Η πολύκροτη πώληση της Μέριλιν του Γουόρχολ στα 195 εκατ. δολάρια την περασμένη εβδομάδα, έκανε σαφές αυτό: οι «συνήθεις ύποπτοι», παρά τους κλυδωνισμούς στο πεδίο της μάχης ή της διεθνούς αγοράς, εξακολουθούν να πιάνουν στις δημοπρασίες υψηλές «πτήσεις» και φτάνουν, έστω δύσκολα, τον στόχο που θέτουν οι οίκοι. Οι υπεύθυνοι του Christie’s θέλησαν - και το κατόρθωσαν - να αναδείξουν τη «Μονρόε» ως το πιο ακριβό έργο της κατηγορίας του, ξεπερνώντας ηχηρά ονόματα του 20ου αιώνα, όπως ο Πικάσο. Μπορεί τα ποσά αυτά να δίνουν πηχυαίους τίτλους στον Τύπο, αλλά δεν είναι ακριβώς η ουσία. Την αγορά τέχνης κινούν, όχι μόνο τα περιζήτητα έργα, αλλά κι όσα πρόκειται να μας απασχολήσουν στο μέλλον. Αυτά που με τη σειρά τους θα μείνουν στην ιστορία της τέχνης ως «κλασικά».
Την περασμένη Τρίτη, λοιπόν, ο Christie's απευθύνθηκε σε «συλλέκτες - ραβδοσκόπους» κι έστρεψε την προσοχή σε «ελπιδοφόρους» δημιουργούς μέσα από την «πώληση σύγχρονης τέχνης του 21ου αιώνα». Συνολικά, η δημοπρασία συγκέντρωσε 103 εκατομμύρια δολάρια, λίγο λιγότερο από την υψηλή εκτίμηση των 106 εκατομμυρίων δολαρίων. Το γεγονός διέθεσε 31 έργα, αποφέροντας ιδιαίτερα υψηλές τιμές σε πίνακες μαύρων καλλιτεχνών όπως οι Amoako Boafo, Reggie Burrows Hodges και Ouattara Watts.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι τα πήγαν εξαιρετικά καλά γυναίκες καλλιτέχνιδες - μεταξύ των οποίων οι Shara Hughes, Ewa Juszkiewicz, Elizabeth Peyton και Lisa Yuskavage - αλλά και σχετικά άγνωστα ονόματα, όπως η 27χρονη ζωγράφος Anna Weyant, την οποία ο γνωστός έμπορος Larry Gagosian άρχισε πρόσφατα να εκπροσωπεί. Όσοι παρακολουθείτε από κοντά την αγορά των NFT’s κρατήστε και το όνομα του Τουρκοαμερικανού Refik Anadol, ο οποίος πρόσφερε το μοναδικό NFT της βραδιάς.
«Αναζητούμε την επόμενη μεγάλη γενιά καλλιτεχνών», δήλωσε χαρακτηριστικά η ειδικός Ana Maria Celis, και δεν έκρυψε τις προθέσεις του οίκου. «Υπάρχει περιορισμένη προσφορά καλών έργων - των λεγόμενων και blue chip πινάκων – γι’ αυτό και οι συλλέκτες, αλλά και οι οίκοι δημοπρασιών, επιχειρούν την ανάδειξη νέων ονομάτων. Εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης, το τυπικά μακρύ «ταξίδι» των καλλιτεχνών στις αίθουσες του Christie's ή του Sotheby's επιταχύνεται όλο και περισσότερο.
Μόλις πέρυσι, ο Hodges, δημιουργός visual artist, έκανε την πρώτη του ατομική έκθεση στην γκαλερί Karma της Νέας Υόρκης, και μόλις οκτώ μήνες μετά σημείωσε ρεκόρ δημοπρασίας: ένας από τους πίνακές του εκτιμήθηκε από 40.000 έως 70.000 δολάρια και πωλήθηκε για περισσότερα από 600.000 δολ. Στον οίκο Christie's την Τρίτη, το «Intersection of Color: Experience», πουλήθηκε για 706.000 δολάρια, ενώ εκτιμήθηκε από 200.000 έως 300.000 δολάρια.
