DW: Μπορεί η αναγεννητική γεωργία να θρέψει όλον τον πληθυσμό;

DW: Μπορεί η αναγεννητική γεωργία να θρέψει όλον τον πληθυσμό;

Το μεγάλο ερώτημα παραμένει: είναι δυνατόν να θρέψουμε τα οκτώ δισεκατομμύρια ανθρώπων χωρίς βιομηχανική γεωργική παραγωγή; Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις που συνηγορούν υπέρ αυτού  Το 1/3 των τροφίμων που παράγονται παγκοσμίως προέρχεται από αγροκτήματα με έκταση μικρότερη των δύο εκταρίων, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) - με άλλα λόγια από μη βιομηχανική παραγωγή, αναφέρει σε δημοσίευμά της η Deutsche Welle.

Επιπλέον, η ζήτηση δεν χρειάζεται να είναι τόσο υψηλή όσο τώρα. Άλλωστε δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν τόσο πολύ φαγητό που τους αρρωσταίνει, ενώ το 40% του συνόλου των τροφίμων παγκοσμίως καταλήγει στα σκουπίδια, όπως δείχνει μελέτη της McKinsey.

Επιπλέον, έχουμε την πολυτέλεια να χρησιμοποιούμε περίπου το 40% της καλλιεργήσιμης γης για την καλλιέργεια ζωοτροφών, σύμφωνα με το Ίδρυμα Heinrich Böll.

Ο Μπένεντικτ Μπέζελ είναι πεπεισμένος: «Με μία έξυπνη, αναγεννητική και οικολογική χρήση της γης μπορεί κανείς να παράγει τουλάχιστον την ίδια ποσότητα τροφίμων, όπως και με τη βιομηχανική γεωργία».

Τα οικονομικά οφέλη της αναγεννητικής γεωργίας

Επιπλέον, η αναγεννητική γεωργία δεν θα είναι απαραίτητα ακριβότερη για τους καταναλωτές. Η βιομηχανική παραγωγή έχει πολλές εξωτερικές δαπάνες, όπως αυτές που προκαλούνται από τα εξαντλημένα εδάφη, τη μειωμένη βιοποικιλότητα ή τη χειρότερη ποιότητα νερού, και οι οποίες δεν αντικατοπτρίζονται στις τιμές των προϊόντων.

Στο τέλος, όμως, πρόκειται για ένα κόστος που επωμίζονται όλοι οι άνθρωποι, διότι πρέπει να ζήσουν με τις συνέπειες. Εάν το κόστος αυτό συνυπολογιζόταν, οι τιμές δεν θα διέφεραν πλέον τόσο από τα οικολογικά, αναγεννητικά παραγόμενα αγαθά.

Μέχρι σήμερα η γερμανική γεωργία ήταν προσανατολισμένη στην παραγωγή όσο το δυνατόν μεγαλύτερων ποσοτήτων σε χαμηλές τιμές για την παγκόσμια αγορά. Έτσι, οι αγρότες στη Γερμανία επεκτάθηκαν, επένδυσαν στην τεχνολογία και ανέλαβαν υψηλά χρέη, όπως δήλωσε ο ο Μπένεντικτ Μπέζελ - ο οποίος το 2016 εγκατέλειψε την καριέρα του ως τραπεζικός επενδυτής και ανέλαβε ένα μεγάλο κτήμα των γονιών του στο ανατολικό Βρανδεμβούργο - την άνοιξη σε ακρόαση στην Μπούντεσταγκ, όπου είχε προσκληθεί ως ειδικός.

Ωστόσο, οι υποχρεώσεις πληρωμών προς τις τράπεζες κρατούν τους αγρότες με δεμένα τα χέρια, γεγονός που καθιστά σχεδόν αδύνατη τη στροφή στην αναγεννητική γεωργία.

Δυσκολίες στο μεταβατικό στάδιο

Η μετάβαση είναι δύσκολη και λόγω του ότι η αναγεννητική γεωργία δεν είναι παντού η ίδια. Κάθε αγρότης πρέπει να αναλύσει λεπτομερώς τη δική του τοποθεσία και τις επικρατούσες συνθήκες. Όπως λέει ο Μπέζελ, οι μέθοδοί του δεν είναι εξίσου κατάλληλες για κάθε τοποθεσία.

Κατά τη διαδικασία μετάβασης τα τελευταία χρόνια ο Μπέζελ έχει λάβει μεγάλη βοήθεια από την επιστημονική κοινότητα. Σήμερα συνεργάζεται με διάφορα ερευνητικά ιδρύματα, όπως το Ινστιτούτο Julius Kühn (JKI), την Επιτροπή για την Τεχνολογία και τις Κατασκευές στη Γεωργία (KTBL) και το Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου.

Ακόμη εγκαινίασε ο ίδιος ένα ίδρυμα για τη συλλογή και ανάλυση δεδομένων σχετικά με τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στο Βρανδεμβούργο, προκειμένου να τα διαθέσει στο κοινό. Ο Μπέζελ είναι πεπεισμένος ότι «οι ανάγκες της κοινωνίας και των οικοσυστημάτων εξαρτώνται πάντα από το ζήτημα της χρήσης της γης και αυτό είναι και το κλειδί για τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας».

Πηγή: Deutsche Welle