Καθημερινή πλέον είναι η επιδείνωση στις αγορές που κινούνται χωρίς φρένα, με τον Dow να χάνει για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 2021 την ψυχολογική στήριξη των 30.000 μονάδων και να απέχει μόλις 1,3% από το όριο κάτω από το οποίο περνάει σε bear market, όπως έχει ήδη συμβεί για τους S&P 500 και Nasdaq.
Το κλίμα κάθε ημέρα γίνεται ολοένα και χειρότερο, καθώς η μία μετά την άλλη οι κεντρικές τράπεζες υιοθετούν επιθετικές πολιτικές και οι επενδυτές φοβούνται ότι η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων θα επιβραδύνει την οικονομική δραστηριότητα, οδηγώντας τις οικονομίες σε ύφεση.
Το σημείο όπου ο Dow μπαίνει σε bear market είναι οι 29.570 μονάδες και αν χάσει αυτά τα επίπεδα ανοίγει ο δρόμος για εξαιρετικά νέα χαμηλά. Χθες ο Dow έκλεισε στις 29.927, και βρίσκεται μόλις 1,3% πάνω από το επίπεδο του bear market. Αν χάσει ακόμη 400 μονάδες μπαίνει σε ζώνη bear market.
Στον χορό των επιτοκιακών αυξήσεων μπήκε χθες και η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας με μια κίνηση - έκπληξη που «σόκαρε» τις αγορές. Αύξησε το παρεμβατικό της επιτόκιο για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια και δεν έκρυψε ότι είναι έτοιμη και για περαιτέρω αυξήσεις, συμμετέχοντας και αυτή στην προσπάθεια καταπολέμησης του πληθωρισμού.
Η ελβετική κεντρική τράπεζα αύξησε το επιτόκιο της στο -0,25% από -0,75%, επίπεδο στο οποίο το διατηρούσε επί 15ετία, στέλνοντας την ισοτιμία του ελβετικού φράγκου υψηλότερα. Η πλειοψηφία των οικονομολόγων περίμεναν ότι θα κρατήσει το επιτόκιο αμετάβλητο. Η κίνηση της ακολούθησε την αμερικανική Federal Reserve που αποφάσισε μεγάλη αύξηση κατά 0,75% την Τετάρτη. Το παρεμβατικό επιτόκιο της ελβετικής κεντρικής τράπεζας ήταν το χαμηλότερο μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών του κόσμου.
Για τις αγορές η κίνηση έδεσε τη μεγάλη εικόνα, ότι δηλαδή οι κεντρικές τράπεζες είναι ανήσυχες πλέον, γιατί αντιλαμβάνονται ότι έχουν μείνει πίσω από την καμπύλη επιτοκίων και πρέπει να καλύψουν την απόσταση. Το φράγκο ενισχύθηκε 1,8% έναντι του ευρώ και 1,4% έναντι του δολαρίου.
Στον χορό μπήκε και η Τράπεζα της Αγγλίας και η κεντρική τράπεζα της Ουγγαρίας. Στο Λονδίνο η νομισματική αρχή ήταν πιο συγκρατημένη με την πέμπτη κατά σειρά αύξηση επιτοκίων από τον Δεκέμβριο κατά 25 μονάδες βάσης στο 1,25%, δηλώνοντας ωστόσο έτοιμη να δράσει αποφασιστικά για να εξαλείψει τους κινδύνους από τον πληθωρισμό που δείχνει να οδεύει πάνω από το 11%.
Στη Βουδαπέστη η κεντρική τράπεζα έκανε επίσης την έκπληξη, ανεβάζοντας το καταθετικό της επιτόκιο κατά μισή ποσοστιαία μονάδα στο 7,25% για να τιθασεύσει τον διψήφιο πληθωρισμό.
Η νέα ρουκέτα από την Τράπεζα της Ελβετίας ξανατάραξε τα νερά στις αγορές ομολόγων της ευρωζώνης με τις αποδόσεις να ανεβαίνουν υψηλότερα. Μια ημέρα μετά τη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι θα επισπεύσει νέο εργαλείο για να αποφύγει τον κατακερματισμό της νομισματικής πολιτικής και να ηρεμήσει το κλίμα στα κρατικά ομόλογα της περιφέρειας του νότου, η απόδοση στο γερμανικό 10ετές ομόλογο χτύπησε το 1,84%, ανεβαίνοντας 18 μονάδες βάσης.
