*Γράφει ο Alberto Mingardi
Το «Technopopulism» (Τεχνολαϊκισμός) των Christopher J. Bickerton και Carlo Invernizzi Accetti είναι ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο. Οι δύο συγγραφείς, διαφοροποιούνται από τους περισσότερους καθώς θεωρούν τον λαϊκισμό και την τεχνοκρατία ως πλευρές του ίδιου νομίσματος, ως πολιτικές ευαισθησίες που μοιράζονται μια κοινή ρίζα. Και τα δύο αυτά ρεύματα αντιλαμβάνονται την πολιτική ως ένα ζήτημα τεχνικών λύσεων και όχι ως πεδίο μάχης αξιών και ιδεών.
Παραθέτω ένα μέρος της κριτικής του βιβλίου που έγραψα για το City Journal.
«Η τρέχουσα συζήτηση θυμίζει μια παλαιότερη παράδοση, η οποία ισχυριζόταν ότι οι ιδεολογίες έφτασαν στο τέλος τους. Στα μέσα του εικοστού αιώνα, ορισμένοι θεωρητικοί διακήρυξαν την εξαφάνιση της ιδεολογικής πολιτικής με ανακούφιση, καθώς αυτό φαινόταν να συνεπάγεται την εξάλειψη του κινδύνου μιας ολοκληρωτικής στροφής της Δύσης. Για αυτούς τους στοχαστές, όπως ο Raymond Aron ή ο Daniel Bell, το τέλος της ιδεολογίας ήταν κάτι το θετικό, αφού σήμαινε την υποχώρηση του φανατισμού. Ο Μπελ ήταν πεπεισμένος ότι «η τάση να μετατρέπονται συγκεκριμένα ζητήματα σε ιδεολογικά προβλήματα, να χρωματίζονται με ηθική ζέση και υψηλή συναισθηματική φόρτιση», εντέλει θα τερματιζόταν. Ο Άρον επεσήμανε με ενθουσιασμό το γεγονός ότι «ούτε ο μαρξισμός-λενινισμός, ούτε ο φασισμός, ούτε ο φιλελευθερισμός ξυπνούν πια μια πίστη που κινεί βουνά». Εφόσον η ιδεολογία σήμαινε μια πολιτική που επιδιώκει την τελειοποίηση των ανθρώπινων όντων υπό την απειλή των όπλων (και την εξάλειψη των ατελών ανθρώπινων όντων), είναι κατανοητό το γιατί ότι ο υποτιθέμενος θάνατός της αντιμετωπίστηκε με ανακούφιση.
Αλλά ο Bickerton και ο Invernizzi Acceti βλέπουν ότι το τέλος της ιδεολογίας έχει διαφορετικές συνέπειες σήμερα. Όπως επισημαίνουν, «οι πολιτικοί εκείνοι που ισχυρίζονται ότι υποστηρίζουν μια αδιαμεσολάβητη θεώρηση του κοινού καλού είναι λιγότερο πιθανό να αναγνωρίζουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση των αντιπάλων τους, σε σύγκριση με πολιτικούς που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν μια συγκεκριμένη ερμηνεία του κοινού καλού». Η πόλωση και η αμοιβαία απονομιμοποίηση είναι κοινά χαρακτηριστικά των φιλελεύθερων δημοκρατιών στους δήθεν μεταϊδεολογικούς μας καιρούς. Η κατάρρευση των οργανωμένων συστημάτων ιδεών δεν εξάλειψε τον φανατισμό - απλά του έδωσε νέα ρούχα. Η τελειομανία των παλαιών ιδεολογιών που προσπάθησαν να διαμορφώσουν τον άνθρωπο κατ’ εικόνα τους έδωσε τη θέση της σε μια αναζήτηση όχι λιγότερο φιλόδοξων λύσεων —που υπόσχονταν να επιλύσουν παγκόσμια προβλήματα όπως η κλιματική αλλαγή και η ανισότητα—αλλά εστιάζοντας στους κατόχους της εξουσίας και όχι στις ιδέες.
Οι Bickerton και Invernizzi Accetti υποστηρίζουν ότι η πόλωση στους φιλελεύθερους θεσμούς δεν οφείλεται στην ένταση των πολιτικών παθών, αλλά μάλλον στην αποδυνάμωση των πολιτικών θεσμών. Η τεχνοκρατία και ο λαϊκισμός τρέφονται από την εξάντληση των πολιτικών κομμάτων, ενώ οι συγγραφείς του βιβλίου θα ήθελαν να αναζωογονήσουν τα κόμματα αυξάνοντας τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό τους. Αυτό θα επέτρεπε στα κόμματα να εσωτερικεύουν συγκρούσεις που διαφορετικά θα ξεσπούσαν στην κοινωνία και ίσως να προσελκύουν άτομα που διαφορετικά θα αμφισβητούσαν έξωθεν τα κόμματα. Οι οργανισμοί που μπορεί να φθίνουν αλλά παραμένουν σε εγρήγορση ιδρύματα πάντα επιδιώκουν να εγκολπώσουν τους αντιπάλους τους προτού αυτοί γίνουν θανατηφόροι εχθροί. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι κάτι παρόμοιο συνέβη στην Ισπανία, όπου τα παραδοσιακά κόμματα κατάφεραν να επιβιώσουν ενός λαϊκιστικού ξεσπάσματος. Στον αγγλοσαξονικό κόσμο, αντί τα παραδοσιακά κόμματα να πολιορκηθούν από λαϊκιστές, τους καλωσόρισαν. Ωστόσο, τα αποτελέσματα μιας τέτοιας στρατηγικής δεν είναι πάντα ενθαρρυντικά».
Συνιστώ το Technopopulism. Είναι ένα βιβλίο που μπορεί να σας φανεί παράδοξο, αλλά προσφέρει μια διαφορετική οπτική για την επικαιρότητα που σπανίως ακούγεται.
*Ο Alberto Mingardi είναι Γενικός Διευθυντής του Istituto Bruno Leoni και αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας της Πολιτικής Σκέψης στο πανεπιστήμιο IULM του Μιλάνου.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 18 Μαρτίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.