Με τους μικροεπενδυτές να κυνηγούν μανιωδώς μετοχές σε εξωφρενικές αποτιμήσεις ενώ άλλες ζημιογόνων επιχειρήσεων εκτοξεύονται, οι ψίθυροι που ακούγονται όλο και περισσότερο στη χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ μιλούν για φούσκες που κάποια στιγμή θα σκάσουν και θα οδηγήσουν σε διόρθωση που θα βάλει τέλος στο ενθουσιώδες κλίμα.
Τα πολύ χαμηλά επιτόκια σε συνδυασμό με την άπλετη προσφορά χρήματος και την αισιοδοξία ότι οι εμβολιασμοί θα νικήσουν την πανδημία προκάλεσαν κούρσα που πρόσθεσε περίπου $33 τρισ. στην κεφαλαιοποίηση της παγκόσμιας χρηματιστηριακής αγοράς από τα χαμηλά του περασμένου Μαρτίου.
Η κατάσταση ευφορίας αποτυπώνεται στον δείκτη μικρής κεφαλαιοποίησης Russell 2000. Οι μετοχές πολλών επιχειρήσεων που τον συγκροτούν σημείωσαν υπεραπόδοση σχεδόν 50% έναντι του δείκτη παρά τις λειτουργικές τους ζημίες.
Το επισημαίνει και η Goldman Sachs σε έκθεση της: «Υπάρχουν τμήματα της αγοράς όπου η συμπεριφορά των επενδυτών είναι συνώνυμη με κλίμα φούσκας». Σύμφωνα με την επενδυτική τράπεζα, η υπεραπόδοση των ζημιογόνων επιχειρήσεων αυτή τη φορά υπολείπεται της μεγάλης φούσκας των dot.com το 1999-2000, τότε που υπήρξε υπεραπόδοση 140%, και μοιάζει περισσότερο με τη φούσκα που ακολούθησε την χρηματοοικονομική κρίση του 2008.
Η άποψη της JPMorgan είναι οτι οι καυτές ζώνες της χρηματιστηριακής αγοράς οδεύουν προς διόρθωση που θα συμπαρασύρει καθοδικά και τους χρηματιστηριακούς δείκτες. Οταν η διόρθωση έρθει, θα υπάρξουν αγοραστικές ευκαιρίες.
Η πραγματικότητα είναι ότι οι αποτιμήσεις των μετοχών έχουν αναρριχηθεί σε επίπεδα που είχαμε να δούμε από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, χωρίς αυτό όμως να απασχολεί ιδιαίτερα τους επενδυτές με τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ και τις κεντρικές τράπεζες να υπόσχονται ότι θα τα διατηρήσουν εκεί μέχρις ότου η ανάκαμψη θα έχει εδραιωθεί για τα καλά.
Όσο για τις υπερβολές, τα παραδείγματα δεν είναι λίγα. Αρκεί μια ματιά στη μετοχή της κατασκευάστριας ηλεκτρικών αυτοκινήτων Tesla που έχει εκτοξευτεί 800%, της Blink Charging, παραγωγού εξοπλισμού φόρτισης αυτοκινήτων, της οποίας η μετοχή έχει σημειώσει άνοδο 2000% σε ένα χρόνο, αλλά και από τον δείκτη των δημόσιων εγγραφών ο οποίος έχει διπλασιαστεί από τον Μάρτιο. Συγκριτικά ο δείκτης S&P 500 έχει απόδοση 57%.
Καταλυτικό ρόλο στην μεγάλη άνοδο των τιμών έχει παίξει και η συμμετοχή των μικροεπενδυτών. Η χρηματιστηριακή eToro είχε πάνω από 380.000 νέους πελάτες τις πρώτες 11 ημέρες του 2021.
Η μετοχή της GameStop που παράγει βιντεοπαιχνίδια εκτινάχθηκε 50% την Δευτέρα, παρά την κούρσα του 250% πέρυσι, καθώς η δύναμη της μετοχής τρόμαξε αυτούς που την είχαν σορτάρει, προκαλώντας πανικό αγορών για να προλάβουν τη διόγκωση των ζημιών. Ένα κλασικό short-squeeze, με την άνοδο να συμπαρασύρει τους μικροεπενδυτές για γρήγορα κέρδη.
Και όλα αυτά όταν σε πρόσφατη σφυγμομέτρηση της Deutsche Bank, το 90% των ερωτηθέντων δήλωνε ότι βλέπει φούσκες σε ζώνες της χρηματιστηριακής αγοράς, προβλέποντας οτι η μετοχή της Tesla θα χάσει τη μισή της αξία.
Ωστόσο, φούσκες δεν βλέπουν όλες οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες.
Όπως σημειώνει η Citi, «Ολοι μας ρωτούν για φούσκες αλλά ακόμη και οι πιό υπερτιμημένοι χρηματιστηριακοί δείκτες υπολείπονται σημαντικά από αυτό που συνέβη σε προηγούμενες φούσκες.
Στα τρέχοντα επίπεδα, ο δείκτης S&P έχει Ρ/Ε 22 που είναι χαμηλότερο επίπεδο από το Ρ/Ε 25 την περίοδο της φούσκας των dot.com. Η Citi εκτιμά ότι η χρηματιστηριακή αγορά έχει αρκετό δρόμο ακόμα προς τα πάνω.
Με την απόδοση του παγκόσμιου δείκτη 10ετών κρατικών και εταιρικών ομολόγων ομολόγων Bloomberg Barclays Multiverse μόλις στο 1%, βρισκόμαστε στο χαμηλότερο σημείο στην 22ετή ιστορία του και πολύ χαμηλότερα από το 6,2% που σημειώθηκε στην κορυφή της φούσκας των dot.com.
Και παρόλο που το ενδεχόμενο μιας σφιχτότερης νομισματικής πολιτικής από την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θεωρείται σοβαρή απειλή για τη χρηματιστηριακή αγορά, δεν ανιχνεύεται τέτοιο σήμα στα επενδυτικά ραντάρ προς το παρόν.
Ιστορικά, οι φούσκες δεν έχουν τα χαρακτηριστικά του εύθραυστου, δεν σκάνε με την οσμή νομισματικής σύσφιξης. Συμπεριφέρονται περισσότερο σαν τρένα εκτός ελέγχου που όταν σπάσουν καταστρέφουν καριέρες.
Δεν σταματούν εύκολα. Και παρά τα σημάδια κερδοσκοπικής υπερβολής που εκφράζονται σε σφυγμομετρήσεις επενδυτών, η ρευστότητα που ειναι παρκαρισμένη σε αμοιβαία διαχείρισης διαθεσίμων και σε λογαριασμούς αποταμίευσης από νοικοκυριά και επιχειρήσεις είναι σημαντικά μεγαλύτερη από τα επίπεδα πριν την πανδημία.
Οπως συνοψίζει η Morgan Stanley, η εικόνα είναι μικτή. «Υπάρχει υπερβολή σε συγκεκριμένες μετοχές και δικαιώματα προαίρεσης αλλά γενικότερα οι επενδυτικές ροές δεν είναι τόσο υπερβολικές. Τα hedge fund μπορεί να εκπέμπουν αισιοδοξία, αλλά πολλές επιχειρήσεις και ιδιώτες επενδυτές κρατούν ρευστότητα στον πάγκο δεδομένης της αβεβαιότητας».