Το χρηματιστήριο του Μιλάνου υποδέχεται έναν «ευλογημένο» κατασκευαστή θυρών

Το χρηματιστήριο του Μιλάνου υποδέχεται έναν «ευλογημένο» κατασκευαστή θυρών

Η ιταλική FAAC που κατασκευάζει μηχανισμούς για αυτόματες πόρτες διαφόρων τύπων, φημολογείται πως ετοιμάζεται να μπει στο χρηματιστήριο του Μιλάνου, εννέα χρόνια αφού πέρασε στον έλεγχο της Καθολικής Εκκλησίας. Η διοίκηση, η οποία ορίστηκε από τον Καρδινάλιο της Μπολόνιας, έχει κάνει εξαιρετική δουλειά, εξασφαλίζοντας στην Αρχιεπισκοπή περισσότερα κονδύλια για φιλανθρωπίες. Μήπως είναι ένα παράδειγμα προς μίμηση;

Σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters και των Financial Times, η ιταλική FAAC, γνωστή εταιρεία κατασκευής μηχανισμών για αυτόματες πόρτες κάθε τύπου, είναι έτοιμη να ξεκινήσει την διαδικασία για την εισαγωγή των μετοχών της στο χρηματιστήριο του Μιλάνου.

Πέρα από το ότι η είδηση είναι ευχάριστη για το χρηματιστήριο, καθώς φέτος μόνο μία εταιρεία έχει περάσει τις πύλες του, η περίπτωση της FAAC προκαλεί πρόσθετο ενδιαφέρον. Ιδιοκτήτης του 100% των μετοχών της είναι η Αρχιεπισκοπή της πόλης της Μπολόνια, στην ουσία το Βατικανό, δηλαδή η ίδια η Καθολική Εκκλησία.

Όχι, η FAAC δεν ιδρύθηκε από την Εκκλησία. Πέρασε υπό τον έλεγχό της το 2012, όταν πέθανε ο βασικός της μέτοχος και γιός του ιδρυτή της. Ο Μικελάντζελο Μανίνι, ο οποίος πέθανε άτεκνος, κληροδότησε ολόκληρο το μερίδιό του (το 66% της εταιρείας) στην Αρχιεπισκοπή της Μπολόνια.

Ο τοπικός καρδινάλιος όρισε την νέα διοίκηση της επιχείρησης και από τότε τα πράγματα έχουν πάει πολύ καλά για την FAAC. Ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε σταθερά και από τα 285 εκατομμύρια ευρώ που ήταν τότε, έφθασε τα 620 εκατομμύρια το 2020, σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ.

Η εταιρεία έχει κάνει και εξαγορές, όπως την πολύ πρόσφατη της ισραηλινής TIBA. Εν τω μεταξύ, η Αρχιεπισκοπή απέκτησε τον πλήρη έλεγχο της επιχείρησης το 2015, όταν εξαγόρασε το μειοψηφικό μερίδιο που κατείχε μία γαλλική ομοειδής εταιρεία.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Reuters και των F.T., η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας θα μπορούσε να κυμανθεί ανάμεσα στα 2 με 3 δισεκατομμύρια Ευρώ, με βάση τα οικονομικά της στοιχεία και τις αποτιμήσεις άλλων ομοειδών εταιρειών όπως η σουηδική Assa Abloy και η ελβετική Dormakaba.

Βέβαια, ακόμα δεν είναι καθόλου σίγουρο πως η εταιρεία θα προχωρήσει στην εισαγωγή των μετοχών της στο μιλανέζικο χρηματιστήριο, καθώς απέφυγε να σχολιάσει τις πληροφορίες. Αν το κάνει όμως, είναι σίγουρο πως η Αρχιεπισκοπή θα μπορέσει να εξασφαλίσει σημαντικά χρηματικά ποσά για τους φιλανθρωπικούς σκοπούς της, αρκετά περισσότερα από τα 5 με 6 εκατομμύρια ευρώ που έρχονται ως μέρος των ετήσιων κερδών της FAAC.

Σίγουρα ακούγεται παράδοξο, και μάλλον είναι κάτι αρκετά σπάνιο, το να ελέγχεται μία μεγάλη επιχείρηση από την Εκκλησία, Καθολική ή οποιαδήποτε άλλη. Στην περίπτωση μας όμως, είναι όμως απόλυτα λογικό. Αφού η Αρχιεπισκοπή απέκτησε τον έλεγχο της εταιρείας, έπρεπε να κάνει το καλύτερο δυνατόν για την αξιοποίηση αυτού του περιουσιακού στοιχείου και η εξέλιξη των πραγμάτων δείχνει πως πήρε σωστές αποφάσεις.

Εφόσον οι πληροφορίες του τύπου αποδειχθούν σωστές, θα γίνουμε μάρτυρες ενός ενδιαφέροντος πειράματος, καθώς δεν αποκλείεται να είναι η πρώτη φορά που κάποια Εκκλησία θα ελέγχει εταιρεία εισηγμένη σε μεγάλο διεθνές χρηματιστήριο. Και όταν μιλάμε για πείραμα, αναφερόμαστε στο γεγονός πως η διοίκηση, και κατ' επέκταση η Εκκλησία, θα πρέπει να «λογοδοτεί» στους υπόλοιπους μετόχους και τις αγορές την εποχή που το ESG κυριαρχεί πλέον στις αγορές.

Πέρα από αυτό, αν τελικά η FAAC εισαχθεί στο χρηματιστήριο, μπορεί να σπάσουν και κάποια «ταμπού». Πρώτoν, δεν είναι κακό να διαχειρίζεται η οποιαδήποτε Εκκλησία την περιουσία της και να έχει σχέση με τις επενδύσεις και τα χρηματιστήρια, και δεύτερον, η διαχείριση της περιουσίας δεν είναι ανάγκη να είναι «κρυφή» και αδιαφανής. Η υπόθεση FAAC θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαδιακή, όχι μόνο για την Καθολική αλλά και για άλλες Εκκλησίες.