Μετά από ένα ράλι της τάξης του 9,6% από τις 27 Οκτωβρίου, τα παγκόσμια χρηματιστήρια έφτασαν να απέχουν περίπου 6% από το υψηλότερο σημείο που έχει καταγραφεί ποτέ. Το ιστορικό υψηλό της πρώτης συνεδρίασης του 2022 θα μπορούσε να απειληθεί προσεχώς, κυρίως μετά από μία σειρά θετικών (σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις) οικονομικών και γεωπολιτικών εξελίξεων και αρκετοί αναλυτές πιστεύουν ότι η απόσταση από το… Έβερεστ των αγορών θα μειωθεί ακόμη περισσότερο με ένα year end ράλι.
Παρ’ όλα αυτά, στις καθιερωμένες προβλέψεις που δημοσιεύουν τέτοια εποχή οι μεγαλύτεροι επενδυτικοί οίκοι για το επόμενο έτος, δεν αναμένεται κάποιο νέο ρεκόρ σύντομα. Επίσης, αναλυτές προειδοποιούν ότι ενδέχεται να έχει μεσολαβήσει μία σημαντική διόρθωση μέχρι να σημειωθεί κάποιο ράλι προς το τέλος του έτους που συνεπάγεται ότι δύσκολα θα δούμε νέα υψηλά.
Πριν την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή με την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς, η JP Morgan προέβλεπει ότι ο S&P 500 θα έφτανε έως τις 4.800 μονάδες το καλοκαίρι του 2024, γράφοντας νέο ιστορικό υψηλό. Σήμερα, η Goldman Sachs προβλέπει ότι ο S&P 500 θα ολοκληρώσει το 2024 στις 4.700 μονάδες, ήτοι 4% υψηλότερα από το κλείσιμο της Παρασκευής 17 Νοεμβρίου αλλά και 2% χαμηλότερα από τα ιστορικά υψηλά.
Ας δούμε πως έχουν τα δεδομένα στην υφιστάμενη συγκυρία. Η οικονομία των ΗΠΑ δείχνει ολοένα και περισσότερο να αποφεύγει την ανώμαλη προσγείωση, ήτοι μία ύφεση στην προσπάθεια καταπολέμησης του πληθωρισμού, καθώς εμφανίζει εκπληκτική ανθεκτικότητα απέναντι στα υψηλά επιτόκια και την επιμονή του πληθωρισμού. Την ίδια ώρα, οι πρόεδροι Μπάιντεν και Σι φαίνεται πως είχαν μία εποικοδομητική συνάντηση την περασμένη εβδομάδα στο Σαν Φρανσίσκο που περιορίζει έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους για τις αγορές: τη συνέχιση του εμπορικού πολέμου και την κλιμάκωση της διαμάχης ΗΠΑ - Κίνας με φόντο την Ταϊβάν.
Τόσο στις μακροοικονομικές όσο και στις χρηματιστηριακές προβλέψεις κυριαρχεί η τάση που θέλει την παγκόσμια οικονομία να χωρίζεται σε δύο ανταγωνιστικά μπλοκ των οποίων ηγούνται ΗΠΑ και Κίνα. Μπάιντεν και Σι επικεντρώθηκαν στην αποκατάσταση της στρατιωτικής επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών, μία σχέση που είχε διαταραχθεί μετά την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν τον Αύγουστο του 2022 και τον εντοπισμό κινεζικού κατασκοπευτικού αερόστατου πάνω από τις ΗΠΑ τον περασμένο Φεβρουάριο. Αν στους προσεχείς μήνες υπάρξουν ενδείξεις αποκλιμάκωσης της έντασης μεταξύ των δύο ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη οι αγορές θα δεχθούν ώθηση.
Μία άλλη εστία ανησυχίας είναι ο πόλεμος στη Γάζα. Αν και οι φόβοι γενίκευσης του πολέμου και εμπλοκής του Ιράν έχουν κάπως μετριαστεί, ο κίνδυνος θα παραμένει όσο συνεχίζονται οι επιθέσεις των ισραηλινών δυνάμεων. Πάντως, οι αγορές δείχνουν να έχουν ξεπεράσει πλήρως το αρχικό σοκ και σήμερα ενισχύονται περίπου 5% από την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς.
Σε χρηματιστηριακό επίπεδο, η φρενίτιδα για την τεχνολογία καλά κρατεί. H εκπληκτική επίδοση που έχουν σημειώσει οι «Υπέροχοι 7», όπως ονομάζονται οι τεχνολογικοί γίγαντες των ΗΠΑ, αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό της φετινής χρονιάς και σε αυτούς ποντάρουν οι αναλυτές για να σημειωθεί νέο υψηλό. Οι Alphabet, Amazon, Apple, Meta, Microsoft, Nvidia και Tesla, εκτιμάται ότι θα υπεραποδώσουν στο υπόλοιπο του 2023 και το 2024, δίνοντας την απαιτούμενη ώθηση για να δοκιμάσει η Wall Street ένα ακόμη ρεκόρ.
Οι επτά κορυφαίες τεχνολογικές μετοχές σημείωσαν άνοδο της τάξης του 39% το 2022 για να ανακάμψουν εντυπωσιακά το 2023 με κέρδη άνω του 70%, σύμφωνα με την Goldman. Έχουν φτάσει πλέον να αποτελούν το 29% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του S&P 500, κάτι που έχει να συμβεί από το 1980. Και όσο οι τεχνολογικές μεγαλώνουν τόσο επανέρχονται μνήμες της φούσκας του 2000, όταν ο ενθουσιασμός των επενδυτών για μετοχές του διαδικτύου εξασθένησε καθώς συνειδητοποίησαν ότι πολλές από εκείνες τις εταιρείες αδυνατούσαν να εκπληρώσουν τις προσδοκίες για αύξηση της κερδοφορίας τους.