H διαφορά στο momentum μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού έχει μεγαλώσει, με τις ευρωπαϊκές αγορές να έχουν μπει σε νέες περιπέτειες μετά την προκήρυξη εθνικών εκλογών στη Γαλλία και την άνοδο των spreads στην αγορά των ομολόγων, τη στιγμή που μια συγκεκριμένη ομάδα μετοχών στη Wall κάθε εβδομάδα δίνει νέα υψηλά.
Μόνο την προηγούμενη εβδομάδα και με βάση στοιχεία του βρετανικού data provider LSEG, οι BNP Paribas, Credit Agricole και Societe Generale έχασαν συνολικά 19 δισ. κεφαλαιοποίηση μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες, κάτω από το βάρος των δημοσκοπήσεων, σύμφωνα με τις οποίες η Ακροδεξιά θα επικρατήσει στις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου στη Γαλλία.
Η Γαλλία ήδη πληρώνει ακριβότερα την χρηματοδότηση της από την Πορτογαλία, ενώ σύμφωνα με τις δηλώσεις του Γάλλου Υπουργού Οικονομικών, η πολιτική κατάσταση θα μπορούσε να καταλήξει ακόμα και σε οικονομική κρίση.
Το spread των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων 10ετούς λήξης Γαλλίας- Γερμανίας ανέρχεται πλέον στο υψηλότερο επίπεδο από το Νοέμβριο του 2012, ενώ οι προβληματισμοί στην αγορά των ομολόγων δεν περιορίζονται μόνο στα κρατικά ομόλογα της Γαλλίας, όπως υποδεικνύει ξεκάθαρα η διεύρυνση των spreads και των άλλων χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Το ρεπορτάζ του Reuters σύμφωνα με το οποίο, πέντε κεντρικοί τραπεζίτες στη Φρανκφούρτη υποστηρίξαν το Σαββατοκύριακό ότι δεν υπάρχουν σχέδια από την ΕΚΤ για αγορά γαλλικών ομολόγων και ότι εναπόκειται στη γαλλική πολιτική να καθησυχάσει τους επενδυτές, επιβάρυνε ακόμα περισσότερο το κλίμα στην αγορά των ομολόγων.
Wall Street δεν είναι μόνο οι μετοχές τεχνολογίας
Αν και τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στην Ευρώπη κάτω από τον φόβο μιας ευρύτερης διόρθωσης, εντούτοις δεν πρέπει να περνάμε στα «ψιλά» γράμματα τις μακροοικονομικές εξελίξεις στις ΗΠΑ, πόσο μάλλον από τη στιγμή που οι περισσότεροι δείκτες της Wall «γράφουν» ιστορικά υψηλά.
Προσέξτε όμως, ιστορικά υψηλά που δεν συνεπάγονται κέρδη για όλο το φάσμα του ταμπλό.
Σε αντίθεση με τον τεχνολογικό δείκτη Nasdaq και τον S&P500 που αναρριχώνται από το ένα ιστορικό υψηλό στο άλλο, ο βιομηχανικός Dow Jones βρίσκεται και αυτός όπως οι περισσότερες ευρωπαϊκές αγορές πέριξ του μέσου κινητού των 90 ημερών.
Προφανώς υπάρχουν προβληματισμοί που πλανώνται πάνω σε ένα κομμάτι της αγοράς και συγκεκριμένα σ’εκείνο που είναι πιο ευαίσθητο στην πορεία των μακροοικονομικών στοιχείων.
Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε για παράδειγμα κάποιες ανακοινώσεις που προκαλούν ανησυχίες.
Καταρχάς, η εμπιστοσύνη καταναλωτή στις ΗΠΑ υποχώρησε τον Ιούνιο, ενώ αναμενόταν άνοδος.
Την ίδια στιγμή οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό σε ορίζοντα έτους διατηρήθηκαν στο 3,3%, ενώ αναμενόταν υποχώρηση. Οφείλουμε να προσέξουμε επίσης ότι οι πενταετείς προοπτικές για τον πληθωρισμό αυξήθηκαν στο 3,1% από 3,0% τον προηγούμενο μήνα.
Οι παραπάνω ανακοινώσεις οδήγησαν τον αξιωματούχο της Fed Kashkari να δηλώσει ότι θεωρεί πως αν η Fed προβεί σε μία μείωση των επιτοκίων φέτος, αυτή θα είναι προς το τέλος του έτους.
Ένα άλλο σημείο εγρήγορσης είναι η υψηλή συγκέντρωση προβληματικών δανείων για εμπορικά κέντρα και γραφεία που παρατηρείται στις ΗΠΑ και για την οποία μίλησε την προηγούμενη εβδομάδα υψηλόβαθμο στέλεχος της Pimco.
