Σε επιφυλακή οι επενδυτές για τη Γαλλία
SHUTTERSTOCK
SHUTTERSTOCK

Σε επιφυλακή οι επενδυτές για τη Γαλλία

Χθες το βράδυ ξεκίνησε στη γαλλική Εθνοσυνέλευση η διαβούλευση ενόψει της κατάθεσης του σχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού για το 2025 από την κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ.

Πρόκειται για την πρώτη μεγάλη και εξαιρετικά δύσκολη κοινοβουλευτική διαδικασία της νέας γαλλικής κυβέρνησης, καθότι πρόκειται για ένα σχέδιο κρατικού προϋπολογισμού που προβλέπει την εξοικονόμηση ενός ποσού της τάξης των 60 δις ευρώ προκειμένου να φέρει το έλλειμμα στο 5% του ΑΕΠ, από 6,1% φέτος και να εξασφαλιστούν οι απαιτήσεις όχι μόνο των Βρυξελλών, αλλά και των αγορών. 

Από που θα προέλθει η εξοικονόμηση των 60 δις; Κατά τα 2/3 από τη μείωση των κρατικών δαπανών και κατά το 1/3 από την αύξηση των φορολογικών εσόδων.

Στην ουσία πρόκειται για έναν ιδιαίτερα «σφιχτό» προϋπολογισμό με μεγαλύτερα φορολογικά βάρη απ' ό,τι είχε αρχικά εξαγγείλει η κυβέρνηση και πολύ μακριά από το φιλοεπιχειρηματικό προφίλ του προέδρου Eμανουέλ Μακρόν.

Δεν θέλει πολλή φαντασία για να προβλέψει κανείς ότι με δεδομένη την έλλειψη κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, αλλά και τη διάσταση απόψεων μεταξύ των κομμάτων που θεωρητικά στηρίζουν την κυβέρνηση Μπαρνιέ, η έγκριση του νέου κρατικού προϋπολογισμού της Γαλλίας διά της κοινοβουλευτικής οδού είναι ένα εγχείρημα εξαρχής καταδικασμένο.

Ήδη οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως η κυβέρνηση θα κάνει χρήση του άρθρου 49.3 του γαλλικού Συντάγματος, το οποίο της παρέχει τη δυνατότητα να νομοθετεί χωρίς να προαπαιτείται ψηφοφορία στη γαλλική Εθνοσυνέλευση. Άλλωστε δεν θα είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό επί προεδρίας Μακρόν.

Εάν οι εξελίξεις επιβεβαιώσουν τις εκτιμήσεις, η κυβέρνηση της Γαλλίας ενδεχομένως θα βρεθεί για άλλη μια φορά αντιμέτωπη με πρόταση μομφής. Για να εγκριθεί όμως η πρόταση μομφής και να οδηγήσει στην πτώση της κυβέρνησης, θα πρέπει να υπερψηφιστεί  από την ακροδεξιά παράταξη της Μαρίν Λεπέν και από το σύνολο σχεδόν των βουλευτών των κομμάτων που μετέχουν στη συμπαράταξη των κομμάτων της Αριστεράς, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο.

Η Μαρίν Λεπέν πάντως μέχρι στιγμής έχει αφήσει να εννοηθεί πως στην παρούσα φάση δεν αναμένεται να υπερψηφίσει την πρόταση μομφής, ωστόσο ο πρόεδρος του κόμματός της Τζορντάν Μπαρντελά δεν απέκλεισε να συμβεί αυτό σε μεταγενέστερη φάση.

Ο «λογαριασμός» στις μεγάλες αλλά και στις μικρές εταιρείες

Σύμφωνα με όσα εξήγγειλε η γαλλική κυβέρνηση την προηγούμενη εβδομάδα, οι αυξήσεις φόρων θα επιβαρύνουν κυρίως μεγάλες εταιρείες, με προσωρινό πρόσθετο φόρο σε ομίλους με έσοδα άνω του 1 δις ευρώ, καθώς και πλούσιους ιδιώτες με εισόδημα που ξεπερνά τις 250.000 ευρώ. 

Αυτές οι «προσωρινές εισφορές», όπως τις χαρακτηρίζει η γαλλική κυβέρνηση, σε περισσότερες από 400 κερδοφόρες εταιρείες με ετήσια έσοδα άνω του 1 δις ευρώ θα αποφέρουν 8 δις ευρώ το επόμενο έτος και 4 δις ευρώ το 2026.

Αλλά και οι μικρότερες επιχειρήσεις έχουν το δικό τους μερίδιο στη φορολογική επιδρομή παρά τις κυβερνητικές υποσχέσεις περί αύξησης φόρων μόνο στις μεγάλες εταιρείες. 

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η άρση των φοροελαφρύνσεων στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης για εργαζόμενους χαμηλού εισοδήματος. Είναι ένα μέτρο που στην ουσία θα πλήξει πολλές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που αμείβουν με τον κατώτατο μισθό.

Επίσης, οι μειώσεις των κινήτρων για πρόσληψη μαθητευομένων και η ανάκληση της προσωρινής μείωσης του φόρου στην ηλεκτρική ενέργεια - υπόψιν ότι όλα αυτά δεν συνυπολογίστηκαν στους αριθμούς που έδωσε η κυβέρνηση για αύξηση των φόρων - θα έχουν επίσης μεγάλο αντίκτυπο στις εταιρείες.

