Πολλοί άνθρωποι σήμερα συνδέουν –λανθασμένα– τη Σουηδία με τον όρο «δημοκρατικός σοσιαλισμός». Αλλά η «σοσιαλιστική» περίοδος στη Σουηδία δεν κράτησε πολύ, περίπου από το 1970 έως το 1990. Η περίοδος πριν από αυτήν, από το 1870 έως το 1970, χαρακτηρίστηκε από «αποκέντρωση και περιορισμένο κράτος» και κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, η Σουηδία είχε μια από τις λιγότερο ρυθμιζόμενες οικονομίες στην Ευρώπη, όπως έχει καταδείξει ο διακεκριμένος Σουηδός οικονομολόγος Assar Lindbeck.
Το βιβλίο του Άνταμ Σμιθ Ο Πλούτος των Εθνών, που δημοσιεύτηκε το 1776, έγινε διάσημο σε όλο τον κόσμο, αλλά έντεκα χρόνια νωρίτερα (1765), ο Φινλανδο-Σουηδός οικονομολόγος Anders Chydenius δημοσίευσε ένα φυλλάδιο, Den nationalella vinsten (Το εθνικό κέρδος), το οποίο παρουσίαζε πολύ παρόμοιες σκέψεις με αυτές που περιέχονται στο βιβλίο του Σμιθ. Το σουηδικό βιβλίο ήταν πολύ λεπτό (36 σελίδες) και δεν είναι συγκρίσιμο με το μνημειώδες έργο του Σμιθ, αλλά οι κεντρικές τους θέσεις ήταν πανομοιότυπες. Ο Σιντένιους εξηγεί ότι οι πολιτικοί δεν διαθέτουν τη γνώση που χρειάζεται για να αναγνωρίσουν ποιες επιχειρήσεις έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Όταν οι κυβερνητικές αποφάσεις ευνοούν μια συγκεκριμένη επιχείρηση, υποστηρίζει, προσελκύονται άνθρωποι που διαφορετικά θα συμμετείχαν σε πιο παραγωγικές δραστηριότητες σε άλλα μέρη της οικονομίας. Επισημαίνει ότι τμήματα της Σουηδίας που είχαν περισσότερες οικονομικές πολιτικές ελεύθερης αγοράς ήταν επίσης πιο επιτυχημένα οικονομικά εκείνη την εποχή. Όπως ο Σμιθ, έτσι και Άντερς Σιντένιους υποστήριξε το ελεύθερο εμπόριο και αντιτάχθηκε στην υπερβολικές κυβερνητικές ρυθμίσεις.
Σε μια πρόσφατη εργασία για την εξέλιξη του σουηδικού μοντέλου της αγοράς, οι οικονομολόγοι Nima Sanandaji, Victor Ström, Mouna Esmaeilzadeh και Saeid Esmaeilzadeh καταδεικνύουν ότι «η Σουηδία ήταν ιστορικά πρωτοπόρα σε πολλές πτυχές της σύγχρονης οικονομίας της αγοράς». Ένα παράδειγμα: Η Σουηδία φιλοξένησε την πρώτη εισηγμένη εταιρεία στον κόσμο, η οποία χρηματοδότησε το ορυχείο χαλκού Φάλουν, το οποίο προμήθευε τα δύο τρίτα της παγκόσμιας παραγωγής χαλκού τον δέκατο έβδομο αιώνα. Αυτό το ορυχείο είναι η προέλευση της πρώτης εισηγμένης εταιρείας στον κόσμο. Η πρώτη γνωστή μετοχή στο ορυχείο Φάλουν απονεμήθηκε το 1288. Οι εταιρείες με μετοχές αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της σύγχρονης καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς, «και είναι σημαντικό για τον απολογισμό της εξέλιξης του σουηδικού μοντέλου της αγοράς να επισημανθεί ότι η παλαιότερη γνωστή εταιρεία με μετοχές στον κόσμο έχει ρίζες στη χώρα», εξηγούν οι τέσσερις συγγραφείς.
Επισημαίνουν επίσης ότι η πρώτη τράπεζα που εξέδωσε πιστωτικά σημειώματα και η πρώτη κεντρική τράπεζα ιδρύθηκαν επίσης στη Σουηδία. «Αυτό είναι και πάλι ένα παράδειγμα του πώς το μοντέλο της σουηδικής αγοράς έχει επηρεάσει την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας». Η Σουηδία ήταν επίσης η πρώτη χώρα που επέτρεψε στις γυναίκες να ασκήσουν επαγγέλματα και να έχουν επιχειρήσεις.
