Ξεμπέρδεψαν οι αγορές από τον πληθωρισμό;
Shutterstock
Shutterstock

Ξεμπέρδεψαν οι αγορές από τον πληθωρισμό;

Ο τίτλος του σημερινού άρθρου προφανώς αποτελεί το ερώτημα-κλειδί για το 2024.

Αν και πρέπει να δούμε περισσότερους μήνες με ήπια δεδομένα για τον πληθωρισμό για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, εντούτοις η αγορά των μετοχών και των ομολόγων γιορτάζει «σήμερα» την πρόσφατη πρόοδο στις πληθωριστικές πιέσεις και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, προεξοφλώντας τη μείωση των επιτοκίων από την άνοιξη του 2024.

Βλέπετε, με τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη να υποχωρεί απότομα, με μια τεχνική ύφεση να φαίνεται στο προσκήνιο κατά το τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος έτους και με την πρόοδο του προτιμώμενου δείκτη για τον πληθωρισμό PCE στις ΗΠΑ, οι αγορές θεωρούν όλο και πιο σίγουρη μια πρώτη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ και της Fed την προσεχή άνοιξη. 

Η αλήθεια είναι ότι πρόοδος έχει γίνει και είναι σημαντική. Ο δείκτης προσωπικών καταναλωτικών δαπανών -PCE- στις ΗΠΑ  βρίσκεται πλέον στο 3% σε ετήσια βάση έναντι 3,4% τον Σεπτέμβριο, όντας στο χαμηλότερο σημείο από το 2021. Εξαιρουμένων των ευμετάβλητων κατηγοριών των τροφίμων και της ενέργειας βέβαια, ο λεγόμενος δομικός δείκτης τιμών PCE, τα νούμερα είναι λίγο μεγαλύτερα, καθώς ο δείκτης αυξήθηκε 3,5% σε ετήσια βάση από 3,7% τον προηγούμενο μήνα. 

Ο ετήσιος πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ αναμένεται να υποχωρήσει στο 2,4% τον Νοέμβριο του 2023, από 2,9% τον Οκτώβριο σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Eurostat, που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα. Εάν επαληθευτεί, θα είναι το χαμηλότερο επίπεδο που καταγράφεται από τον Ιούλιο του 2021, σύμφωνα με την Eurostat και θα βρισκόμαστε μόλις λίγο πάνω από το στόχο του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. 

Ο δείκτης του δομικού πληθωρισμού παραμένει κάπως πιο αυξημένος, αν και υποχώρησε επίσης στο χαμηλότερο επίπεδό του τελευταίου ενάμιση χρόνου.

Όλα καλά λοιπόν;

Εξετάζοντας τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός αναμένεται να εμμένουν στα υψηλά νούμερα -6,9%, έναντι 7,4% τον Οκτώβριο- ενώ ακολουθούν οι υπηρεσίες- 4,0%, έναντι 4,6% τον Οκτώβριο- και τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά, με άνοδο 2,9%, έναντι 3,5% τον Οκτώβριο.  

Είναι εμφανές ότι η βελτίωση στο συνολικό νούμερο οφείλεται στην αποκλιμάκωση των ενεργειακών τιμών, οι οποίες αναμένεται να σημειώσουν πτώση  σε ετήσια βάση -11,5%, έναντι- 11,2% τον Οκτώβριο.

Εδώ ακριβώς εδράζεται η πεποίθηση πολλών «γερακιών» ότι η πρόοδος  στον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή μπορεί να υπερέβει τις προσδοκίες των αναλυτών χάρη στην απότομη πτώση των τιμών του πετρελαίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, όμως η συμβολή του στις αποφάσεις και τη ρητορική της Fed προς το παρόν θα είναι μικρή, καθώς άλλα βασικά στοιχεία του παραμένουν σημαντικά  πάνω από τους στόχους της Fed.

Θα πρέπει λοιπόν οι μετρήσεις του πληθωρισμού να παραμείνουν βελτιωμένες και τους επόμενους μήνες, ενώ ζητούμενο είναι αυτή η βελτίωση να αντικατοπτριστεί γενναία και στις άλλες κατηγορίες, όπως τα τρόφιμα και οι υπηρεσίες.

Εν ολίγοις, θα χρειαστεί χρόνος για εμπιστευτούν οι Κεντρικές Τράπεζες τη διαφαινόμενη βελτίωση στο μέτωπο του πληθωρισμού και να πειστούν ότι έχει διάρκεια. Όπως είπε άλλωστε πολύ εύστοχα η Sarah House της Wells Fargo Economics, «με τον πληθωρισμό τον Οκτώβριο να συγκρατείται από ασταθή στοιχεία όπως η βενζίνη, οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες και τα αυτοκίνητα, αναμένουμε ότι η επιστροφή του πληθωρισμού στο 2% θα συνεχίσει να είναι αργή».

Οι φόβοι της Fed και η επίμονη συνιστώσα του πληθωρισμού

Επιπλέον, οι Κεντρικοί Τραπεζίτες φοβούνται το εξής: Μια πρόωρη χαλάρωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, είτε μια εκ νέου άνοδος των τιμών της ενέργειας, θα μπορούσαν εύκολα να αντισταθμίσουν τον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων και να δώσουν και πάλι αέρα στα πανιά τους. Πόσο μάλλον αν συμβούν και τα δύο ταυτόχρονα.

