«Συχνά σκεφτόμαστε τους ανθρώπους που εξ ολοκλήρου αφιερώνουν όλη τη ζωή τους στην τέχνη. Τι τους παρακινεί προκειμένου να πετύχουν την τελειότητα, να μην απελπιστούν», διηγείται, ανάμεσα σε άλλα, ο Σεργκέι Γιανκόφσκι υποδυόμενος τον ταταρικής καταγωγής Ρώσο χορευτή και χορογράφο, Ρούντολφ Νουρέγιεφ (1938-1993), στην παράσταση «Ρούντολφ, Άλμα προς την ελευθερία!», που παρακολουθήσαμε στο Christmas Theater.
Και ο Νουρέγιεφ –ένας εκ των κορυφαίων χορευτών του 20ου αιώνα στο κλασικό μπαλέτο– ήταν ένας τέτοιος άνθρωπος, πλήρως αφοσιωμένος στην τέχνη του, παρότι, στα πρώτα του χρόνια, δεν υποψιαζόταν «ότι η μουσική θα γεμίσει τον κόσμο μέσα» του.
Εξελίχθηκε σε «αετός στην κορυφή του κόσμου. Ο ποιητής ανάμεσα στους ποιητές». Ήταν «παντού και τα πάντα» όπως αναφέρει στις σημειώσεις του, τονίζοντας: «Το μόνο πράγμα που με συνοδεύει είναι ο χορός μου. Η ελευθερία του να υπάρχω... Είμαι εδώ αλλά εγώ χορεύω με το νου, πετώ πιο μακριά από τα λόγια μου, πιο μακριά από τον πόνο μου».
Παρομοιάζουμε τις πιρουέτες και τα άλματά του ως κινήσεις ελευθερίας, μια ελευθερία που ένιωθε κάθε που χόρευε, εμπνέοντας και ισχυροποιώντας τη θέληση για ζωή. Αυτοεξόριστος από την ΕΣΣΔ ζητώντας (1961) πολιτικό άσυλο στη Γαλλία καθώς είχε γίνει στόχος της υπηρεσίας πληροφοριών KGB, ο Νουρέγιεφ διέτεινε ότι «πατρίδα των καλλιτεχνών είναι η ίδια τους η τέχνη».
Η τέχνη ήταν εκείνη που άνοιξε την πόρτα εξόδου του από την πατρίδα του, και αυτή η πόρτα υπήρχε συμβολικά στη σκηνή του Christmas Theater. Ξύλινη, με κόκκινο περίγραμμα, και αντί του φύλλου της πόρτας ένα μπεζ χαρτόνι· όποτε οι συνθήκες εμπόδιζαν τον Νουρέγιεφ να κάνει το επόμενο βήμα στην καλλιτεχνική του πορεία, το πέρασμα από το κατώφλι της πόρτας εμποδιζόταν από αυτό το μπεζ χαρτόνι. Και όποτε ο Νουρέγιεφ προσπερνούσε τα τροχοπέδη στη ζωή, περνούσε μέσα από την πόρτα, με φόρα, σχίζοντας το χαρτόνι.
Όπως όταν κατάφερε να ξεκινήσει την καριέρα του από τα μπαλέτα Κίροφ το 1958, αφού πρώτα σπούδασε στην Ακαδημία Βαγκάνοβα της Αγίας Πετρούπολης έχοντας γίνει δεκτός το 1955, σε ηλικία 17 ετών.
Πηγή: Christmas Theater
Ο Σεργκέι Γιανκόφσκι εξιστορεί τα πρώτα χρόνια του χορευτή που έμελλε να τροποποιήσει ριζικά όχι μόνο τους κανόνες της εργασίας στο καλύτερο θέατρο του κόσμου, αλλά και τα πρότυπα του κλασσικού χορού στην παγκόσμια σκηνή του μπαλέτου.
Αναφέρεται στα σπουδαστικά χρόνια του Νουρέγιεφ, στις περιοδείες του ανά τον κόσμο – «χόρευα 320 φορές το χρόνο» – στην αφοσίωσή του στον χορό («δεν μπορούσα να φανταστώ τίποτε άλλο, δεν με ενδιέφερε τίποτε παρά μόνο η μουσική»), στον θάνατό του στα 54 του χρόνια παραμένοντας στο χορό ακόμη και όταν είχε περάσει τα 50 του χρόνια.
Καταλήγοντας ότι «νικητής είναι αυτός που ακολουθεί τα όνειρά του»· «αν λυπόμαστε τα πληγωμένα πόδια μας, αν τρέχουμε μόνο πίσω από το στόχο μας και δεν καταλαβαίνουμε την μοναδική ευχαρίστηση της κίνησης, δεν καταλαβαίνουμε το νόημα της ζωής», είχε αναφέρει ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ στις σημειώσεις του.
Το συναίσθημα και η αγάπη προς το χορό είναι κυρίαρχα στην παράσταση. Στην ερμηνεία του Σεργκέι Γιανκόφσκι παρεμβάλλονται χορευτικές κινήσεις σολίστ που αφορούν ορισμένα από τα περισσότερα από 25 έργα μπαλέτου στα οποία συμμετείχε, όπως «Ζιζέλ», «Δον Κιχώτης», «Η λίμνη των κύκνων», «Ο καρυοθραύστης», ανάμεσα σε άλλα.
Όσο για τα περιστατικά της ζωής του Νουρέγιεφ που ο Σεργκέι Γιανκόφσκι περιγράφει, βασίζονται σε σημειώσεις του Νουρέγιεφ, βιβλία και προφορικές διηγήσεις των φίλων και συναδέλφων του.
Η παράσταση
Πηγή: Christmas Theater
Aφιερωμένη στα 85 χρόνια από την γέννησή του Ρούντολφ Νουρέγιεφ είναι η παράσταση που ανέβηκε στο Christmas Theater, στο πλαίσιο της πανευρωπαϊκής της περιοδείας. Η πρεμιέρα έγινε το 2007 στο θέατρο Μαριίνσκυ της Αγίας Πετρούπολης και από το 2010 έχει ανεβεί σε πάνω από 150 πόλεις σε όλο τον κόσμο.
Ο Νουρέγιεφ
Σ’ ένα βαγόνι της Υπερσιβηρικής αμαξοστοιχίας κοντά στην πόλη Ιρκούτσκ, γεννήθηκε ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ. Η μητέρα του ταξίδευε καθ' οδόν προς το Βλαδιβοστόκ, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του στον Κόκκινο στρατό.
Ξεκίνησε την καριέρα του από τα διάσημα μπαλέτα Κίροφ το 1958, έγινε πρώτος χορευτής, σύντομα αναδύθηκε η τεχνική, η αρμονία και το ταλέντο του, κάτι που συνέτεινε ώστε να γίνει πρωταγωνιστής στους περισσότερους βασικούς ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου.
Στο Παρίσι αρχικά συνεργάστηκε με το Μεγάλο Μπαλέτο του Μαρκήσιου de Cuevas, έπειτα μετέβη (1962) στην Αγγλία, όπου απέκτησε τη βρετανική υπηκοότητα και εκεί συνεργάστηκε με τα Βασιλικά Μπαλέτα του Λονδίνου.