτό έπρεπε να στιγματισθεί.
Όμως, ο όλος χειρισμός της υπόθεσης, η καθυστέρηση στην αποκάλυψη των ονομάτων των επιβαινόντων, και - κυρίως - η ανοησία του κ. Δρίτσα να σπεύσει να αναφερθεί – όπως δεν όφειλε εκ της θέσεώς του - στην εμπειρία που είχε ο χειριστής του ταχύπλοου, ήταν φυσικό να δημιουργήσουν υπόνοιες.
Ο ένας δημοσιογράφος (τα ονόματα είναι γνωστά αλλά δεν αφορούν την στήλη) έγραψε: «ο κάπτεν σύντροφος Θ. Δρίτσας που γνωρίζει τη δεινότητα του χειριστή του ταχύπλοου, ανέλαβε την υπεράσπισή του; Θαλασσόλυκος υπουργός...», και ο άλλος: «Κε Δρίτσα μήπως βιαστήκατε για το δυστύχημα της Αίγινας; Η μήπως επίτηδες βιαστήκατε;...».
Σαφώς υπήρχαν υπονοούμενα αλλά αυτά εντάσσονται και μέσα στα πλαίσια του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, αλλά και μέσα στο πνεύμα της ελευθεριότητας που ενυπάρχει στα social media - και δη στο twitter.
Αλλά σε καμία περίπτωση δεν τεκμηριώνεται δημοσιογραφική αλητεία που θα έπρεπε να καταδικαστεί με ονομαστική αναφορά.
Άλλωστε αν κάποιος θα έπρεπε να υποστεί μομφή από τον πρωθυπουργό για την υπόθεση, αυτός είναι ο ίδιος ο υπουργός, που προσέτρεξε να διαβεβαιώσει για την εμπειρία του ηλικιωμένου χειριστή. Όντως έδινε την εντύπωση ότι κάτι ήθελε να κρύψει (Δεν τους φταίει κανείς που στο δημόσιο λόγο τους μιλάνε αμέριμνα, όπως με την παρέα τους στην ταβέρνα).
ΥΓ: Το κείμενο απλώς ήταν μια σύντομη προσπάθεια ιχνηλάτησης της πολιτικής σχέσης του ΣΥΡΙΖΑ με τους δημοσιογράφους. Η λογική κατάληξη ενός politically correct άρθρου θα ήταν, είτε να καταγγείλει τον ΣΥΡΙΖΑ για αντιδημοκρατική συμπεριφορά, είτε να συστήσει προς αμφότερες τις πλευρές μετριοπάθεια και καταλαγή.
Η στήλη αδυνατεί και ως προς τα δύο.
Έχει την εμπειρία να γνωρίζει ότι τέτοιες ιδεολογικοποιημένες συμπεριφορές, σαν αυτή της κυβέρνησης, δεν επιδέχονται εκλογίκευσης. Πολύ περισσότερο που οι εσωτερικές δυσχέρειες θα επιτείνονται και η οικονομική κατάσταση στην κοινωνία θα αγριεύει. Οπότε μάλλον θα δούμε τέτοια επεισόδια και στο μέλλον.
ΥΓ 2: Ας έχει υπόψιν της η κυβέρνηση ότι η συνεχής καταγγελιολογία χάνει τη δυναμική της και γίνεται άσφαιρη, αν όχι καταγέλαστη! Ήδη το «γερμανοτσολιάς», με το οποίο κάποτε οι οπαδοί της φιλοδωρούσαν τους αντιπάλους, έχει καταντήσει χιουμοριστική προσφώνηση!