Πάντοτε υπήρχε ενδιαφέρον για «νέο αίμα» στην τέχνη θα πει κάποιος. Πώς εξηγείται, λοιπόν, η εκτίναξη των ταλέντων; Εν μέρει, λένε οι ειδικοί του χώρου, σχετίζεται με την προσοχή των συλλεκτών σε έγχρωμους καλλιτέχνες στον απόηχο του κινήματος Black Lives Matter. «Όλα άλλαξαν το 2020», πιστεύει η Mashonda Tifrere, σύμβουλος τέχνης. «Από τον Δεκέμβριο του 2021, έχω πουλήσει πάνω από 60 έργα ανερχόμενων καλλιτεχνών της Αφρικής ή της αφρικανικής διασποράς».
Ο Ouattara Watts, καλλιτέχνης από την Ακτή Ελεφαντοστού, του οποίου ο πίνακας «Afro Beat» πουλήθηκε για 781.000 δολάρια με εκτίμηση από 100.000 έως 150.000 δολάρια, είχε ατομική έκθεση στου Gagosian το 1995. «Τώρα, όμως, είναι η κατάλληλη εποχή για να ανακαλύψεις καλλιτέχνες με τους οποίους έπρεπε να έχουμε συνομιλήσει καιρό πριν», λέει ένας σύμβουλος τέχνης, θεωρώντας ότι «επιτέλους, παίρνουν τη θέση που τους αξίζει».
Έργα έγχρωμων καλλιτεχνών ανέβηκαν στα ύψη πολύ πάνω από τις εκτιμήσεις τους. Το «Yellow dress» του Μπόαφο πουλήθηκε για 819.000 δολάρια με εκτίμηση από 250.000 έως 350.000 δολάρια. Το έργο του γεννημένου στο Πακιστάν καλλιτέχνη Salman Toor, «Girl and Boy With Driver», πουλήθηκε για 882.000 δολάρια, ενώ εκτιμήθηκε από 150.000 έως 200.000 δολάρια. Αντιστοίχως, μια μεγάλη ομάδα γυναικών καλλιτεχνών τα πήγε επίσης καλά. Το έργο της Weyant με τίτλο «Summertime», που άνοιξε τη βραδιά στον εκθεσιακό χώρο του Christie's Rockefeller Center, κατέληξε σε αγοραστή από το Χονγκ Κονγκ στο ποσό των 1,5 εκατομμυρίων δολαρίων.
Εκτιμήθηκε από 200.000 έως 300.000 δολάρια και υπήρξε μήλο της έριδος ανάμεσα σε έντεκα διεκδικητές, σε μία «αναμέτρηση» που διήρκεσε οκτώ «ατελείωτα» λεπτά. Ένα «φανταστικό τοπίο» της Χιουζ, η οποία πέρυσι είχε έκθεση στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Σεντ Λούις, πουλήθηκε για 2,9 εκατομμύρια δολάρια με εκτίμηση από 500.000 έως 700.000 δολάρια. Και το «Portrait of a Lady (After Louis Leopold Boilly)» της Juszkiewicz, η οποία εξερευνά το φύλο στην ευρωπαϊκή ζωγραφική παράδοση, κόστισε 1,6 εκατομμύρια δολάρια, έχοντας εκτιμηθεί από 200.000 έως 300.000 δολάρια.
Οι πωλήσεις ορισμένων από τους πιο καταξιωμένους καλλιτέχνες ήταν λιγότερο ανοδικές. Ο πιο ακριβοπληρωμένος λαχνός στην πώληση είχε την υπογραφή του Ρίχτερ και πουλήθηκε για 36,5 εκατομμύρια δολάρια, λίγο πάνω από την εκτίμηση των 35 εκατ. δολαρίων, ενώ ο Sigmar Polke έφτασε τις 819.000 δολάρια, κάτω από τη χαμηλή εκτίμηση των 1,2 εκατομμυρίων δολαρίων.
«Πολλοί αυθεντικοί καλλιτέχνες που αποκλείονταν λόγω φύλου ή χρώματος έρχονται στο φως», δήλωσε η παρουσιάστρια του podcast Cerebral Women Art Talks, Phyllis Hollis. Κι όπως πολύ σωστά παρατηρεί «η δημοπρασία είναι ένας τρόπος για να εδραιωθούν οι έγχρωμοι καλλιτέχνες. Ο επενδυτικός κόσμος αναγνωρίζει σήμερα το ταλέντο καλλιτεχνών που, για διάφορους λόγους, δεν εκπροσωπούνται ισότιμα στην αγορά και αυτό είναι πολλά υποσχόμενο».