Η πρόσφατη είδηση ότι η δημοσιογράφος Άλλισον Πίρσον στη Βρετανία βρέθηκε αντιμέτωπη με τις αρχές για ένα τουίτ που ανάρτησε πριν από έναν χρόνο είναι ένα ακόμα δείγμα του πώς οι μεγάλες φιλελεύθερες παραδόσεις της Δύσης απειλούνται από μια νέα μορφή λογοκρισίας και πολιτικού ελέγχου. Ενώ κάποτε η ελευθερία του λόγου αποτελούσε θεμελιώδη αξία της φιλελεύθερης δημοκρατίας, σήμερα κινδυνεύει να θυσιαστεί στον βωμό μιας πολιτικής ορθότητας που έχει αρχίσει να αγγίζει τα όρια του αυταρχισμού.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η βρετανική αστυνομία επισκέφθηκε τη δημοσιογράφο για να την «προειδοποιήσει» σχετικά με το περιεχόμενο ενός τουίτ που ανάρτησε έναν χρόνο πριν, υποστηρίζοντας ότι το μήνυμα αυτό ενδέχεται να θεωρηθεί προσβλητικό ή υποκινητικό. Το γεγονός ότι οι αρχές της χώρας κινητοποιούνται για ένα απλό τουίτ εγείρει σοβαρά ερωτήματα για το πού βαδίζει η Δύση και ποιο είναι το μέλλον της ελευθερίας του λόγου.
Η Βρετανία, μια χώρα που επί αιώνες υπήρξε σύμβολο της ελευθερίας, βρίσκεται τώρα σε μια δύσκολη θέση. Από τη Μάγκνα Κάρτα και τις παραδόσεις του κοινοβουλευτισμού, μέχρι την υπεράσπιση των ατομικών δικαιωμάτων, η Βρετανία υπήρξε πυλώνας των φιλελεύθερων αξιών. Όμως, το κύμα του λεγόμενου «woke» ακτιβισμού φαίνεται να διεισδύει στα θεμέλια της κοινωνίας, απειλώντας να μετατρέψει αυτές τις αξίες σε ένα παρελθόν που σύντομα θα ξεχαστεί.
Αυτό που καθιστά ιδιαίτερα ανησυχητική αυτή την τάση είναι ο συνδυασμός κοινωνικής πίεσης και κρατικής παρέμβασης, που πλέον δεν περιορίζεται μόνο σε κοινωνικές πλατφόρμες αλλά εισβάλλει και στο νομικό σύστημα. Η αστυνομία, αντί να αποτελεί θεματοφύλακα των δικαιωμάτων των πολιτών, αντί να προστατεύει τις οικογένειες και τις περιουσίες τους, μοιάζει να μετατρέπεται σε όργανο λογοκρισίας, έτοιμη να καταπνίξει κάθε διαφορετική φωνή που ξεφεύγει από τη γραμμή που θέτει η «ηθική αστυνομία» της εποχής μας.
Η ελευθερία του λόγου, το θεμέλιο της δημοκρατίας, βρίσκεται υπό αμφισβήτηση. Πώς μπορεί να λειτουργήσει μια ελεύθερη κοινωνία όταν οι πολίτες φοβούνται να εκφραστούν; Πώς θα προστατευτούν οι ιδέες, οι απόψεις και οι διαφωνίες, όταν ακόμη και η αστυνομία εισβάλλει στο δημόσιο διάλογο, υπαγορεύοντας ποια λόγια είναι αποδεκτά και ποια όχι; Η «πολιτική ορθότητα», όπως αναφέρεται σήμερα, δεν είναι πλέον απλώς μια κοινωνική συμφωνία να αποφύγουμε να θίγουμε τους άλλους. Έχει εξελιχθεί σε έναν πραγματικό μηχανισμό ελέγχου, που τιμωρεί και στιγματίζει όσους αποκλίνουν από τις αποδεκτές απόψεις.
Το κύριο εργαλείο αυτής της επιβολής δεν είναι άλλο από τους περίφημους νόμους κατά της ρητορικής μίσους. Αυτοί οι νόμοι, για τους οποίους η στήλη έχει προειδοποιήσει επανειλημμένως, ενώ θεωρητικά έχουν αγαθές προθέσεις, είναι μετά βεβαιότητος θέμα χρόνου να μετατραπούν σε εργαλεία καταπίεσης ανεπιθύμητων απόψεων, όπως συμβαίνει αυτές τις μέρες στη Βρετανία.
Το πιο εξοργιστικό με αυτή την κατάσταση, σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, είναι η αδράνεια της δήθεν φιλελεύθερης, και προοδευτικής ιντελιτζένσιας. Μιλάμε για μία τάξη ανθρώπων που θα σκίσει τα ιμάτιά της αν κάποιος χρησιμοποιήσει λάθος αντωνυμία όταν απευθυνθεί σε ένα τρανς άτομο αλλά σφυρίζει αδιάφορα όταν αστυνομικοί τραμπουκίζουν δημοσιογράφους για περσινά tweets.
Όπως και να 'χει, είναι σαφές ότι το κίνημα της πολιτικής ορθότητας τράβηξε περισσότερο σχοινί από όσο οι πολίτες ήταν διατεθειμένοι να του δώσουν. Αν κρίνουμε από τις εξελίξεις στις ΗΠΑ και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, επίκειται μαζική αποκαθήλωση των τοτέμ της λογοκρισίας και αυτό θα είναι πράγματι μία μεγάλη αιτία για διεθνείς πανηγυρισμούς από κάθε φιλελεύθερο άνθρωπο.