Ενώ η επιστήμη και η φαρμακοτεχνολογία στον τομέα της καταπολέμησης του καρκίνου καλπάζει με γοργούς ρυθμούς, οι "ακριβές" αλλά σωτήριες θεραπείες για τον καρκίνο στην Ελλάδα της ύφεσης, είναι δύσκολο να προσφερθούν στους έλληνες ασθενείς, όπως τονίστηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών του 1ου Συνεδρίου «Πολιτική και Διαχείριση του Καρκίνου - Βέλτιστη Πρακτική vs. Οικονομικοί Περιορισμοί».
Υπό το πρίσμα της έλευσης 225 νέων φαρμάκων- κυρίως αντικαρκινικών- τα επόμενα χρόνια, της ανάπτυξης νέων στοχευμένων, αλλά «ακριβών» θεραπειών, και έχοντας ως δεδομένη μια ακραία υπερσυνταγογράφηση εξετάσεων, το μέλλον για την οικονομική διαχείριση του καρκίνου στην Ελλάδα φαντάζει ζοφερό, όπως και της οικονομικής κατάστασης της χώρας εν γένει. Πολύ περισσότερο εάν αναλογιστεί κανείς τη δραματική αύξηση των νοσηλειών για καρκίνο, κατά 60% μέσα σε μία δεκαετία! Την ίδια ώρα, πληθαίνουν οι φωνές οι οποίες κάνουν λόγο για «την ανάγκη νέας αρχιτεκτονικής ενός ΕΣΥ που καταρρέει, στερώντας από τους καρκινοπαθείς το δικαίωμα της απρόσκοπτης πρόσβασής σε φάρμακα και υπηρεσίες υγείας».
Αναζητώντας τις πραγματικές επιπτώσεις του καρκίνου στην Οικονομία, κυρίως όμως αναζητώντας λύσεις και εφικτές προτάσεις, το αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης φιλοξένησε την 1η Ιουλίου τις εργασίες του 1ου Συνεδρίου «Πολιτική και Διαχείριση του Καρκίνου - Βέλτιστη Πρακτική vs. Οικονομικοί Περιορισμοί».
Το στίγμα της δύσκολης κατάστασης που καλούνται να αντιμετωπίσουν από κοινού Ογκολόγοι, Παθολόγοι, Ακτινολόγοι, η Πολιτεία, Δημόσιος και Ιδιωτικός Φορέας, κυρίως όμως οι ίδιοι οι ασθενείς και οι συγγενείς τους, έδωσε ο ένας εκ των τριών συντονιστών του Συνεδρίου, Διευθυντής της Β' Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής του νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ, Πάρις Κοσμίδης, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Την τελευταία πενταετία, σε παγκόσμια κλίμακα, άρχισαν να εφαρμόζονται 70 νέες θεραπείες για πάνω από 20 διαφορετικά είδη όγκων, χωρίς πολλά από αυτά να αποζημιώνονται. Ως συνέπεια, το συνολικό κόστος θεραπείας του καρκίνου εκτινάχθηκε κατά 11,5% μόνο τον τελευταίο χρόνο, φτάνοντας τα 107 δισ $ το 2015. Η Ελλάδα, όπως ήταν φυσικό, δεν βγαίνει αλώβητη. Πολύ περισσότερο εάν αναλογιστούμε ότι στην Ελλάδα γίνονται κάθε χρόνο τόσες αξονικές τομογραφίες όσες και στη Γερμανία!».
Ωστόσο, όπως επισημάνθηκε από τον καθηγητή Διοικητικής Επιστήμης και Δημοσίου Δικαίου, Ιωάννη Υφαντόπουλο, «παρά τις εξελίξεις στην ανοσοογκολογία, 32% των ασθενών δεν έχουν πρόσβαση σε ιατρό, 28% δεν έχουν πρόσβαση στα φάρμακά τους και, εντέλει, ο παραμελημένος ασθενής θα στοιχίσει περισσότερο στο σύστημα Υγείας, διότι η Ελλάδα είναι η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει προχωρήσει σε αξιολόγηση των νέων τεχνολογιών». Μιλώντας με αριθμούς, ο κ. Υφαντόπουλος ανέφερε ότι «το 6,5% του μπάτζετ για την Υγεία, στην Ελλάδα, πηγαίνει για τον καρκίνο, την ίδια ώρα που τα ογκολογικά συμβούλια των νοσοκομείων ουσιαστικά δεν υφίστανται».
Καθώς, λοιπόν, όλα τα συστήματα υγείας αναγκάζονται να ασκούν περιοριστική πολιτική στους προϋπολογισμούς για την υγεία, η Ελλάδα, στη δύσκολη περίοδο που διανύει, υποχρεούται να στραφεί στην εφαρμογή μεθόδων αξιολόγησης κόστους- αποτελεσματικότητας και σε δομικές αλλαγές στη χρηματοδότηση της υγείας.
Πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση. Ναι ή όχι στο μαζικό έλεγχο;
Οι προβληματισμοί γύρω από το αν πρέπει να γίνεται μαζικός έλεγχος πληθυσμού για την πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου, σε σχέση πάντοτε με την επίπτωση στην Οικονομία, ήταν χαρακτηριστικοί του Συνεδρίου:
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΜΑΣΤΟΥ.
Όπως επισημάνθηκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Απεικόνισης Μαστού του νοσοκομείου «ΜΗΤΕΡΑ», Αλεξάνδρα Αθανασίου, «…η μαστογραφία, αν και ακριβή, μπορεί να αποδώσει, αλλά μόνο σε οικονομικά αναπτυγμένες χώρες, όπου έχει φανεί ότι μπορεί να μειώσει τη θνησιμότητα κατά 30% εάν αρχίζει στην ηλικία των 40. Η υπερδιάγνωση δεν είναι μεγαλύτερη από 10% σε αυτές τις χώρες. Καθώς, όμως, υπάρχουν 7 διαφορετικοί τύποι καρκίνου μαστού, τίθεται ο προβληματισμός για το εάν μπορεί να γίνει πιο προσωποποιημένο το screening. Ιδίως για την Ελλάδα δεν μπορούμε να προσομοιώσουμε τα προγράμματα screening της Σκανδιναβίας, της Αυστραλίας και των ΗΠΑ, διότι στη χώρα μας δεν γίνεται σωστή καταγραφή, επειδή πολλά δεδομένα χάνονται μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Παρ΄ όλα αυτά», κατέληξε η κυρία Αθανασίου, «…θα μπορούσε και στην Ελλάδα να γίνεται προσωποποιημένο screening, αφού προηγηθεί οικονομοτεχνική μελέτη η οποία θα τεθεί υπόψη του υπουργείου Υγείας». Όσον αφορά στο υπερηχογράφημα και τη μαγνητική τομογραφία μαστών δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής βιβλιογραφικά δεδομένα που να τεκμηριώνουν την αποτελεσματικότητά τους για τη σχετική μείωση της θνησιμότητας από καρκίνο του μαστού στο γενικό πληθυσμό.
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΡΑΧΗΛΟΥ ΜΗΤΡΑΣ.
Σύμφωνα με τον Καθηγητή Μαιευτικής και Γυναικολογίας του ΑΠΘ Θεόδωρο Αγοραστό, «…μπαίνουμε σε μια νέα εποχή για την αντιμετώπιση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Το γνωστό μας τεστ Παπανικολάου τείνει να αντικατασταθεί μέσα στα επόμενα χρόνια από το HPV DNA TEST για την ανίχνευση των ογκογόνων τύπων του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων. Το Τεστ Παπανικολάου εμφανίζει ευαισθησία 53%, ενώ το HPV DNS TEST, 100%. Άρα, δεν υπάρχει λόγος να γίνεται Τεστ Παπανικολάου, καθώς εντοπίζει μόνο μία στις 2 γυναίκες με πρόβλημα. Επιπλέον, πολυκεντρική μελέτη και στην Ελλάδα επιβεβαίωσε την υπεροχή του HPV DNA TEST έναντι του Τεστ Παπανικολάου και από πλευράς αποτελεσματικότητας και από πλευράς κόστους, καθώς με το νέο τεστ είναι δυνατή η επιμήκυνση των μεσοδιαστημάτων ελέγχου. Απαιτείται, ωστόσο, να εκπονηθεί Εθνικό Πρόγραμμα Προληπτικού Ελέγχου (για τις γυναίκες ηλικίας 30-60 ετών) σε συνδυασμό με εμβολιασμό.
ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ HPV.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι οι τύποι 16 και 18 του HPV που ευθύνονται για αλλοιώσεις στον τράχηλο της μήτρας προσβάλλουν επίσης παιδιά, εφήβους, άνδρες και γυναίκες, προκαλώντας καρκίνο και καλοήθεις αλλοιώσεις σε άλλα όργανα, λ.χ. πρωκτό, πέος, στοματική κοιλότητα, αμυγδαλές, φάρυγγα, κόλπο, αιδοίο. Είναι προφανές ότι ο προτεινόμενος για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας εμβολιασμός θα προσφέρει προστασία στα εμβολιαζόμενα άτομα και από τους υπόλοιπους καρκίνους, τόσο σε γυναίκες όσο και σε άνδρες. Μάλιστα, η κυκλοφορία του νέου, 9δύναμου αντι-HPV εμβολίου, το οποίο προφυλάσσει από 5 επιπλέον ογκογόνους τύπους του ιού (31,33,45,52,58) θα οδηγήσει σε θεαματική αύξηση της προσφερόμενης προστασίας, περιορίζοντας μακροπρόθεσμα τα οικονομικά κόστη που προκύπτουν από τη θεραπεία και νοσηλεία. Η πρόβλεψη είναι ότι από την 3η-4η θέση, ο καρκίνος αυτός μπορεί να πέσει στην 19η ή 20ή θέση. Σύμφωνα με τον κ. Αγοραστό, «…το εμβόλιο είναι ασφαλές και αποτελεσματικό στις ηλικίες από 11-25 ετών, αλλά και σε ένα μεγαλύτερο ηλιακό φάσμα, από 9 έως 45 ετών ή και περισσότερο. Ωστόσο, στην Ευρώπη είναι πολύ χαμηλή η κάλυψη του πληθυσμού από το εμβόλιο διότι δεν υπάρχει η κατάλληλη ενημέρωση. Αντίθετα, στην Αυστραλία έχουν σχεδόν εξαφανιστεί τα κονδυλώματα. Εάν ο συγκεκριμένος εμβολιασμός γίνει συνείδηση και στη χώρα μας, τότε η γυναίκα θα κάνει τεστ κάθε 8 χρόνια (συνολικά 3-4 τεστ και εμβόλια στη ζωή της). Θα πρέπει, όμως, η Πολιτεία να βγει μπροστά και να ενημερώσει, όπως έγινε και με το AIDS».
