Πάνω από τα 3.350 δολάρια και σε νέα ιστορικά υψηλά αναρριχήθηκε η τιμή του χρυσού, εν τω μέσω ακραίας αβεβαιότητας με φόντο τη συνεχιζόμενη κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας, τις δηλώσεις του Τζέι Πάουελ και τις αυξημένες πιθανότητες παγκόσμιας ύφεσης. Σε… ιστορικό υψηλό, όμως, βρίσκονται και οι ανησυχίες για το μέλλον του δολαρίου, με την αγορά συναλλάγματος να πλέει σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα κινδυνεύει μέσα σε διάστημα λίγων ημερών να δεχθεί τεράστιο πλήγμα στο κύρος και στην αξιοπιστία του αλλά και κατ’ επέκταση στην αδιαμφισβήτητη μέχρι σήμερα κυριαρχία του.
Υπό τον φόβο ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δε θα κάνει πίσω στον πόλεμο των δασμών, οι επενδυτές κάνουν… ουρές για μία θέση στο ασφαλές καταφύγιο του χρυσού, με αποτέλεσμα η τιμή του πολύτιμου μετάλλου να ξεπερνά ακόμα και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο χρυσός κατέκτησε για πρώτη φορά στα χρονικά το υψηλό των 2.000 δολαρίων/ουγγιά τον Αύγουστο του 2020 και χρειάστηκε να περάσουν περίπου 55 μήνες ή 4,5 έτη για να ανέβει στην κορυφή των 3.000 δολαρίων στις αρχές Μαρτίου 2025. Μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές διαπραγματευόταν κοντά στα 3.350 δολάρια και οι αναλυτές πιστεύουν ότι η επόμενη κορυφή, αυτή των 4.000 δολαρίων θα έρθει πολύ πιο σύντομα, διότι οι εστίες αβεβαιότητας πολλαπλασιάζονται αντί να κλείνουν.
Ζούμε στην εποχή της απόλυτης αβεβαιότητας χωρίς μάλιστα να υπάρχει κάποια εξωγενής, όπως λ.χ. η πανδημία, κρίση και γι’ αυτό βλέπουμε μία τάση μαζικής στροφής στον χρυσό. Από τους ζάμπλουτους του πλανήτη, οι οποίοι γεμίζουν με ράβδους χρυσού και άλλα χρυσά αντικείμενα τα χρηματοκιβώτιά τους, έως τους μικροεπενδυτές που τοποθετούν τις οικονομίες τους σε ETFs χρυσού.
Είναι σαφές ότι οι ανησυχίες για τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο και οι προσπάθειες αποδολαριοποίησης πολλών κεντρικών τραπεζών, είναι δυνάμεις που διασφαλίζουν την άνοδο των τιμών. Γι’ αυτό και η Goldman Sachs αναβάθμισε τις προβλέψεις της, τοποθετώντας την τιμή του πολύτιμου μετάλλου στα 3.700 δολάρια στο τέλος του 2025. Η αμερικανική τράπεζα εκτιμά, μάλιστα, ότι στο δυσμενές για την παγκόσμια οικονομία σενάριο, ο χρυσός θα σκαρφαλώσει φέτος στα 4.500 δολάρια.
Σημαντικός είναι και ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών και ιδιαίτερα της Κίνας. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, τα κινεζικά ETFs χρυσού προσέλκυσαν 772 εκατ. δολάρια τον Μάρτιο, οδηγώντας τα συνολικά κεφάλαια υπό διαχείριση στα 14 δισ. δολάρια και τα διαθέσιμα στους 138 τόνους, με τις εισροές στο α’ τρίμηνο του 2025 να καταγράφουν ιστορικό υψηλό. Την ίδια ώρα, η κεντρική τράπεζα της Κίνας συνεχίζει να γεμίζει τα «σεντούκια» της με χρυσό, προσθέτοντας το πολύτιμο μέταλλο στα διαθέσιμά της για πέντε διαδοχικούς μήνες.
Για το δολάριο, η μεγάλη εικόνα είναι πως από μόνη της η πτώση του αμερικανικού νομίσματος αποτελεί ένα σπάνιο – με τον τρόπο που συμβαίνει - και αξιοσημείωτο γεγονός που χρήζει προσεχτικής ανάλυσης. Το πρωτοφανές στην περίπτωση της τρέχουσας κρίσης είναι ότι το δολάριο συνέχισε την πτωτική του πορεία ενώ ταυτόχρονα οι αποδόσεις των μεγαλύτερης διάρκειας αμερικανικών ομολόγων ενισχύθηκαν και οι διαφορές των πιο βραχυπρόθεσμων επιτοκίων σταθεροποιήθηκαν ή κινήθηκαν ευνοϊκά για τις ΗΠΑ.
Η κατάσταση θυμίζει έως ένα βαθμό τις επιπτώσεις των Trussonomics στη στερλίνα, της κρίσης δηλαδή που πυροδότησε ο μίνι προϋπολογισμός της Λιζ Τρας το φθινόπωρο του 2022. Βέβαια, η τότε κρίση στη Μ. Βρετανία ήταν πολύ πιο έντονη και χρειάστηκε η παρέμβαση της Τράπεζας της Αγγλίας στην αγορά βρετανικών ομολόγων αλλά και πολιτική στροφή 180 μοιρών που συνοδεύτηκε από την παραίτηση της Τρας.
Ο συνδυασμός υψηλών επιτοκίων και παράλληλης αποδυνάμωσης του νομίσματος συνήθως απαντάται σε αναδυόμενες αγορές και σίγουρα η αμερικανική δεν είναι, ούτε θα γίνει στο ορατό μέλλον, μία από αυτές. Ο κανόνας για τις ανεπτυγμένες οικονομίες λέει πως όταν τα επιτόκια ανεβαίνουν, το νόμισμα της χώρας ενισχύεται αφού είναι λογικό οι επενδυτές να θέλουν να τοποθετηθούν σε νομίσματα υψηλότερου τοκισμού.
Αυτό, λοιπόν, που βλέπουμε σήμερα είναι ότι ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν την ισχύ να ξεπεράσουν την κρίση, οι ανησυχίες για το μέλλον του δολαρίου βρίσκονται σε υπερβολικά υψηλό επίπεδο. Και αυτό γιατί οι μέχρι σήμερα διαθέσεις του Τραμπ κάνουν τους αναλυτές να φοβούνται ότι οι συνθήκες θα μπορούσαν να επιδεινωθούν σε σημείο που μέχρι πριν λίγο καιρό φάνταζε αδιανόητο.
Μεγάλο μέρος της αποσύνδεσης του δολαρίου από τις αποδόσεις των πιο μακροπρόθεσμων αμερικανικών τίτλων φαίνεται πως οφείλεται στις στρεβλώσεις που λαμβάνουν χώρα στην αγορά ομολόγων ως αποτέλεσμα των πωλήσεων πανικού σε περιβάλλον ακραίας μεταβλητότητας. Σύμφωνα με την Capital Economics, αυτό είναι κάτι που θα αντιστραφεί είτε από μόνο του, είτε μέσω παρέμβασης της Fed. Μία τέτοια εξέλιξη, βέβαια, δε θα φέρει κατ’ ανάγκη ανάκαμψη του δολαρίου, αλλά θα οδηγήσει σε πτώση τις αποδόσεις των ομολόγων.