Και πώς είναι τα πράγματα σήμερα; Μετά τις σοσιαλιστικές παρεκβάσεις των δεκαετιών του 1970 και του 1980, η Σουηδία επέστρεψε στον καπιταλιστικό δρόμο. Μια διεθνής έρευνα σε 34 χώρες από την εταιρεία δημοσκοπήσεων Ipsos MORI για το βιβλίο μου In Defense of Capitalism σχετικά με τις δημοφιλείς αντιλήψεις για την οικονομία της αγοράς και τον καπιταλισμό διαπίστωσε ότι η Σουηδία ήταν μεταξύ των χωρών με την ισχυρότερη υποστήριξη προς την οικονομία της αγοράς.
Στους Σουηδούς παρουσιάστηκαν έξι δηλώσεις που αφορούν την «καλή οικονομία» – τρεις που υποστήριζαν την ισχυρή επιρροή του κράτους και τρεις που υποστήριζαν μια οικονομία ελεύθερης αγοράς. Μια ανάλυση των απαντήσεων στις δηλώσεις υπέρ του κράτους και υπέρ της αγοράς αποκαλύπτει ότι οι δηλώσεις υπέρ ενός ισχυρότερου ρόλου της κυβέρνησης έχουν έγκριση 21%, σε σύγκριση με 26% της έγκρισης προς τις δηλώσεις υπέρ της αγοράς και του μειωμένου ρόλου για τη κυβέρνηση. Διαιρώντας τον μέσο όρο των θετικών δηλώσεων με τον μέσο όρο των αρνητικών δηλώσεων προκύπτει ένας συντελεστής 1,21. Ένας συντελεστής μεγαλύτερος του 1,0 σημαίνει ότι κυριαρχούν οι στάσεις υπέρ της οικονομικής ελευθερίας, ενώ ένας συντελεστής μικρότερος του 1,0 σημαίνει ότι κυριαρχούν οι απόψεις κατά της οικονομικής ελευθερίας.
Μόνο σε έξι από τις 34 χώρες στις οποίες διεξήχθη η έρευνα η υποστήριξη για την οικονομία της αγοράς ήταν ακόμη μεγαλύτερη από ό,τι στη Σουηδία. Η υποστήριξη μειώθηκε κάπως όταν χρησιμοποιήθηκε η λέξη «καπιταλισμός», αλλά ακόμη και τότε, η υποστήριξη για τον καπιταλισμό ήταν σημαντικά υψηλότερη στη Σουηδία από ό,τι σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες – με εξαίρεση τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες Πολωνία και Τσεχία. Στην έρευνά μας, υπάρχουν μόνο εννέα χώρες που εμφανίζουν μεγαλύτερες φιλοκαπιταλιστικές τάσεις από τη Σουηδία, σε αντίθεση με 24 χώρες όπου η στάση απέναντι στον καπιταλισμό είναι αρνητική. Τις πιο θετικές στάσεις απέναντι στον καπιταλισμό έχουν οι άνθρωποι στην Πολωνία, τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα.
Στη 10η θέση του δείκτη του 2023, η Σουηδία βρίσκεται πολύ μπροστά από τις ΗΠΑ (25η). Αυτό που είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι το πώς έχει αυξηθεί η βαθμολογία της Σουηδίας. Η Σουηδία κέρδισε συνολικά 16 βαθμούς τα τελευταία 28 χρόνια – αυξάνοντας την επίδοσή της από 61,4 μονάδες το 1995 σε 77,5 μονάδες το 2023. Μόνο λίγες χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Βιετνάμ και της Πολωνίας, σημείωσαν μια κάπως μεγαλύτερη αύξηση. Συγκριτικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν έξι βαθμούς την ίδια περίοδο και, με βαθμολογία 70,6 βαθμών, βρίσκονται πλέον αρκετά πίσω από τη Σουηδία.
Είναι δελεαστικό να συμπεράνουμε από αυτό ότι όσο περισσότερη οικονομική ελευθερία αποκτούν οι άνθρωποι, τόσο περισσότερο τους αρέσει, αλλά ίσως στην περίπτωση αυτή οι Σουηδοί να θέλουν απλώς να επιστρέψουν στις ρίζες τους.
* Ο Rainer Zitelmann είναι ο συγγραφέας του βιβλίου In Defence of Capitalism (Προς Υπεράσπιση του Καπιταλισμού, Εκδόσεις Ευρασία: 2023).
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 29 Αυγούστου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του μπλογκ Capx.co και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.