Του Γιάννη Γορανίτη
Η χθεσινοβραδινή (ώρα Ελλάδας) επίσημη αποκάλυψη των δύο νέων smartphones της Google ήρθε να επιβεβαιώσει πολλές από τις φήμες που κυκλοφορούσαν το τελευταίο διάστημα. Αφού μάλιστα είχαν ήδη αποκαλυφθεί οι ναυαρχίδες των μεγάλων ανταγωνιστών της, Apple και Samsung τις τελευταίες εβδομάδες, ο πήχης είχε ανέβει αρκετά ψηλά.
Η Google λοιπόν παρουσίασε σε ένα event στο San Francisco το Pixel 2 και το, προφανώς μεγαλύτερο, Pixel XL 2 ικανοποιώντας τις προσδοκίες των φανατικών της τεχνολογίας. Μένει να δούμε αν οι νέες συσκευές θα ανταποκριθούν και στις εμπορικές προσδοκίες της ίδιας της εταιρείας. Προσδοκίες που δεν ανακοινώνονται μεν επίσημα, εικάζουμε δε ότι θα είναι πολύ υψηλές, κρίνοντας από την έμφαση που δίνει η Google στα νέα της κινητά.
Επιμένει στα bezels
Σε αντίθεση με τα νέα superphones που έχουν εξαλείψει σχεδόν τα περιθώρια γύρω από την οθόνη (τόσο το iPhoneX της Apple, όσο και το Galaxy Note 8 της Samsung), η Google επιμένει στα bezels και επιλέγει «παραδοσιακό» σχεδιασμό με επίπεδη οθόνη.
Αμφότερα τα νέα Pixel δείχνουν πολυτελή και στιβαρά, ενώ ακολούθησαν τον ευρύτερο ανταγωνισμό και απέκτησαν αδιαβροχοποίηση και προστασία από σκόνη και υγρασία (IP 67). Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό, δανεισμένο από την κατασκευάστριά τους, HTC, είναι η δυνατότητα πίεσης των πλάγιων κάθετων πλευρών της συσκευής. Σε αντίθεση όμως με το HTC U11 που επίσης παρουσιάστηκε πρόσφατα και το U11 που παρουσιάστηκε πρόσφατα, η λειτουργία αποκαλείται «Active Edge» αξιοποιείται προκειμένου να ενεργοποιηθεί ο προσωπικός βοηθός Google Assistant, αλλά και για τη σίγαση κλήσεων.
Ταχύτατα και ενισχυμένα
Όπως αναμενόταν οι δύο νέες συσκευές της Google εξοπλίζονται από το πιο «ψηλό ράφι» των εξαρτημάτων: επεξεργαστή Snapdragon 835 της Qualcomm, μνήμη RAM 4GB, ενσωματωμένο αποθηκευτικό χώρο 64GB ή 128GB. Το μεν Pixel XL 2 διαθέτει οθόνη 6 ιντσών QHD+ ανάλυσης (1.440 x 2.560 pixels) με λόγο πλευρών 18:9, ενώ το Pixel 2 έχει οθόνη 5'''' και ανάλυσης 1080p, λοξοκοιτώντας προς το iPhone 8 και τις αντίστοιχες προτάσεις του Android στρατοπέδου.
Αμφότερα διαθέτουν βασική κάμερα στην πλάτη με ανάλυση 12,2 Megapixel τεχνολογίας 'Dual Pixel', ενώ στην πρόσοψή τους ενσωματώνονται στερεοφωνικά ηχεία –ιδού ένας καλός λόγος για να μην εξαφανιστούν εντελώς τα περιθώρια.
Το βασικό ατού του σύμφωνα με την εταιρεία εκτός από τον Google Assistant είναι οι AR δυνατότητες και λειτουργίες –ανακοινώθηκε μάλιστα το νέο kit για developers ARCore. Όπως αναμενόταν, τα Pixel θα βασιστούν στη έκδοση του Android 8.0 Oreo.
Πόσο θα κοστίζουν, πόσο θα πουλήσουν;
Οι τιμές για το «μικρό» μοντέλο ξεκινούν από τα $650 και φτάνουν στα $750, ενώ το Pixel 2 XL θα τιμολογηθεί στα $850 (η έκδοση των 64GB) έως $950 (με 128GB). Στις ΗΠΑ αναμένεται στα μέσα Οκτωβρίου, ενώ δεν έγινε γνωστό πότε θα φτάσει (επίσημα) και στα μέρη μας, αφού όπως και το πρώτο Pixel δεν θα κυκλοφορήσει σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές.
Οι τιμές είναι σαφώς πιο ανταγωνιστικές από τις ναυαρχίδες των μεγάλων αντιπάλων και δεν αποκλείεται να τραβήξουν την προσοχή όσων απογοητεύτηκαν με την υψηλή τιμή του iPhone X, που αναμένεται στις αρχές Νοεμβρίου. Aς μην ξεχνάμε βέβαια, ότι η Google φιλοδοξεί να αποσπάσει σημαντικό μερίδιο από τη χρυσοφόρο αγορά των high-end κινητών και δεν επιχειρεί να εισέλθει καν στις χαμηλότερες κατηγορίες.
Κάτι που απ' ότι φαίνεται δεν κατάφερε ούτε με το λανσάρισμα του πρώτου «Made by Google» Pixel, ούτε –στο βαθμό τουλάχιστον που ανέμενε– με τα παλαιότερα Nexus. Παρότι η Google δεν ανακοινώνει πωλήσεις hardware, μέσω του δικού της Play Store πληροφορηθήκαμε ότι τα downloads του Pixel Launcher, μιας προεγκατεστημένης στα κινητά εφαρμογής, δεν ξεπερνούσαν το 1 εκατ. τον περασμένο Ιούνιο. Αριθμός προφανώς απογοητευτικός, αλλά όχι τόσο απογοητευτικός για να εγκαταλείψει την κούρσα.
Το μικρό μερίδιο άλλωστε στην αγορά (εκτιμάται σε 0,1% των παγκόσμιων πωλήσεων smartphones) μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για να βελτιώσει τις πωλήσεις και ενδεχομένως να εμπλουτίσει την οικογένεια των Pixel και με πιο προσιτά μοντέλα. Μέχρι τότε βέβαια, η Google θα πρέπει να επιλύσει τα προβλήματα διαθεσιμότητας και παραγωγής και αν μη τι άλλο να στρέψει το βλέμμα της και στον υπόλοιπο –πλην ΗΠΑ– πλανήτη.