Κάλπες για το ΚΙΝΑΛ την Κυριακή. Τα μέλη του κόμματος θα εκλέξουν τις νέες τοπικές και νομαρχιακές οργανώσεις σε όλη την Ελλάδα, καθώς και τους 4.200 αντιπροσώπους για το συνέδριο του κόμματος που θα διεξαχθεί το τριήμερο 20-21-22 Μαΐου.
Η κοινωνία δικαίως, δεν ενδιαφέρεται για τις διαδικασίες των κομματικών μικρόκοσμων. Πολύ περισσότερο που στα συνέδρια και των τριών κομμάτων (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ) δεν υπήρχε αυτό που εξιτάρει το ενδιαφέρον του κοινού: Η εκλογή αρχηγού και η αντιπαλότητα μεταξύ των συνυποψηφίων.
Αν έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον η εκλογή της Κυριακής, αφορά την ψηφοφορία για το νέο τίτλο του κόμματος, στον οποίο θα προστεθεί το «αειθαλές» ΠΑΣΟΚ (π.χ. ΠΑΣΟΚ - Δημοκρατική παράταξη ή ΠΑΣΟΚ - Κίνημα Αλλαγής), και ο εμβληματικός στην ιστορικότητά του, πράσινος ήλιος, που θα αναδυθεί δοξαστικά στο συνέδριο.
Τα ονόματα και τα σύμβολα των κομμάτων δεν είναι άνευ σημασίας. Συμπυκνώνουν μνήμη, ιστορία και συναίσθημα, όραμα και δράση, ελπίδα και απογοήτευση, ιδεολογικές πορείες και ιδεολογικές μεταστροφές ή προδοσίες, εκλογικές συναρπαστικές νίκες και ντροπιαστικές ήττες, προσήλωση και απέχθεια, συντροφικότητα και αντιπαλότητα. Όλα αυτά στη διαδοχικότητα των καιρών, και βιωμένα με ένταση από τους ενεργά πιστούς στη διαδρομή των κομμάτων.
Ωστόσο η καταβύθιση στα παλιά νάματα και η προσπάθεια αναβάπτισης σε αυτά, δεν φέρνει οπωσδήποτε και αναβάθμιση. Η επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ συνδέει με τις ρίζες, συνεγείρει το συναίσθημα, αλλά αυτό δεν αρκεί όπως έδειξαν οι εκλογικές αναμετρήσεις από το 2012 και μετά.
Το ΠΑΣΟΚ περιέφερε τα ράκη του σε αυτές, πληρώνοντας το τίμημα μια μάζας που το ίδιο μετάλλαξε. Ο παλιός δημοκρατικός κόσμος που το σήκωσε στα χέρια του και το τοποθέτησε στην εξουσία, είχε μεταπλαστεί σε μια μάζα εύκολου καταναλωτισμού, που στην καταχνιά των μνημονίων είδε χαραμάδα φωτός στα σκισίματα των μνημονίων. Και που παράλληλα δεν ενδιαφερόταν πλέον για την ηθική συνέπεια της πολιτικής. Έγινε άθυρμα κραυγών, ψευδών δικαιολογιών, δέκτης και πομπός κραυγών και συνθημάτων μίσους.
Ένα μικρό ποσοστό παρέμεινε στοιχισμένο στις γραμμές του ΚΙΝΑΛ. Κατά τεκμήριο πολίτες με συναισθηματική σύνδεση, πολιτική σκέψη και σίγουρα με έντονη πολιτική ταυτότητα.
Το ΚΙΝΑΛ βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο. Ο νέος αρχηγός Ν. Ανδρουλάκης δείχνει, με τις κατά καιρούς προτάσεις που κάνει προς την κυβέρνηση, ότι έχει ώσμωση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Ότι παραδειγματίζεται από αυτή, αν δεν εμπνέεται.
Προς ώρας δεν γνωρίζουμε αν έχει μια συνολική φιλοσοφία, αλλά αυτό θα φανεί λίαν συντόμως, με τις θέσεις που θα παρουσιάσει το κόμμα στο συνέδριο. Προς ώρας πάντως ισχύει και για τον ίδιο αυτό που καταλογίζει στον Μητσοτάκη, ότι ο κόσμος τον ψήφισε από απέχθεια προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο και ένα μέρος των 270 χιλιάδων που ψήφισαν στις εσωκομματικές εκλογές, αντιδεξιοί από πεποίθηση ή βίωμα, παρέμειναν στο ΚΙΝΑΛ από την ίδια απέχθεια προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Νίκος Αδρουλάκης στοχεύει να κηρύξει «πανστρατιά» του κεντρώου και κεντροαριστερού χώρου. Όπως είπε προχθές στο STAR Κεντρικής Ελλάδας «Η παράταξη είναι ανοιχτή για τις δυνάμεις του προοδευτικού κέντρου, για τις δυνάμεις της προοδευτικής Αριστεράς».
Απέκλεισε ωστόσο τους επώνυμους που μήδισαν χάριν εξουσίας: «Για τους καρεκλάκηδες, για αυτούς που έμαθαν να πηγαίνουν όπου πήγαινε το γκουβέρνο, για αυτούς οι πόρτες είναι κλειστές. Εγώ δεν πρόκειται στον βωμό του να πάρουμε λίγο παραπάνω ποσοστό να δεχτώ πίσω ανθρώπους, που με τη δημόσια παρουσία τους δεν απαξίωσαν μόνο τη δημοκρατική παράταξη, αλλά την ουσία της πολιτικής».
(Εδώ να συμπληρώσουμε ότι είναι ευτελές. Πασόκοι με οφίτσια που λάκισαν στον ΣΥΡΙΖΑ μόλις είδαν ότι διακυβεύεται η καρέκλα τους, να απευθύνουν τώρα εκκλήσεις συνεργασίας στο ΚΙΝΑΛ. Υποτίθεται ότι έφυγαν γιατί… πρόδωσε τις ιδέες τους (λέμε τώρα). Δεν ντρέπονται να καλούν σε συνεργασία ένα «προδοτικό» κόμμα;).
Πάντως οι μετεκλογικές συνεργασίες θα είναι η αχίλλειος πτέρνα του Ανδρουλάκη ως τις εκλογές. Το ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας Πρωθυπουργοί, εφόσον θα τους έχει εκλέξει ο λαός, δεν είναι πειστική απάντηση. Αποδυναμώνει εκλογικά και τον ίδιο, καθώς η θέση αυτή δεν εμπεριέχει εγγύηση σταθερότητας για το μετεκλογικό σκηνικό. Ίσως το συνέδριο δώσει μια πειστικότερη απάντηση.