Στην ουσία ο νέος προϋπολογισμός τινάζει στον αέρα τις φορολογικές περικοπές που είχε κάνει ο Μακρόν στις εταιρείες από τότε που ανήλθε στην προεδρία, το 2017, με τις νέες αυξήσεις φόρων να είναι αξίας περίπου 1% επί της οικονομικής παραγωγής.

Αν και οι φόροι αυτοί έχουν χαρακτηριστεί ως προσωρινοί προκειμένου να χρυσώσουν το χάπι σε επιχειρήσεις και  επενδυτές, εντούτοις η ανακολουθία της κυβέρνησης να έχει βαφτίσει «περικοπές δαπανών» κάποιες αυξήσεις φόρων, έχουν ήδη δημιουργήσει σκεπτικισμό στην επενδυτική κοινότητα, με τον δείκτη CAC 40 να μην μπορεί να κρατήσει την ανοδική αντίδραση πάνω από τον μέσο κινητό των 200 ημερών και να προσεγγίζει για άλλη μια φορά τη στήριξη του 90άρη στο εβδομαδιαίο διάγραμμα. 

Άλλωστε ήδη μεγάλες επιχειρήσεις αρχίζουν να ανακοινώνουν το μέγεθος του φορο-λογαριασμού. Για παράδειγμα, ο οικονομικός διευθυντής της LVMH Jean-Jacques Guiony, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής κλήσης αναλυτών, δήλωσε ότι οι πρόσθετοι εταιρικοί φόροι θα κυμανθούν μεταξύ 700 και 800 εκατ. ευρώ για την εταιρεία πολυτελών ειδών, μετά τις ανακοινώσεις της γαλλικής κυβέρνησης για αύξηση των εισφορών στις μεγαλύτερες εταιρείες προκειμένου να συμβάλουν στη στήριξη των δημόσιων οικονομικών.

Σε εξέλιξη ο χορός των υποβαθμίσεων

Πριν δύο ημέρες και μόλις μια εβδομάδα μετά τις αρνητικές προοπτικές για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας από τη Fitch, η Scope Ratings προχώρησε στη μείωση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας σε AA- από AA, με σταθερή προοπτική, φέρνοντάς την στην ίδια βαθμίδα με το Βέλγιο και την Τσεχία, τρία επίπεδα κάτω από την κορυφαία αξιολόγηση. 

Ο λόγος είναι η  κατάσταση των οικονομικών της Γαλλίας  με μια μεγάλη διολίσθηση του ελλείμματος φέτος που υπονομεύει την αξιοπιστία της στην Ευρώπη και στις αγορές, αλλά και η δύσκολη πολιτική προοπτική, με μια κυβέρνηση μειοψηφίας που είναι ευάλωτη σε ανατροπή από το κοινοβούλιο.

Η Scope εκτιμά ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού το επόμενο έτος θα μειωθεί μόνο στο 5,2%, καθώς το διχασμένο κοινοβούλιο πιθανότατα θα φρενάρει ορισμένα από τα μέτρα που σχεδιάζει η κυβέρνηση.

Ο οίκος αναμένει επίσης ότι η Γαλλία θα χάσει τον στόχο της ΕΕ το 2029 για έλλειμα 3%, πιάνοντας σκορ 3,8%, λόγω αβεβαιότητας γύρω από την εκτέλεση των δημοσιονομικών σχεδίων και λόγω μέτριων προοπτικών ανάπτυξης και πληθωρισμού. Εκείνη τη χρονιά, η Scope εκτιμά ότι το χρέος θα φτάσει το 119% του ΑΕΠ.

Υπενθυμίζουμε ότι ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings έθεσε τη Γαλλία σε αρνητική προοπτική, μία ημέρα μόλις μετά την παρουσίαση του προϋπολογισμού της κυβέρνησης για το 2025, ενώ είχε ήδη υποβαθμίσει τη Γαλλία σε AA- από AA τον περασμένο Απρίλιο, μια αξιολόγηση που έχει και το Ηνωμένο Βασίλειο και το Βέλγιο. 

Κατά τον οίκο Fitch, η προβλεπόμενη φετινή δημοσιονομική ολίσθηση τοποθετεί τη Γαλλία σε χειρότερη δημοσιονομική αφετηρία, με αποτέλεσμα να αναμένονται ευρύτερα δημοσιονομικά ελλείμματα, που θα οδηγήσουν σε απότομη αύξηση του δημόσιου χρέους προς το 118,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2028.

Τα επόμενα τεστ είναι  εντός της εβδομάδας, με την προγραμματισμένη αξιολόγηση από πλευράς Moody's και στις 29 Νοεμβρίου έπεται η S&P, που επίσης έχει υποβαθμίσει τη Γαλλία νωρίτερα φέτος.

Πέραν της αγοράς των μετοχών όλα αυτά έχουν αντίκτυπο και στην αγορά των ομολόγων, με τους επενδυτές να αντιδρούν πολύ συχνά πλέον πουλώντας γαλλικά περιουσιακά στοιχεία, ανεβάζοντας το ασφάλιστρο που πληρώνει η χώρα για το 10ετές χρέος της έναντι της Γερμανίας σε πάνω από 70 μονάδες βάσης, ενώ ήταν κάτω από 50 νωρίτερα φέτος. 

(σ.σ: Το premium ήταν πάνω από 80 μονάδες βάσης, αλλά  η προοπτική για ταχύτερες μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ βοηθά τις χώρες με μεγάλος χρέος, όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ελλάδα, με αποτέλεσμα την αποκλιμάκωση του ασφαλίστρου). 

[email protected]

Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.