Του Γιάννη Σιδέρη
Οι βόμβες κοκτέιλ μολότοφ δεν μπορούν να είναι παιχνίδι στα χέρια νεαρών που ασκούν εκ του ασφαλούς τελετουργίες επαναστατικότητας, άνευ ευθύνης και συνεπειών, πολύ περισσότερο που ενίοτε γίνονται θανατηφόρο όπλο, όπως στην περίπτωση της Μαρφίν.
Οι βόμβες Μολότοφ είναι όπλο, κοινωνικής εξέγερσης και εθνικής αντίστασης.
Ας θυμηθούμε ξανά:
Ως όπλο κοινωνικής εξέγερσης χρησιμοποιήθηκαν στην Κομμούνα του Παρισιού το 1871, ειδικά κατά την φρικώδη «Ματωμένη Εβδομάδα», όπου μαίνονταν οι οδομαχίες, στις οποίες σκοτώθηκαν πάνω από 17 χιλιάδες Παριζιάνοι, ενώ οι γυναίκες των επαναστατημένων πυρπολούσαν σπίτια πλουσίων με μπουκάλια που περιείχαν πετρέλαιο ή παραφίνη.
Το ίδιο και στον Ισπανικό εμφύλιο, όπου χρησιμοποιήθηκαν σε ευρεία κλίμακα και από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, δημοκρατικοί και εθνικιστές για να καταστρέφουν ο ένας τα τανκς του άλλου. Παράλληλα συναντώνται ως όπλο αντίστασης στους μαύρους της Νοτίου Αφρικής κατά των δυνάμεων καταστολής στην περίοδο του Απαρτχάιντ.
Ως όπλο εθνικής αντίστασης, από όπου πήραν και το όνομά τους, συναντώνται στους Φινλανδούς το 1939, όταν δέχτηκαν τη επίθεση του Κόκκινου Στρατού, ως συνέπεια του συμφώνου Ρίμπεντροπ -Μολότοφ - για να μην ξεχνιόμαστε.
Ο Σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών Βατσεσλάβ Μολότοφ («Κομισάριος για τις Εξωτερικές Υποθέσεις») υποστήριξε μέσω ραδιοφώνου, ότι τα σοβιετικά πολεμικά αεροσκάφη δεν ρίχνουν βόμβες αλλά πανέρια με τρόφιμα στους πεινασμένους από τον πόλεμο Φινλανδούς. Ετσι με σαρκασμό οι Φινλανδοί ονόμασαν τις βόμβες «πικ – νικ του Μολότοφ, και εις ανταπόδοσιν «κοκτέιλ μολότοφ τις εμπρηστικές βόμβες που χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι εναντίον των σοβιετικών τανκς.
Ως όπλο σε κοινωνική – εθνική αντίσταση χρησιμοποιήθηκαν και από τους Ούγγρους κατά των Σοβιετικών στην εισβολή του 1956, από τους Τσέχους επίσης κατά των Σοβιετικών στην εισβολή του 1968. Οπλο ήταν και για τους Παλαιστινίους κατά των ισραηλινών αρμάτων και στρατευμάτων, και των οπαδών του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος της Βορείου Ιρλανδίας εναντίον των αγγλικών στρατευμάτων. Εξ ου και η βουλευτής του πολιτικού τμήματος του Βορειορλανδικού Απελευθερωτικού Στρατού Μπερναντέτ Ντέβλιν που εξελέγη στο αγγλικό κοινοβούλιο στα 22 της, ονομάστηκε « Η βουλευτίνα των κοκτέιλ μολότοφ».
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι κοκτέιλ μολότοφ είναι σοβαρό όπλο που χρησιμοποιείται εναντίον εχθρών από εκείνους που δεν έχουν τη δύναμη πυρός να αντιταχθούν στους εχθρούς τους («η βόμβα των φτωχών») και δεν είναι παιχνιδάκι στα χέρια νεαρών να κάνουν «σκετς» εκτόνωσης μιας αυτάρεσκης επαναστατικότητας.
