Ανήμερα τα Χριστούγεννα ανακοινώθηκε πως η Αιθιοπία δεν κατέβαλε στους πιστωτές 33 εκατομμύρια δολάρια σε τόκους του ευρωομολόγου της. Η αρχική ημερομηνία καταβολής ήταν η 11η Δεκεμβρίου και οι πιστωτές είχαν δώσει 15νθήμερη παράταση. Τελικά, η κυβέρνηση της χώρας αποφάσισε να μην πληρώσει, επικαλούμενη την επιθυμία της να φερθεί με τον ίδιο τρόπο σε όλους τους πιστωτές της.
Τι σημαίνει αυτό; Πως η δεύτερη μεγαλύτερη σε πληθυσμό αφρικανική χώρα έχει ήδη έλθει σε προκαταρκτική συμφωνία με τους πιστωτές που τις έχουν χορηγήσει δανεισμό σε διμερές επίπεδο και προσπαθεί να κάνει το ίδιο και με το μοναδικό ομόλογο που έχει εκδώσει η ίδια.
Το ευρωομόλογο είναι συνολικής αξίας ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων και κάτοχοί του είναι κυρίως συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλοι θεσμικοί επενδυτές από όλο τον κόσμο. Όπως είχε ανακοινώσει η Αιθιοπία από τις αρχές του Νοεμβρίου, όλοι οι «διμερείς» πιστωτές έδωσαν στη χώρα τη δυνατότητα προσωρινής αναστολής της εξυπηρέτησης του εξωτερικού της χρέους.
Η χρονική διάρκεια της αναστολής δεν έγινε ακριβώς γνωστή αλλά εικάζεται πως δεν θα διαφέρει πολύ από αυτήν που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο με τον μεγαλύτερο πιστωτή της χώρας, δηλαδή την Κίνα.
Η συμφωνία αυτή αφορά σε δάνεια που πιθανολογείται πως είναι αξίας περίπου 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με υπολογισμούς του αμερικανικού πανεπιστημίου Boston University που αναφέρονται σε σχετικό άρθρο του Reuters και προβλέπει την προσωρινή παύση της εξυπηρέτησης του δανεισμού μέχρι τον Ιούλιο του 2024.
Καθώς το συνολικό ύψος του εξωτερικού δανεισμού της Αιθιοπίας αγγίζει τα 28 δισεκατομμύρια δολάρια, είναι λογικό να υποθέσουμε πως και οι υπόλοιποι διμερείς πιστωτές θα προχώρησαν σε συμφωνία που δεν θα διαφέρει ουσιαστικά από αυτήν με την Κίνα.
Ενισχυτικό αυτής της άποψης είναι το γεγονός πως η Κίνα συμμετέχει στην ομάδα που έχουν συγκροτήσει οι διμερείς πιστωτές της χώρας (Official Creditors Committee) με την ιδιότητα του «συμπροέδρου» (co-chairman) αυτής. Δεδομένου του πολύ μικρού μεγέθους του ευρωομολόγου σε σχέση με το συνολικό ύψος του εξωτερικού δανεισμού της χώρας, είναι μάλλον προφανές πως η προχθεσινή εξέλιξη αποτελεί την αρχή της τελευταίας πράξης μίας διαδικασίας που έχει ξεκινήσει προ πολλού.
Η Αιθιοπία ζήτησε για πρώτη φορά την τροποποίηση των όρων του δανεισμού της στις αρχές του 2021 και την ένταξή της στο σχετικό πρόγραμμα που έχει οργανώσει η ομάδα χωρών G20 με σκοπό την ελάφρυνση του χρέους των χωρών με χαμηλά εισοδήματα.
Αρχική αφορμή για αυτή την κίνηση ήταν η μεγάλη αναταραχή που είχε προκαλέσει η πανδημία αλλά τα πράγματα χειροτέρεψαν πολύ για τη χώρα λόγω του υψηλού πληθωρισμού που χτύπησε τις περισσότερες διεθνείς οικονομίες και λόγω του αιματηρού εμφύλιου πολέμου που ξέσπασε στην βόρεια επαρχία Tigray και μόλις πρόσφατα άρχισε να οδεύει προς ουσιαστική ύφεση.