Όλα δείχνουν ότι μια ακόμα κρίση των περιφερειακών τραπεζών δεν αποκλείεται να υποβόσκει. Η Pacific Investment Management προειδοποίησε την προηγούμενη εβδομάδα ότι υπάρχει ισχυρή πιθανότητα ακόμα και για νέες χρεοκοπίες στον κλάδο, καθώς αρκετές τράπεζες έχουν υψηλή έκθεση σε δάνεια για κατασκευή εμπορικών ακινήτων που σε κάποιες περιπτώσεις, η τρέχουσα αγοραία αξία τους είναι πλέον μικρότερη της αξίας του παρελθόντος, αλλά και του ύψους δανειοδότησής τους.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι το γεγονός ότι η New York Community Bancorp μείωσε το μέρισμά της και αύξησε τις προβλέψεις της για δυνητικά επισφαλή δάνεια, προχωρώντας τελικά σε αύξηση κεφαλαίου, η οποία οδήγησε τη μετοχή σε πτώση 17% τον τελευταίο μήνα.
Η US Bancorp επίσης αύξησε τις προβλέψεις της για ζημίες, ενώ η Axos Financial σημείωσε επίσης πτώση άνω του 15% τον τελευταίο μήνα, με επίκεντρο τις ανησυχίες για τα δάνεια ακινήτων της τράπεζας.
Το γεγονός ότι η Fed αναμένεται να καθυστερήσει τις μειώσεις των επιτοκίων σαφώς και επιδεινώνει τις ανησυχίες για τις περιφερειακές αμερικανικές τράπεζες, καθώς οι ιδιοκτήτες των εμπορικών ακινήτων έχουν αρχίσει να δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στο υψηλό κόστος χρήματος, κάτι που αντικατοπτρίζεται στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ακόμα και το Bloomberg σε πρόσφατο άρθρο του χαρακτήρισε το τοπίο των περιφερειακών τραπεζών στις ΗΠΑ «σκοτεινό».
Η αλήθεια είναι όμως ότι υπάρχουν και « αχτίδες φωτός».
Για παράδειγμα, η απροσδόκητη πτώση που σημείωσαν τον Μάιο οι τιμές εισαγωγών στις ΗΠΑ εν μέσω χαμηλότερων τιμών στην ενέργεια, δίνουν μια τονωτική ένεση στην αισιοδοξία ότι ο πληθωρισμός μπορεί να συνεχίσει να επιβραδύνει τους επόμενους μήνες, δίνοντας τα περιθώρια στην Fed να μειώσει επιτέλους τα επιτόκια της.
Οι τιμές εισαγωγών υποχώρησαν 0,4% τον προηγούμενο μήνα, μετά το άλμα του Απριλίου κατά 0,9% όπως έδειξαν τα στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ. Πρόκειται για την πρώτη μείωση στις τιμές εισαγωγών από τον Δεκέμβριο και κόντρα στις μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών οι οποίοι ανέμεναν για μικρή αύξηση των τιμών κατά 0,1%.
Τα στοιχεία επίσης που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα στις ΗΠΑ έδειξαν ήπιες μετρήσεις του πληθωρισμού για τον Μάιο, καθώς οι τιμές στην ενέργεια υποχώρησαν.
Αν και οριακή η βελτίωση, εντούτοις αν συνεχιστεί θα βελτιώσει το κλίμα. Σε αυτό ποντάρουν οι αγορές για δύο μειώσεις επιτοκίων φέτος από τη Fed, παρά το γεγονός ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ στις εκτιμήσεις που έδωσε στη δημοσιότητα μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης της την προηγούμενη Τετάρτη άφησε να φανεί ότι οι αξιωματούχοι της τράπεζας περιμένουν μια μόνο μείωση των επιτοκίων αυτό το έτος.
Βέβαια και αυτό το σημείο θέλει προσοχή. Αν η Fed παραμείνει εν τέλει περιοριστική για καιρό, διαψεύδοντας την αισιοδοξία των αναλυτών και των αγορών, τότε θα μπορούσε να υπάρξει νευρικότητα στο σύνολο της Wall.
Υπάρχουν νέα που έχουν επίσης διπλή ανάγνωση. Για παράδειγμα, την Παρασκευή ανακοινώθηκε ότι το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε τον Ιούνιο, καθώς τα νοικοκυριά ανησυχούσαν για τον πληθωρισμό και τα εισοδήματα.
Πιο συγκεκριμένα, η προκαταρκτική μέτρηση του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν για τον συνολικό δείκτη καταναλωτικού κλίματος διαμορφώθηκε στο 65,6 αυτόν τον μήνα, σε σύγκριση με την τελική μέτρηση του 69,1 τον Μάιο. Οι οικονομολόγοι δε που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters είχαν προβλέψει προκαταρκτική μέτρηση στο 72,0.
Από τη μια η κούραση του Αμερικανού καταναλωτή είναι καλά νέα για τον περαιτέρω έλεγχο των τιμών, που θα επιτρέψουν στη Fed να προχωρήσει γρήγορα στην πολυπόθητη μείωση των επιτοκίων.
Από την άλλη όμως, αν συνεχίσουν οι εκτιμήσεις για την κατανάλωση να υποχωρούν από ένα σημείο και μετά, ίσως το σενάριο της ήπιας προσγείωσης των ΗΠΑ να τεθεί υπό αμφισβήτηση.
Αυτές είναι οι ανησυχίες που αν και αποσιωπούνται από τους τεχνολογικούς δείκτες, αντικατοπτρίζονται πλήρως στον βιομηχανικό δείκτη Dow Jones.
Τυχόν παραμονή του δε κάτω από τις 38855 μονάδες θα πρέπει να μας προβληματίσει.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.