Θα ξαφνιάσει η στήλη. Υπόκειται στην συνείδηση του καθενός να χρησιμοποιήσει μολότοφ αφού θεωρεί ότι κάνει… επανάσταση, και τελεί τις ενιαύσιες τελετουργίες φωτιάς στην επέτειο του Πολυτεχνείου, στην επέτειο Γρηγορόπουλου, ή τις εβδομαδιαίες της επαναστατικής γυμναστικής κατά των γραφείων το ΠΑΣΟΚ. Όμως υποχρεούται να έχει συναίσθηση του βαθμού επικινδυνότητας και όταν συλληφθεί να θεωρεί φυσικό ότι θα υποστεί τις ανάλογες κυρώσεις. Και φυσικά όχι να τις αντιμετωπίζει χαζοχαρούμενα όπως ο Τσίπρας «τι κακό έχει μια μολοτοφ;», ο Κυρίτσης «δεν σκοτώθηκε κανείς από μολότοφ», ή σαν τον βουλευτή Σπύρο Λάππα «Πείτε μου σας παρακαλώ, ποιο αδίκημα διαπράττει αυτός που κατέχει μία βόμβα μολότοφ στην πλάτη;».
Όχι δεν φταίει και για τις μολότοφ ο ΣΥΡΙΖΑ. Απλώς έχει μια τάση ιδεολογικής ανεκτικότητας σε συμπεριφορές που έχουν την ψευδαίσθηση της «αντισυστημικότητας». Όμως την ίδια ανεκτική στάση, χωρίς φραστικά να το αποδέχονται, έδειξαν όλες οι κυβερνήσεις μεταπολιτευτικά. Αν είχε υπάρξει στο παρελθόν απόδοση ευθυνών για την συγκεκριμένη μορφή δράσης, ίσως δεν θα είχαμε φτάσει στη Μαρφίν.
Φυσικά προνομιούχος στόχος της ρίψης μολότοφ είναι τα ΜΑΤ. Ας μην κοροϊδευόμαστε, είναι ανθρώπινο ως ένα σημείο, να ξεσπούν όταν νιώθουν ότι ήρθησαν οι περιοριστικοί όροι κατά την αντιμετώπιση των επεισοδίων. Αλλωστε ΜΑΤ και «αντιεξουσιαστές», όντας πάντα πρωταγωνιστές στο ίδιο έργο, είναι φυσικό να ανοίγουν παρτίδες μεταξύ τους. Ομως αυτό δεν δικαιολογεί την αισχρή τραμπούκικη συμπεριφορά κατά την σύλληψη του όποιου συμμέτοχου σε επεισόδια.
Δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε την προτροπή της ΕΛΑΣ προς όσους πολίτες έχουν στοιχεία για παράνομη αστυνομική συμπεριφορά να καταφύγουν στον Συνήγορο του Πολίτη, ή μόνο στη Δικαιοσύνη, καθώς διίσταται η γνώμη κορυφαίων νομικών για την αποτελεσματικότητα των σχετικών προσφυγών. Αρα περισσεύει η γνώμη μας.
Εκείνο που μπορούμε να πούμε είναι πως τα εσωτερικά όργανα της ΕΛΑΣ έχουν αρμοδιότητα και γνώση να επιληφθούν των απαράδεκτων και καταδικαστέων περιπτώσεων όπως εκείνη της γύμνωσης πολίτη συλληφθέντος κατά τα επεισόδια. Και σίγουρα η πολιτική ηγεσία πρέπει να ενσταλάξει – με ταχύρρυθμη μάλιστα επανεκπαίδευση - τον ψυχρό επαγγελματισμό στα όργανα της τάξης. Να τους επιβάλει να συμπεριφέρονται ψυχρά και τυπικά, όπως ορίζει ο κανονισμός. Ετσι δεν θα δίνουν εικόνα αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς, δεν θα απονομιμοποιηθεί η δράση τους, ενώ παράλληλα θα δημιουργήσουν αίσθημα ασφαλείας στον πολίτη.