Οι ιαχές της επερχόμενης νίκης επί του… προαιώνιου παραταξιακού αντιπάλου, είναι η εύκολη προσφυγή στην τόνωση του ηθικού και τη δημιουργία ρεύματος νίκης.
Ωστόσο, έχουν αλλάξει οι καιροί, ο ενθουσιασμός έχει καταλαγιάσει, και μάλλον αναδεικνύεται μια νέα ωριμότητα στο εκλογικό σώμα, ως αποτέλεσμα των πολλαπλών διαψεύσεων που έχει υποστεί.
Το ΠΑΣΟΚ πηγαίνει πρίμα τα πανιά αλλά με ελαφρό αεράκι, να το σπρώχνει προς το 20%. Ουδείς αναμένει ότι στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα νικήσει τη ΝΔ. Δεν το κατάφεραν σε ειδικές συνθήκες ούτε ο «μάγος» Αντρέας, ούτε ο Τσίπρας του αντιμνημονιακού οίστρου.
Ο πρώτος πέρασε από το ενδιάμεσο σκαλοπάτι των εκλογών του 1977 με 25,34% ερχόμενος από το 13,58% των πρώτων εκλογών. Και ο Τσίπρας με 16,79% στις εκλογές του 2012 πριν κατακτήσει το 36,34% το 2015, και συναντήσει το εξουσιαστικό του κάρμα στον Πάνο Καμμένο.
Ο Ανδρουλάκης έγινε αξιωματική αντιπολίτευση από σπόντα, λόγω της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ. Η κοινοβουλευτική του βάση είναι το 11,84%, και όσο να φτεροκοπήσει, ακόμη και να καλύψει τη διαφορά από τη ΝΔ (ως υπόθεση εργασίας), είναι αδύνατο να αναδειχθεί αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Ο λαός ενστικτωδώς το κατανοεί, εξ ου και στη χθεσινή δημοσκόπηση της GPO για τα Παραπολιτικά, το 55,9% βλέπει μελλοντικά κυβέρνηση συνεργασίας. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, πρώτη έρχεται η ΝΔ με 25,8%, δεύτερο το ΠΑΣΟΚ με 17,4%, τρίτο το ΚΚΕ με 7,9%, ενώ τέταρτη με ελάχιστη διαφορά έρχεται η Ελληνική Λύση με 7,7%. Πέμπτος και καθημαγμένος ο ΣΥΡΙΖΑ με 5,8%.
Αυτή την προοπτική βλέπουν και κάποιοι «ειδικοί αναλυτές», και συγχρονίζουν τις καλοπροαίρετες παραινέσεις τους με τις ύστερες σκοπιμότητες επιβίωσης του ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου στελέχη έχουν αποδυθεί σε αγώνα δρόμου στα κανάλια και τα ράδια, προκειμένου να πείσουν ότι χρειάζεται συνεργασία των «προοδευτικών δυνάμεων».
Εννοούν να προσκολληθούν στο ΠΑΣΟΚ προκειμένου οι ηττημένοι και οι σχετικώς νικητές, να συμμετέχουν στις αποφάσεις ίσοις όροις. Γιατί να γίνει αυτή η ετεροβαρής, και βλαπτική για το ΠΑΣΟΚ, συμφωνία; Μα για να φύγει ο Μητσοτάκης.
Ο οποίος Μητσοτάκης εξακολουθεί να λογίζεται ως ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός και το κόμμα του λαβωμένο μεν, να προηγείται. Και αυτή η πρωτοπορία κόμματος και αρχηγού, δεν είναι το μηχανιστικό αποτέλεσμα ενός αλγόριθμου. Είναι η προτίμηση –έστω ακόμα– της λαϊκής θέλησης. Επειδή όμως η πρωτοπορία μπορεί να μην αρκεί για την αυτοδυναμία, ο λαός το βλέπει και πιστεύει ότι μάλλον έρχεται η ώρα των κυβερνητικών συνεργασιών.
Και εδώ επωάζεται το μελλοντικό αδιέξοδο. Βραχύβιο βέβαια, αφού κατά το κλισέ στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Επειδή το ΠΑΣΟΚ πλήρωσε ακριβά τη συνεργασία με τη ΝΔ προκειμένου να διασώσουν τη χώρα, δεν δείχνει πρόθεση επανάληψης.
Εκεί εδράζεται και η πίεση του ΣΥΡΙΖΑ και των διαφόρων θεωρητικών. Ένας από αυτούς, υπογράφων ως «ειδικός συνεργάτης», έγραφε (huffingtonpost): Ποια είναι, λοιπόν, η συνολική εικόνα, του ιδεολογικού χώρου της Αριστεράς/Κεντροαριστεράς, μεταξύ του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ; 5 κόμματα, εν πολλοίς αλληλοσπαρασσόμενα, που αθροίζουν (στα γκάλοπ) περί το 20% (άρα, θεωρητικά ενωμένα, θα μπορούσαν να διατηρούν τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης)».
«Ποια θα μπορούσαν – κατά τον ίδιο – να είναι τα επόμενα βήματα; Μα τι άλλο από το να έλθουν όλοι αυτοί οι παίκτες πιο κοντά. Τι έχουν να χωρίσουν, πέρα από τον ναρκισσισμό και την καχυποψία τους; Οι ιδεολογικές διαφορές τους είναι ελάχιστες. Ο χώρος και ο κόσμος που διεκδικούν, ίδιος».
Μάλλον διαφεύγει στον άγνωστο «ειδικό συνεργάτη» με την κάπως παλαιοταξική άποψη, ότι ούτε ο κόσμος στον οποίο απευθύνονται είναι ίδιος (το πρεκαριάτο π.χ. δεν είναι ίδιο, ούτε έχει τους ίδιους στόχους με την ανειδίκευτη εργατιά), ούτε ίδιος είναι ο τρόπος που βλέπουν τη λύση των προβλημάτων.
Και οι διαιρέσεις δεν οφείλονται μόνο στον ναρκισσισμό των αρχηγών. Μεταξύ του αν-ιδεολογικού τυχάρπαστου ΣΥΡΙΖΑ, των απολίτικων καρδούλων της Ζωής, του αντισυστημικό ριζοσπαστισμού του Βαρουφάκη, του ροζ φιλελευθερισμού του Κασσελάκη, του πρόσφατου θεριεμένου αριστερισμού της ΝεΑρ, υπάρχει χάος αμέτρητον. Πόσω μάλλον με την, κατά το μάλλον ή ήττον, πραγματιστική αντίληψη του ΠΑΣΟΚ.
Οι συμμαχίες, αν επιβληθούν, θα είναι αποτέλεσμα της λαϊκής ψήφου και όχι εκ των προτέρων τεχνητών συγκολλήσεων, για να διασωθούν καθεύδοντα κόμματα.