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗ.
Μαζικός πληθυσμιακός έλεγχος σε όλους τους άνδρες δεν συνιστάται καθότι έτσι οδηγούμαστε σε υπερδιάγνωση καρκίνων που δεν είναι κλινικά σημαντικοί, καθώς και σε υπερθεραπεία που επηρεάζει την ποιότητα της ζωής των ανδρών, φυσικά και τα οικονομικά του συστήματος υγείας. Είναι χαρακτηριστικά όσα τόνισε ο Διευθυντής της Γ΄ Ουρολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ Γεράσιμος Αλιβιζάτος: «…Για κάθε 1.410 άνδρες που ελέγχουμε με psa και δακτυλική εξέταση, οι 48 χειρουργούνται αλλά μόνο για τον έναν είμαστε σίγουροι ότι του σώσαμε τη ζωή. Για τους άλλους 47 έχουμε αμφιβολίες. Αυτό που προτείνεται είναι η εφαρμογή screening σε ορισμένες ηλικίες και κατηγορίες ασθενών και με επιλεκτικές διαγνωστικές πρακτικές. Σε γενικές γραμμές, άνδρες άνω των 45 ή 50 και με υψηλό psa στις ηλικίες 40 και 60 ετών θα πρέπει να είναι στο στόχο μας. Η εξέταση σε άνδρες υψηλού κινδύνου θα πρέπει να γίνεται κάθε 2 χρόνια, ενώ σε άνδρες χαμηλού κινδύνου κάθε 4 χρόνια. Επιπλέον, εάν εκτιμούμε ότι ο άνδρας έχει προσδόκιμο ζωής μεγαλύτερο της 15ετίας, τότε να γίνονται εξετάσεις και μετά την ηλικία των 75 ετών».
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΝΕΥΜΟΝΑ.
Ο προληπτικός έλεγχος (screening) σε πληθυσμούς υψηλού κινδύνου δεν έχει εφαρμοστεί στον καρκίνο του πνεύμονα. Εν τούτοις, όπως επισημάνθηκε από τον πνευμονολόγο του νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ Δημήτρη Κυρούση, στον πρωτογενή καρκίνο του πνεύμονα, με όζο μεγέθους μικρότερου του ενός εκατοστού, η επιβίωση για το 88% των ασθενών είναι τουλάχιστον 10ετής, κάτι που αναδεικνύει την αξία της έγκαιρης διάγνωσης. Επιπλέον, μια πολυκεντρική μελέτη στις ΗΠΑ, σε 55.000 άτομα υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου του πνεύμονα, έδειξε ότι η θνητότητα μειώθηκε κατά 20% σε όσους εντάχτηκαν στο σκέλος της κατ' έτος παρακολούθησης με αξονική τομογραφία θώρακα χαμηλής ακτινοβολίας. Η μελέτη λογίζεται πολύ σοβαρά υπόψη, με την επισήμανση όμως ότι θα πρέπει να υπάρχει η κατάλληλη υποδομή στα νοσοκομεία για ένα τόσο μαζικό πρόγραμμα ελέγχου, ενώ θα πρέπει θα συνυπολογισθεί και η παράμετρος των πολλών ψευδώς θετικών ευρημάτων.
ΧΡΟΝΙΑ ΜΥΕΛΟΓΕΝΗΣ ΛΕΥΧΑΙΜΙΑ.
Σύμφωνα με όσα υπογράμμισε στο συνέδριο η αναπληρώτρια καθηγήτρια Οικονομικής Ανάλυσης Κοινωνικής Πολιτικής και Οικονομικών της Υγείας, Μαίρη Γείτονα, «…όλες οι μελέτες για τέσσερις κατηγορίες αιματολογικών καρκίνων με 9 θεραπευτικούς παράγοντες, αποδεικνύουν ότι- παρά τις υψηλές τιμές- οι θεραπείες είναι αποδοτικές και οι ασθενείς πρέπει να έχουν πρόσβαση σε αυτές.