Η μόνιμη στο εξής συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στα προγράμματα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ανεξάρτητα από το πότε θα λήξει το έκτακτο QE Πανδημίας (PEPP), γίνεται το βασικό σενάριο βάσει του οποίου αναλύουν τα δεδομένα οι διαχειριστές κεφαλαίων, με αποτέλεσμα οι ελληνικοί τίτλοι να αντιμετωπίζονται σαν να έχουν ήδη αναβαθμιστεί στην επενδυτική βαθμίδα.
Με ένα μπαράζ αγορών από την ΕΚΤ και αυξημένου επενδυτικού ενδιαφέροντος, που ξεκίνησε την περασμένη Πέμπτη και συνεχίζει να εξελίσσεται, τα ελληνικά ομόλογα κατάφεραν να διευρύνουν τα spread με τα ιταλικά ομόλογα, κυρίως σε ό,τι αφορά τις αποδόσεις των κρατικών τίτλων μεγαλύτερης διάρκειας. Η πιο αξιοσημείωτη, ωστόσο, εξέλιξη ήταν ότι για πρώτη φορά το spread με τα ισπανικά ομόλογα, για διάρκειες 15, 20 και 25 ετών, πέρασε σε αρνητικό έδαφος.
Η Ελλάδα, δηλαδή, θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να εξασφαλίσει χαμηλότερο κόστος δανεισμού για 15, 20 και 25 χρόνια, σε σύγκριση με την Ισπανία και την Ιταλία, που είναι δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης.
Η σύγκλιση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων με τις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου έχει ξεκινήσει από τον Μάρτιο του 2020, όταν η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα τα συμπεριλάβει στο PEPP αλλά μόλις πρόσφατα έγινε αρνητικό το spread με τα ιταλικά ομόλογα. Τώρα σειρά έχουν τα ισπανικά και ακολουθούν τα πορτογαλικά ομόλογα των οποίων βέβαια οι αποδόσεις είναι πολύ κοντά στο 0%.
Με αυτή την κίνηση οι αγορές προεξοφλούν αφενός τη συνέχιση των μέτρων στήριξης των οικονομιών της Ευρωζώνης από την ΕΚΤ για όσο η πανδημία προκαλεί προβλήματα και αφετέρου την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας μέσω της αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, την οριστική επίλυση του ζητήματος των «κόκκινων» δανείων και την εκ νέου υποχώρηση του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Αναλυτές εκτιμούν ότι διεθνώς οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων θα επιστρέψουν κάποια στιγμή στην κανονικότητα, όμως είναι πολύ πιθανό αυτό να συμβεί πολύ μετά την επιστροφή των οικονομιών στην κανονικότητα. Όπως και να’ χει, η παραμονή των επιτοκίων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα δεν συνάδει με την εκρηκτική ανάκαμψη της οικονομίας και τον καλπασμό του πληθωρισμού.
Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες προβλέψεις της Goldman Sachs, οι αποδόσεις των ομολόγων των χωρών του πυρήνα της Ευρωζώνης θα κινηθούν ανοδικά ακόμη και φέτος, παρά τις ανησυχίες για την εξάπλωση της μετάλλαξης Δ. Η εκτίμηση της αμερικανικής τράπεζας βασίζεται στο γεγονός ότι έχει βελτιωθεί σημαντικά το μακροοικονομικό outlook και στο ότι αναμένεται να ξεκινήσει, αν και πολύ αργά, η σύσφιξη της πολιτικής της ΕΚΤ.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Goldman προβλέπει ότι η απόδοση του Bund, του 10ετούς γερμανικού ομολόγου, που λειτουργεί και ως δείκτης αναφοράς για την Ευρώπη, θα ενισχυθεί από -0,47% σήμερα σε -0,15% στο τέλος του 2021. Η ανοδική κίνηση των αποδόσεων αναμένεται να συνεχιστεί μέσα στο 2022 με την απόδοση του γερμανικού 10ετούς να ενισχύεται στο 0% στο γ’ τρίμηνο του έτους και να περνάει σε θετικό έδαφος για πρώτη φορά από τις 6 Μαΐου του 2019. Η συνεχιζόμενη τάση θα ωθήσει την απόδοση του bund στο 0,25% στο τέλος του 2023 και στο 0,45% στο τέλος του 2024.
Όσο για τα ελληνικά ομόλογα, το ένα σενάριο είναι να έχει αναβαθμιστεί το ελληνικό αξιόχρεο στην επενδυτική βαθμίδα μέσα στο 2022, που συνεπάγεται ότι το spread θα υποχωρήσει και η σύγκλιση με τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας θα επιταχυνθεί τον επόμενο χρόνο αλλά μετά θα σταθεροποιηθεί.