Η ΑΙ απλώνει βαριά τη σκιά της σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Πολλοί μάλιστα είναι αυτοί –από τον Χαράρι έως τον Μασκ– που διατυπώνουν αφηγήματα υπαρξιακού ρίσκου, θεωρώντας ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη, χωρίς το απαιτούμενο ρυθμιστικό πλαίσιο, μπορεί ακόμη και να στραφεί σε βάρος της ανθρωπότητας, να καταλήξει αυτοκαταστροφική. Ωστόσο, η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι ήδη εδώ και το ζήτημα δεν μπορεί να είναι με κανένα τρόπο να την σταματήσουμε. Πρόκειται για νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το μόνο ζήτημα που τίθεται είναι να δούμε τι ανατρέπει και πώς θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε να αντικαταστήσει αυτό που ήδη λειτουργεί με τρόπο και μέθοδο που θα δώσει έναν νέο και ενδιαφέρον πρόσωπο στην ιστορία μας.
Γκούσταβ Κλιμτ, «Θάνατος και ζωή», 1910
Ένα αξιοπρόσεκτο παράδειγμα έρχεται από το πεδίο της τέχνης. Το 2021, πρωτοπόρος ερευνητής της Τεχνητής Νοημοσύνης χρωμάτισε ξανά μια σειρά έργων του Γκούσταβ Κλιμτ. Το αποτέλεσμα προκάλεσε συζητήσεις ανάμεσα στους ειδικούς και έθεσε το ερώτημα στους ιστορικούς της τέχνης: μπορεί η εφαρμογή της ΑΙ να καταστεί επιστημονικό εργαλείο αποκαθιστώντας χαμένα ή εν μέρει, κατεστραμμένα έργα τέχνης;
Το νήμα της ιστορίας ξετυλίγεται στ’ αποκαΐδια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τον Μάιο του 1945, οι ναζιστικές δυνάμεις κατά την υποχώρησή τους από την Αυστρία, κατέκαψαν ένα κάστρο. Μαζί του χάθηκαν τρία από τα πιο τολμηρά έργα του ζωγράφου. Το τρίπτυχο, γνωστό ως «Ζωγραφική της Σχολής» (Faculty Paintings), ήταν παραγγελία του Πανεπιστημίου της Βιέννης κι αναπαριστούσε τρεις κλάδους: τη Δικαιοσύνη, την Υγεία και τη Φιλοσοφία. Ωστόσο, το αποτέλεσμα, όχι απλώς δεν άρεσε στους ακαδημαϊκούς κύκλους, αλλά προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων σε όλη τη Βιέννη. Αντί να επαινέσει τα επιτεύγματα της ανθρωπότητας στις συμβολικές μορφές, ο Κλιμτ θέλησε να φανερώσει τη σκοτεινή της όψη. Το Πανεπιστήμιο δεν μπόρεσε να «σηκώσει» το όραμα του δημιουργού κι αρνήθηκε το έργο.
Η τρίπτυχη σύνθεση δεν ήταν άλλη μία ανάθεση στην παραγωγή του ζωγράφου. Ήταν το αποτέλεσμα μιας πολυετούς προσπάθειας με ειδικό βάρος. Ο Κλιμτ ανέλαβε να φιλοτεχνήσει τους τοίχους και την οροφή της Μεγάλης Αίθουσας του Πανεπιστημίου της Βιέννης περίπου το 1894. Το μνημειακό έργο χρειάστηκε περισσότερο από δέκα χρόνια κι ολοκληρώθηκε το 1907. Οι τρεις συνθέσεις θεωρήθηκαν από την πλειοψηφία σκανδαλώδεις, κυρίως εξαιτίας του έντονου ερωτικού στοιχείου τους, κι ο ίδιος ο ζωγράφος κατηγορήθηκε ως «πορνογράφος», με αποτέλεσμα να μην χρησιμοποιηθούν στη διακόσμηση της οροφής. Έκτοτε δεν έλαβε ποτέ ξανά άλλη δημόσια ανάθεση.
Με τη βοήθεια πλούσιων συλλεκτών του, ο Κλιμτ έδωσε πίσω την προκαταβολή που είχε λάβει και μοίρασε τους πίνακες σε έναν διάσημο συλλέκτη έργων τέχνης, τον Αύγουστο Λέντερερ και στον φίλο του, επίσης καλλιτέχνη, Κόλομαν Μόζερ. Την περίοδο που η Αυστρία ενώθηκε με τη ναζιστική Γερμανία, κατασχέθηκαν οι πίνακες από τις οικογένειες των Εβραίων ιδιοκτητών τους και μεταφέρθηκαν από τους ναζί στο κάστρο Ίμεντορφ στην Κάτω Αυστρία. Τραγική ειρωνεία είναι πως η γερμανική μεραρχία, καθώς υποχωρούσε την τελευταία μέρα του πολέμου, πυρπόλησε το κάστρο. Έτσι, το τρίπτυχο οδηγήθηκε στις φλόγες, στις 8 Μαΐου 1945.
Γκούσταβ Κλιμτ (από αριστερά): Δικαιοσύνη (1907), Υγεία (1900-1907), Φιλοσοφία (1907). Οι φωτογραφίες τραβήχθηκαν πριν από το 1945.
Σήμερα, τα έργα αυτά μας είναι γνωστά από ασπρόμαυρες φωτογραφίες, μια σειρά προπαρασκευαστικών σχεδίων του Κλιμτ κι από δημοσιεύματα εποχής (επίσης ασπρόμαυρα). Οι πληροφορίες που δίνονται από τις πηγές είναι ελάχιστες και ανεπαρκείς και δεν μπορούν να μας δώσουν μια πλήρη εικόνα του πώς έμοιαζαν τα έργα. Το 2021, η Google συνεργάστηκε με το Μουσείο Leopold της Βιέννης για να «επαναφέρει» τους πίνακες πριν την καταστροφή του 1945, χρωματίζοντάς τους εκ νέου με τη χρήση AI.