Όπως είπαμε παραπάνω, η Αιθιοπία είναι η τρίτη αφρικανική χώρα τα τελευταία τρία χρόνια που στην ουσία κήρυξε πτώχευση. Και οι δύο προηγούμενες, η Ζάμπια και η Γκάνα, εντάχθηκαν στο πρόγραμμα της G20, με σχετικά θετικά αποτελέσματα. Εκτός από αυτές, σε παρόμοια κατάσταση έχει βρεθεί και η Σρι Λάνκα, η οποία επίσης αθέτησε τις υποχρεώσεις της απέναντι σε ομολογιούχους.
Η σχετική προθυμία της Κίνας να συμμετάσχει στις σχετικές διαδικασίες έχει δυνητικά μεγάλη σημασία αφού αποτελεί στις περισσότερες περιπτώσεις τον μεγαλύτερο δανειστή των αναπτυσσόμενων χωρών, τουλάχιστον στην Ασία και την Αφρική.
Το ενδιαφέρον εδώ είναι πως στις προσπάθειες αυτές συμμετέχει και το διεθνές νομισματικό ταμείο (ΔΝΤ) από το οποίο ελπίζει να λάβει σημαντικό δάνειο η Αιθιοπία μετά την ολοκλήρωση των συνομιλιών για την αναδιάρθρωση αναδιάρθρωσης του χρέους. Το γεγονός πως δεν θα χρειαστεί, για μερικούς μήνες τουλάχιστον, να εξυπηρετεί τον εξωτερικό δανεισμό της, της δίνει τη δυνατότητα να χειριστεί την κατάσταση με μεγαλύτερη άνεση.
Το μέγεθος της αναδιάρθρωσης του χρέους της χώρας δεν είναι γνωστό ακόμα. Αν κρίνουμε από τις προτάσεις που έχει κάνει η κυβέρνηση προς τους ομολογιούχους του ευρωομολόγου του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων, μάλλον δεν θα περιλαμβάνει «κούρεμα» της ονομαστικής του αξίας αλλά επιμήκυνση της χρονικής του διάρκειας (η συμβατική του λήξη είναι σε έναν χρόνο από τώρα) και μείωση του επιτοκίου του.
Καθώς η επίσημη ανακοίνωση της κυβέρνησης της χώρας αναφέρθηκε στην ισότιμη αντιμετώπιση όλων των δανειστών, είναι λογικό να υποθέσουμε πως οι όροι της αναδιάρθρωσης του διμερούς δανεισμού θα έχουν κάποια ομοιότητα με αυτούς του ευρωομολόγου. Όσο αυτό είναι δυνατόν βέβαια, καθώς ένα μεγάλο μέρος του διμερούς δανεισμού είναι συνδεδεμένο με συγκεκριμένα έργα υποδομής που εκτελούνται στη χώρα.
Εκτός από το δανεισμό από την Κίνα, που σύμφωνα με το Reuters έχει γίνει από διάφορους κρατικούς ή ημικρατικούς κινεζικούς οργανισμούς και αφορά και σε συγκεκριμένα έργα, πάνω από ένα δισ. δολάρια είναι το ποσό που έχει δανείσει στην Αιθιοπία η Αφρικανική Αναπτυξιακή Τράπεζα (African Development Bank, AfDB).
Σύμφωνα με το Bloomberg, η AfDB έχει χορηγήσει δάνεια αξίας 1,24 δισ. δολαρίων για 22 διαφορετικά έργα. Δεν ξέρουμε πόσο πιο δύσκολη γίνεται η προσπάθεια συνολικής αναδιάρθρωσης του Αιθιοπικού εξωτερικού χρέους εξαιτίας της σύνδεσής του με συγκεκριμένα έργα, αλλά μας φαίνεται δύσκολο να πιστέψουμε πως αυτό θα βάλει σε κίνδυνο τη διαδικασία.