Όσον αφορά δε τη Fed, έχει και άλλον έναν πονοκέφαλο, εκείνο των συνολικών δαπανών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης που εξακολουθούν να είναι πολύ πάνω από τις ιστορικές τάσεις. Εάν η αύξηση των ονομαστικών δαπανών δεν επιβραδυνθεί επαρκώς, ο υψηλότερος πληθωρισμός θα μπορούσε και πάλι να επανέλθει.

Γι’ αυτό και πολλοί αναλυτές φροντίζουν να είναι «μαζεμένοι» στις προσδοκίες τους, δηλώνοντας ότι ναι μεν πιστεύουν  ότι τελειώσαμε με τις αυξήσεις επιτοκίων, αλλά οι αγορές μπορεί να είναι υπερβολικά αισιόδοξες για το ενδεχόμενο μείωσης τους  ήδη από την επόμενη άνοιξη.

Οι περισσότεροι δε είναι μάλλον απαισιόδοξοι όσον αφορά το πόσο σύντομα θα υποχωρήσει ο πληθωρισμός των τροφίμων. 

Η αλήθεια είναι ότι οι διαταραχές της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας και τα προβλήματα στα logistics σε παγκόσμιο επίπεδο από την πανδημία και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν έχουν ακόμα εξαλειφθεί στην πλειοψηφία τους.

Το πιο σημαντικό όμως βαρίδι για τις τιμές των τροφίμων είναι η κλιματική αλλαγή, η οποία έχει αρχίσει να επηρεάζει τις σοδειές ανά τον κόσμο, ενώ το φαινόμενο του Ελ Νίνιο είχε επιπλέον επιπτώσεις φέτος σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Η παγκόσμια οικονομία διεξάγει λοιπόν έναν «πόλεμο» κατά της κλιματικής αλλαγής, έναν πόλεμο που θα έχει διάρκεια και  απαιτεί τεράστιους προϋπολογισμούς.

Η τεράστια πληθυσμιακή έκρηξη σε Ινδία και Κίνα, με τους ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης να στρέφουν τους πληθυσμούς τους ολοένα και περισσότερο στις ζωικές πρωτεΐνες είναι ένας επιπλέον λόγος της αύξησης των τιμών των τροφίμων. 

Γιατί οι τραπεζίτες θα συνεχίσουν να δηλώνουν «γεράκια» 

Είναι κατανοητό, ότι κανείς από τους παραπάνω λόγους που τροφοδοτούν τον πληθωρισμό των τροφίμων αλλά και των υπηρεσιών δεν αναμένεται να αντιμετωπισθεί άμεσα. Αυτός είναι ο λόγος που η συγκεκριμένη συνισταμένη του πληθωρισμού αναμένεται να μας ταλαιπωρήσει για αρκετό καιρό ακόμα, παρά το γεγονός ότι ο αντίκτυπος των αυξήσεων των επιτοκίων αναμένεται να εκδηλωθεί με ακόμα μεγαλύτερη ένταση τους επόμενους μήνες.  

Στην Ευρώπη ήδη άλλωστε μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα τα σημάδια πτώσης της δραστηριότητας, ενώ στις ΗΠΑ, η προχθεσινή έκθεση για τις ανοιχτές θέσεις εργασίας έδειξε ότι η αμερικανική αγορά εργασίας έχει αρχίσει να επιβραδύνει ως απόρροια του μπαράζ αυξήσεων των επιτοκίων από τη Fed, ενώ την τάση φάνηκε να επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της ADR για τις θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα που ανακοινώθηκαν χθες.  

Επίσης, οι καθυστερήσεις πιστωτικών καρτών βρίσκονται στα υψηλά 12 ετών και οι χρεοκοπίες υψηλών αποδόσεων έχουν αυξηθεί. 

Η επιβράδυνση της οικονομίας λοιπόν επιτεύχθη και αυτό σημαίνει ότι οι Κεντρικοί Τραπεζίτες έχουν αρχίσει να δημιουργούν «τον χώρο» ώστε να ασχοληθούν με την αποφυγή μιας κρίσης χρέους σε μια χρονιά τεράστιων αναχρηματοδοτήσεων όπως το 2024. 

Τα επιτόκια λοιπόν πρέπει να πέσουν αρκετά έγκαιρα ώστε να μην υπάρξει ατύχημα χρηματοδότησης, αλλά από την άλλη αν πέσουν πιο νωρίς απ’ότι πρέπει μπορεί να επιδεινώσουν εκ νέου τον πληθωρισμό. 

Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για τη Fed και την ΕΚΤ το 2024.

Εκ των πραγμάτων λοιπόν οι τραπεζίτες σε αυτό το στοίχημα χρειάζονται τη βοήθεια της αγοράς για όσο μεγαλύτερο διάστημα γίνεται. Αν αυτή τη στιγμή παραδέχονταν ότι οι μειώσεις των επιτοκίων είναι κοντά, τότε οι αγορές θα προεξοφλούσαν ακόμα πιο επιθετικά αυτή την αύξηση, μειώνοντας δραματικά τις αποδόσεις των ομολόγων και κοντράροντας τις προσπάθειες για σύσφιξη των Κεντρικών Τραπεζών.

Δεν έχουν άλλη επιλογή λοιπόν από το να παραμείνουν γεράκια στις δηλώσεις τους για πολύ καιρό, έως και το «παραένα» της απόφασης τους για την πρώτη μείωση των επιτοκίων.

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.