Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Και όμως στην Ελλάδα όλα μπορούν να συμβούν. Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την συγκρότηση της κυβέρνησης συνεργασίας με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, όλοι δείχνουν να έχουν εξοικειωθεί με το ελληνικό «παράδοξο», το οποίο έχει επιβάλλει ο κυβερνητικός συνασπισμός.
Ποιο είναι αυτό; Το μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα στα πλέον δύσκολα νομοσχέδια δεν προσδοκά στήριξη από τον μικρότερο κυβερνητικό εταίρο για να τα ψηφίσει στη Βουλή, αλλά αντιθέτως «κάνει ότι δεν βλέπει» τις απόψεις του συγκυβερνήτη του, στρέφοντας την ίδια ώρα το βλέμμα του σε μικρότερους πολιτικούς σχηματισμούς, τους οποίους εγκαλεί και από πάνω για τις επιλογές τους, στην περίπτωση που δεν ταυτίζονται με τις δικές του.
Πιο συγκεκριμένα ο Αλέξης Τσίπρας συγκυβερνά με τον Πάνο Καμμένο από τον Ιανουάριο του 2015 και σε όλη αυτή την περίοδο, στα νομοσχέδια που «καίνε», περιμένει τις ψήφους άλλων κομμάτων προκειμένου η συγκυβέρνηση να συνεχίσει να νομοθετεί απρόσκοπτα, απολαμβάνοντας την εξουσία. Το πιο περίεργο όσο και ανησυχητικό για την ελληνική κοινωνία είναι πως τα όσα περιγράφονται πιο πάνω αποτελούν πλέον παγιωμένη κατάσταση στην πολιτική καθημερινότητα, η οποία παρουσιάζεται ως κανονικότητα, ενώ είναι ακριβώς το αντίθετο.
Προφανώς και σε μία συμμαχική κυβέρνηση μπορούν να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και απόψεις για πολλά θέματα, όμως δεν μπορεί κάθε φορά που ένα ζήτημα «καίει», ο ένας εταίρος να μένει εκτός κάδρου και ο άλλος να αναζητά με επιτακτικό τρόπο τις αναγκαίες ψήφους σε άλλα μικρότερα κόμματα, σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Ποιος να ξεχάσει άραγε τις περιπτώσεις με το νομοσχέδιο για το σύμφωνο συμβίωσης αλλά την παρ'' ολίγο συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και εκκλησίας; Δύο επιλογές εμβληματικού χαρακτήρα για τον κ. Τσίπρα, οι οποίες δεν στηρίχθηκαν από τον Πάνο Καμμένο, στέλνοντας το Μέγαρο Μαξίμου προς «άγραν στήριξης» σε άλλα κόμματα του κοινοβουλίου.
Κορυφαίο όλων ασφαλώς το Σκοπιανό και πιο συγκεκριμένα το ζήτημα της συμφωνίας των Πρεσπών. Τα τελευταία 24ωρα παρατηρείται μία άνευ προηγουμένη στοχοποίηση από το Μέγαρο Μαξίμου του Σταύρου Θεοδωράκη και του Ποταμιού, με κεντρικό άξονα το αν ψηφίζει ή όχι την συμφωνία.
Σε μία προσέγγιση, στην οποία η υποκρισία περισσεύει το Μέγαρο Μαξίμου ζητάει τα ρέστα από τον κ.Θεοδωράκη λες και το Ποτάμι , η ΝΔ αλλά και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης σε ολόκληρη αυτή την πορεία των διαπραγματεύσεων κλήθηκαν να καταθέσουν τις απόψεις ή έστω να ενημερωθούν με επίσημο τρόπο. Ουδέποτε ενημερώθηκαν και τώρα τους ζητάνε και τον λόγο...
Σε κάθε περίπτωση «η τρικυμία στα νερά των Πρεσπών» μοιάζει να αποτελεί πλέον μόνιμη κατάσταση για το Μέγαρο Μαξίμου. Η αρχική σιγουριά της συγκυβέρνησης που έφτανε στα όρια της πολιτικής αλαζονείας για την υπερψήφιση του κειμένου συμφωνίας από τη Βουλή έδωσε τη θέση της στην αβεβαιότητα.
Παράλληλα σε κατάσταση νευρικής κρίσης παραμένει και ο έτερος κυβερνητικός εταίρος. Η προσεκτική μετατόπιση της ρητορικής του Πάνου Καμμένου, η οποία εκφράστηκε από την «απόσυρση» της λέξης «εκλογές» από το πολιτικό λεξιλόγιο των ΑΝΕΛ τους τελευταίους μήνες αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι ο Πάνος Καμμένος είτε δε θέλει η χώρα να πάει σε εκλογές πριν από την εξάντληση της τετραετίας εξαιτίας των κακών δημοσκοπικών επιδόσεων του κόμματός του, είτε επειδή γνωρίζει ότι η κοινοβουλευτική του ομάδα δεν έχει πλέον ενιαία στάση για την συμφωνία και απλώς προσπαθεί να κερδίσει χρόνο.
Όλα αυτά συνθέτουν ένα δύσκολο και εξαιρετικά δυσμενές πολιτικό σκηνικό για τον κ. Τσίπρα, ο οποίος μοιάζει να «σέρνεται» πολιτικά από τα γεγονότα χωρίς να μπορεί να καθορίσει τη δημόσια ατζέντα. Υπάρχουν άραγε τα πολιτικά καύσιμα για να φτάσει ο κυβερνητικός συνασπισμός τουλάχιστον μέχρι τον Μάιο; Ακόμα και στην περίπτωση που η απάντηση είναι καταφατική, η πορεία θα είναι ανηφορική και με πολλές κακοτοπιές...