Το spread του με το ελληνικό 10ετες μαζεύτηκε λίγο στις 254 μβ. Η απόδοση στα 10ετη ιταλικά ομόλογα έπεσε στο 3,96% από 4% πριν.
Μετά την «τριπλέτα» επιτοκιακών αυξήσεων από Fed, Tράπεζα Ελβετίας και Τράπεζα Αγγλίας, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια έκλεισαν με απώλειες με τον φόβο μιας παγκόσμιας ύφεσης να κυριαρχεί. Ο πανευρωπαϊκός δείκτης STOXX 600 έχασε 2,3%, έχοντας καταγράψει πτώση άνω του 18% από το υψηλό του Ιανουαρίου. Στο Παρίσι ο δείκτης CAC40 έχασε 2,4% και οι απώλειες του από το υψηλό υπερβαίνουν το 20%, πτώση που επιβεβαιώνει ότι βρίσκεται σε «bear market». Μεγαλύτερη η πτώση του DAX στη Γερμανία που έχασε 3,3% και αντίστοιχη ήταν η βουτιά του FTSE στο Λονδίνο που έκλεισε 3,1% χαμηλότερα. Στη Ζυρίχη ο SMI έπεσε 2,9% και έχει απώλειες άνω του 19% από το υψηλό του τον Ιανουάριο. Οι μετοχές της Credit Suisse και της UBS έχασαν πάνω από 3%.
Η σκυτάλη πέρασε στη Wall Street όπου οι δείκτες έκαναν νέα βουτιά με το sell off να χτυπά περισσότερο τις λεγόμενες μετοχές ανάπτυξης, καθώς οι ανησυχίες για ύφεση κλιμακώνονται μετά τη μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων από τη Fed από τo 1994.
Ο δείκτης S&P 500 στην αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά χάνει 22,6% από το ξεκίνημα του 2022 και βρίσκεται σε «bear market». Mαζί με τον δείκτη Nasdaq δείχνουν ότι θα υποστούν την 10η συνεχή εβδομαδιαία πτώση τις τελευταίες 11 εβδομάδες.
Χωρίς αμφιβολία η χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ αντικατοπτρίζει τις αμφιβολίες των επενδυτών για το αν η Fed καταφέρει ομαλή προσγείωση της οικονομίας, χωρίς ύφεση. Οι αναλυτές στην τράπεζα Wells Fargo δίνουν πάνω από 50% πιθανότητα ύφεσης, ενώ και άλλες επενδυτικές τράπεζες όπως η Deutsche Bank και η Morgan Stanley βλέπουν αυξημένο κίνδυνο για μια ύφεση.
Το επακόλουθο είναι ότι αυξάνεται το ρίσκο για την πορεία της κερδοφορίας των αμερικανικών επιχειρήσεων από τον υψηλό πληθωρισμό, το δυνατό δολάριο και τα ανοδικά επιτόκια, περιπλέκοντας την εικόνα για τους επενδυτές που ήδη γράφουν σημαντικές ζημιές από την πτώση του S&P 500.
Οι προβλέψεις των αναλυτών έχουν αναθεωρηθεί χαμηλότερα για τα εταιρικά κέρδη του δεύτερου τριμήνου, ωστόσο, αυτές για τα επόμενα τρίμηνα και όλο το 2022 έχουν διατηρηθεί σταθερές και οι γκουρού στρατηγικής στους επενδυτικούς οίκους εκτιμούν ότι δεν θα επιβεβαιωθούν.
Πτωτικές προσδοκίες όσον αφορά στην προοπτική κερδοφορίας των επιχειρήσεων μπορεί να επιφυλάσσουν νέες αναταράξεις για τη χρηματιστηριακή αγορά. Η επιθετική στάση της Fed ενάντια στον πληθωρισμό θα έχει επιπτώσεις στον ρυθμό ανάπτυξης.