Ο εμπειρογνώμονας της Google, Εμίλ Γουόλνερ, πέρασε έξι μήνες δουλεύοντας έναν αλγόριθμο βασισμένο στον τρόπο σκέψης του Κλιμτ, σε συνεργασία με τον ερευνητή του ζωγράφου, Φραντς Σμόλα. Αρχικά, ο Γουόλνερ τροφοδότησε 100.000 διαφορετικές εικόνες έργων τέχνης στον αλγόριθμο, ώστε να κατανοήσει την έννοια του αντικειμένου τέχνης, της ζωγραφικής και της οπτικής κουλτούρας. Στο επόμενο βήμα, η μηχανή έπρεπε να μάθει περισσότερα για τον Κλιμτ, επεξεργάζοντας δεκάδες έργα του καλλιτέχνη (80 υπογεγραμμένοι πίνακες). Το τελευταίο βήμα ήταν να ενσωματωθούν τα μη οπτικά δεδομένα που σχετίζονται με τον ζωγραφικό διάκοσμο του Πανεπιστημίου: περιγραφές από τον Τύπο, σημειώσεις και αποσπάσματα επιστολών του Κλιμτ και στοιχεία από όσους είχαν δει τα έργα.
To έργο «Υγεία» πριν και μετά την εφαρμογή της Τεχνητής Νοημοσύνης (τμήμα στην κεντρική φωτ.)
Ο αρνητικός απόηχος ευεργέτησε την ερευνητική διαδικασία. Όταν για πρώτη φορά αποκαλύφθηκαν τα έργα, τη δημόσια κατακραυγή φούντωσαν δεκάδες δημοσιεύματα από εφημερίδες που γελοιοποιούσαν το έργο. Από μία αρνητική κριτική, οι Γουόλνερ και Σμόλα ανακάλυψαν πως ο Κλιμτ ζωγράφισε τον ουρανό, όχι με τους αναμενόμενους τόνους του μπλε, αλλά με πρασινωπή απόχρωση.
Η περίπτωση της ψηφιακής αποκατάστασης των χαμένων έργων του Κλιμτ δεν είναι βεβαίως η πρώτη ούτε η μοναδική. Ένα από τα πιο διάσημα έργα Τεχνητής Νοημοσύνης ξεκίνησε από την ομάδα του Ράικσμουσέουμ στο Άμστερνταμ. Καθώς ερευνούσε την περίφημη «Νυχτερινή περίπολο», η ομάδα αποκατάστασης ανακάλυψε πως ο αρχικός πίνακας ήταν σημαντικά μεγαλύτερος. Τα κομμάτια που έλειπαν δεν βρέθηκαν και, δυστυχώς, δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ. Οι συντηρητές, λοιπόν, προχώρησαν σε χρήση της AI για να ανακατασκευάσουν τα χαμένα μέρη σύμφωνα με τις γραμμές και σχήματα που διατηρούνται στον αρχικό καμβά.
Ο πίνακας «Νυχτερινή περίπολος» (1642) του Ρέμπραντ στο Κρατικό Μουσείο Ολλανδίας. Πηγή: AP Photo/Peter Dejong, File
Παρά το γεγονός ότι το χαμένο τρίπτυχο του Κλιμτ βρίσκει δεύτερη «ζωή» στην ψηφιακή εποχή, συγκεντρώνει ακόμη σήμερα αρνητική κριτική εξαιτίας της Τεχνητής Νοημοσύνης. Η αρχική απόπειρα μεταφοράς των έργων του με την εφαρμογή της AI, ήταν ζωγραφισμένη με χρώματα νέον που βεβαίως δεν υπήρχαν την εποχή του καλλιτέχνη. Αυτό έδωσε λαβή σε ειδικούς που πιστεύουν ότι οι αποκατεστημένες εκδόσεις δεν είναι απλώς κακόγουστες, αλλ’ απέχουν πολύ από το να αποδώσουν το πνεύμα του ζωγράφου. Παρά την εξοικείωση με το τεχνοτροπικό ύφος του ηγέτη της Σετσεσιόν (Απόσχιση), ο αλγόριθμος επέλεξε μια παλέτα με ανοίκειες στο ύφος του αποχρώσεις, καθώς ορισμένοι τόνοι δεν βρίσκουν προηγούμενο σε παλιότερα έργα του καλλιτέχνη. Δεν μπορούμε βεβαίως να είμαστε σίγουροι πόσο τολμηρός υπήρξε ο Κλιμτ. Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Έτσι, παρά τις τεχνολογικές εξελίξεις, οι ειδικοί χρειάστηκε να βάλουν το δικό τους «χέρι» για να διορθώσουν τη χρωματική εφαρμογή.
Η AI είναι ένα εργαλείο σημαντικό, μέσο με το οποίο μαθαίνουμε να κρίνουμε και να επιλέγουμε. Αυτή η διάστασή του θα πρέπει να μας απασχολήσει. Το δικό μας βλέμμα δεν μπορεί, δεν είναι ίδιο με αυτό των Βιεννέζων του 1907. Ο Κλιμτ έχει βρει τη θέση του στην παγκόσμια ιστορία τέχνης, τον κοιτάζουμε με διαφορετικά μάτια από τους συγκαιρινούς του. Και πάλι, όμως, φέρνουμε τη σύνθεση στο γούστο της δικής μας εποχής. Δεν είναι μόνο το έργο διαφορετικό, αλλά και το κοινό του.