Αν κρίνουμε από την πρόοδο που έχει ήδη σημειωθεί στις αντίστοιχες περιπτώσεις της Ζάμπιας και της Γκάνας, πιθανολογούμε πως και στην περίπτωση της Αιθιοπίας οι πιθανότητες επιτυχίας θα είναι σημαντικές. Βέβαια, κάτι τέτοιο μπορεί να έχει και παρενέργειες, καθώς είναι πιθανόν να ενθαρρύνει και άλλες χώρες που βαρύνονται από υψηλό εξωτερικό δανεισμό να επιλέξουν τον δρόμο της πτώχευσης και την ένταξή τους στο πρόγραμμα της G20.
Εδώ που τα λέμε, ο κατάλογος δεν είναι μικρός, όπως είχαμε δει πριν περίπου δύο μήνες (Φόβοι για ντόμινο χρεοκοπιών | Liberal.gr). Χωρίς να ξέρουμε αν αυτό το «ντόμινο» θα γίνει πραγματικότητα, τολμούμε να πούμε πως η απόφαση της Αιθιοπίας να πτωχεύσει, σηματοδοτεί την αυξανόμενη ελκυστικότητα του προγράμματος που έχουν ξεκινήσει οι χώρες της G20 σε συνεργασία με το ΔΝΤ για την ελάφρυνση των δανειακών βαρών των φτωχών κρατών. Και ταυτόχρονα επιβεβαιώνει τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκονται πολλές από αυτές.
Μιλώντας, όμως, για τη μεγάλη χώρα της Ανατολικής Αφρικής, πρέπει να επισημάνουμε δύο πράγματα. Το πρώτο είναι πως η κατάσταση ίσως να μην είναι τόσο τραγική όσο υπονοεί η απόφασή της να κηρύξει πτώχευση. Μόνο έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε την, προ ολίγων ημερών, απόφαση της μεγάλης αμερικανικής τράπεζας Citigroup να χορηγήσει δάνειο 450 εκατομμυρίων δολαρίων στην κρατική αεροπορική εταιρεία Ethiopian Airlines, με σκοπό τη χρηματοδότηση της αγοράς πέντε νέων αεροσκαφών από την επίσης αμερικανική Boeing.
Υποθέτουμε πως η μεγάλη τράπεζα δεν θα δάνειζε εύκολα μία κρατική εταιρεία αν πίστευε πως η χώρα ήταν σε πραγματικά τραγική οικονομική κατάσταση. Το δεύτερο είναι πως η κυβέρνηση της χώρας ίσως υποχρεωθεί να βρει έναν τρόπο συμβιβασμού με τις γειτονικές της χώρες που δεν είναι καθόλου χαρούμενες με τα σχέδιά της για την κατασκευή ενός τεράστιου φράγματος στις πηγές του Νείλου.
Το Σουδάν και (κυρίως) η Αίγυπτος ανησυχούν πάρα πολύ για το ενδεχόμενο μείωσης της ροής των υδάτων του Νείλου προς αυτές και, όσο η Αιθιοπία εμφανίζεται ανυποχώρητη στο θέμα του φράγματος, υποθέτουμε πως θα χρησιμοποιήσουν όποια μέσα έχουν στη διάθεσή τους για να πιέσουν τη γειτονική τους χώρα ακόμα και αν αυτό σημαίνει την καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης του δανεισμού της.
Μάλλον θα περάσουν αρκετοί μήνες μέχρι να μάθουμε ουσιαστικά νέα για την τύχη του εξωτερικού δανεισμού της Αιθιοπίας. Δεν θα πρέπει όμως να εκπλαγούμε αν μέχρι τότε έχουν βρεθεί και άλλα κράτη που θα επιλέξουν τον δρόμο της πτώχευσης και της προσφυγής στο πρόγραμμα της G20.