Το comeback της χρηματιστηριακής αγοράς τον Ιανουάριο είναι ενδεικτικό για ένα πράγμα, ότι οι επενδυτές δεν πιστεύουν ότι η Fed θα διατηρήσει τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι τιμές των μετοχών και των ομολόγων ξεκίνησαν τη νέα χρονιά με άνοδο, αλλά το πιο εντυπωσιακό είναι ότι οι κινητές αξίες ιδιαίτερου ρίσκου έχουν καταγράψει υψηλότερα κέρδη.
Μια ματιά στον δείκτη μετοχών μη - κερδοφόρων επιχειρήσεων τεχνολογίας της Goldman Sachs δείχνει άνοδο 28% μετά τη βουτιά του 2022. Παρομοίως, οι πιο σορταρισμένες μετοχές του δείκτη Russell 3.000 έχουν σκαρφαλώσει 23%. Ακόμη και το bitcoin έχει ανακάμψει 43%.
Συγκριτικά, ο δείκτης S&P 500 στη Wall Street κερδίζει 7,3% μετρώντας και την άνοδο 1% της Τετάρτης όταν η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ προέβη σε μικρότερη αύξηση επιτοκίων συγκριτικά με τον Δεκέμβριο, επισημαίνοντας όμως ότι η μάχη της κατά του πληθωρισμού δεν έχει τελειώσει ακόμη.
Στους επενδυτικούς κύκλους είναι έκδηλος ο σκεπτικισμός για το αν η Fed θα κρατήσει τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα για μακρύ διάστημα παρά τις εκτιμήσεις της ότι δεν θα υπάρξουν μειώσεις φέτος.
Το σκεπτικό τους είναι ότι οι περυσινές αυξήσεις επιτοκίων θα επιβραδύνουν σημαντικά την οικονομία και θα αναγκάσουν τη Fed να τα μειώσει καθώς θα αυξάνεται η ανεργία. Άλλοι πιστεύουν οι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει γρήγορα χωρίς σοβαρή ύφεση, επιτρέποντας στη Fed να χαλαρώσει την πολιτική που ακολουθεί.
Με απλά λόγια οι αγορές εκτιμούν ότι η Fed μπλοφάρει.
Ο επικεφαλής της Fed Jerome Powell δεν προσπάθησε να αποκρούσει τις προσδοκίες για χαμηλότερα επιτόκια στη συνέντευξη τύπου της Τετάρτης και χαρακτήρισε την απόκλιση ως μία διαφορετική προοπτική για το πόσο γρήγορα θα πέσει ο πληθωρισμός.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά: «Δεν θα προσπαθήσω να πείσω τους επενδυτές να έχουν διαφορετική πρόβλεψη, αλλά η δική μας είναι ότι θα πάρει χρόνο και υπομονή και ότι θα χρειαστεί να κρατήσουμε τα επιτόκια υψηλά για μεγαλύτερο διάστημα. Είναι δουλειά μας να επαναφέρουμε τη σταθερότητα των τιμών και τον πληθωρισμό στο 2%».
Ο σκεπτικισμός της αγοράς έχει μία δόση λογικής. Όμως, όταν οι επενδυτές προσδοκούν ταχύτερη στροφή σε μειώσεις επιτοκίων γιατί δεν πιστεύουν ότι η Fed είναι αποφασισμένη να τα διατηρήσει υψηλά, αυτό μπορεί να την αναγκάσει να τα ανεβάσει περισσότερο απ' ό,τι σχεδίαζε.
Μια τέτοια αντίδραση θα έσβηνε τα κέρδη που έχουν σημειώσει οι αγορές το τελευταίο διάστημα και εξηγεί γιατί το εύρος των προβλέψεων για την πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς είναι μεγάλο φέτος.
Η ΒΝΡ Paribas εκτιμά ότι ο S&P 500 μπορεί να πέσει έως τις 3.400 μονάδες φέτος ενώ η Deutsche Bank τον βλέπει να ανεβαίνει στις 4.500 μονάδες. Η πρόβλεψη της Goldman Sachs είναι ότι θα κλείσει τη χρονιά στις 4.000 μονάδες, κοντά στα τρέχοντα επίπεδα του.
To πιο πιθανό είναι ότι θα συνεχιστεί η υψηλή μεταβλητότητα στις αγορές καθώς υπάρχει και η πλευρά που αμφισβητεί ότι πλησιάζει η «αυγή» ενός νέου οικονομικού ριμπάουντ.
Ακόμη και αν οι αγορές αποδειχτούν σωστές και η Fed καταλήξει σε μειώσεις επιτοκίων αργότερα φέτος, δεν είναι σίγουρο ότι οι μετοχές θα εκτιναχτούν. Η πρώτη μείωση επιτοκίων της Fed μετά τη φούσκα των dot.com τον Ιανουάριο του 2001 ήλθε επτά μήνες μετά την παύση των αυξήσεων. Πήρε μέχρι τον Οκτώβριο του 2002 μέχρις ότου πατώσει η χρηματιστηριακή αγορά.
Παρομοίως, στην κρίση των στεγαστικών δανείων χαμηλής διαβάθμισης η πρώτη μείωση επιτοκίων της Fed έγινε τον Σεπτέμβριο του 2007. Όμως, οι μετοχές δεν πάτωσαν μέχρι τον Μάρτιο του 2009. Μια μεταστροφή της Fed στα επιτόκια δεν είναι αναγκαστικά το ελιξήριο όταν η οικονομία εξασθενεί.