Μέχρι τις ευρωεκλογές απομένουν 40 μέρες και η προεκλογική συζήτηση κυριαρχείται – με ευθύνη των κομμάτων αλλά και των Μέσων Ενημέρωσης – από τη γνωστή εσωτερική ατζέντα και τη μικροπολιτική, θέματα δηλαδή που ελάχιστα επιτρέπουν στον πολίτη, να καταλάβει έστω και στοιχειωδώς όσα «κρίνονται» σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και θα καθορίσουν τη ζωή μας. Όχι σε ορίζοντα δεκαετιών αλλά αύριο και μεθαύριο. Οι ευρωεκλογές, είναι πράγματι μια εθνική κάλπη, υπό το πρίσμα των συμφερόντων της χώρας. Τα οποία όμως διασφαλίζονται, όπως καταλαβαίνει και ο πλέον αφελής, όταν η κυβέρνηση που καλείται να διαπραγματευτεί στις Βρυξέλλες σχεδόν σε καθημερινή βάση, διαθέτει υψηλό πολιτικό κεφάλαιο, εσωτερική ισχύ και αξιοπιστία.
Η αξιοπιστία εξαρτάται από τους δικούς της χειρισμούς. Το πολιτικό κεφάλαιο και η ισχύς της όμως, είναι ευθέως εξαρτώμενες από την εμπιστοσύνη και τη στήριξη των πολιτών.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει καταφέρει να διαφυλάξει την αξιοπιστία της μεταξύ των εταίρων και διεθνών συνομιλητών της, αλλά χρειάζεται να τονώσει τη σχέση εμπιστοσύνης με την κοινωνία. Μια σχέση, η οποία εξαιτίας των αναμενόμενων λαθών αλλά και απαράδεκτων ολιγωριών, αυξημένων απαιτήσεων αλλά και την πάροδο του χρόνου που «θαμπώνει» και τα πλέον λαμπρά επιτεύγματα, λογικά θα «δοκιμαστεί» στις επικείμενες κάλπες.
Ένα σχετικά κακό αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές θα δυσκολέψει τη δουλειά της κυβέρνησης, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε σε μια από τις πρόσφατες συνεντεύξεις του ο πρωθυπουργός. Το ποια είναι η δουλειά που πρέπει να γίνει όμως, στο χρόνο μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές, θα πρέπει να περιγραφεί με καθαρότητα από τον ίδιο τον Κ. Μητσοτάκη και τα κυβερνητικά στελέχη.
Την Τετάρτη κυκλοφόρησε το «ΤΙΜΕ» με αφιέρωμα στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο Έλληνας πρωθυπουργός περιγράφεται μέσα από τις επιλογές και τα οικονομικά επιτεύγματα των τελευταίων ετών, ως ο αρχιτέκτονας του «come back» της Ελλάδας για την επόμενη δεκαετία. Διαθέτει, αναφέρει το περιοδικό, ένα «όραμα» που τον διαφοροποιεί από τους παγκόσμιους ηγέτες, τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς.
Στην αντίληψη του μέσου ψηφοφόρου του, ο Μητσοτάκης δεν είναι ο κάτοχος ενός πολιτικού οράματος, το οποίο παραμένει αταξινόμητο μεταξύ αριστεράς και δεξιάς. Είναι εκείνος, που μπορεί να κάνει τη δουλειά καλύτερα από όσους δοκιμάστηκαν στο καμίνι της πρωθυπουργίας έως σήμερα και, σίγουρα μακράν από τους αντιπάλους του που προβάλλουν οράματα περί ελληνικού ονείρου και το remake του ’80.
Για το come back της δεκαετίας, ο κύριος Μητσοτάκης υποχρεωτικά πρέπει να στηριχθεί στους δημιουργικούς, τολμηρούς και απαιτητικούς νέους της χώρας, φέρνοντας ξανά σε πρώτο πλάνο, την ατζέντα που τους αφορά. Μιλώντας για ό,τι τους καίει και ό,τι τους κινητοποιεί.
Αποδεικνύοντας ότι είναι αποφασισμένος να δείξει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον και πρόνοια για τη δική τους ζωή και όσα μελλοντικά θα τη δυσκολέψουν. Ξεκινώντας π.χ μια μεγάλη καμπάνια ευαισθητοποίησης για τη μείωση της κατανάλωσης και εξοικονόμησης του νερού. Το όραμα πλέον συμπίπτει με τη συνείδηση των κινδύνων, των ευκαιριών και των προκλήσεων.