Του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου*
Αρκετές ήταν οι αντιφατικές και «αντισυμβατικές» τοποθετήσεις του Donald Trump τόσο κατά την προεκλογική του εκστρατεία, όσο και τις εβδομάδες που ακολούθησαν σχετικά με αυτά που θεωρούνταν για δεκαετίες στην Washington ως γεωπολιτικά δεδομένα! Αρκετές ήταν και οι υπεραπλουστευμένες προσεγγίσεις του στα πολύπλοκα και αλληλεξαρτώμενα θέματα των διεθνών σχέσεων.
Εστιάζοντας στα θέματα που αφορούν στην Ευρωατλαντική Αρχιτεκτονική Ασφαλείας επισημαίνεται ότι για πρώτη φορά αμφισβητήθηκε έμμεσα ο θεμελιώδης ρόλος του ΝΑΤΟ σε αυτήν αλλά και οι δυνατότητες να αντιμετωπίσει αυτό τις σύγχρονες απειλές. Αναντίρρητα λοιπόν, ήταν εύλογοι οι φόβοι που δημιουργήθηκαν για πιθανές αλλαγές που θα μπορούσαν να προκαλέσουν ακόμα και ανατροπές στο υφιστάμενο διεθνές και ιδιαίτερα το ευρωατλαντικό σύστημα ασφαλείας το οποίο και μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα ως Χώρα.
Επικράτηση της σοβαρότητας και του πραγματισμού
Σήμερα, σχεδόν τρεις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Donald Trump έχει αμβλύνει σε μεγάλο βαθμό τις γνωστές θέσεις του στα συγκεκριμένα θέματα χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει αποβάλει την εμπορική - επιχειρηματική αντίληψη που έχει για την εξωτερική πολιτική ούτε ότι έπαψε πλέον να δίνει προτεραιότητα στις διμερείς σχέσεις αντί στις θεσμικές συμμαχίες.
Οι εξισορροπητικές όμως δομές του αμερικανικού πολιτικού συστήματος (τα γνωστά «checks and balances») και οι υψηλού κύρους προσωπικότητες της Αμερικανικής Διοίκησης όπως ο Αντιπρόεδρος Mike Pence, ο Υπουργός Εξωτερικών Rex Tillerson και ο Υπουργός Άμυνας James Mattis έχουν βάλει με σωστό τρόπο τα πράγματα στην θέση τους σε ότι αφορά τις ΗΠΑ με το ΝΑΤΟ και την Ευρωατλαντική Ασφάλεια. Εκτιμάται ότι καταλυτικός ήταν και ο ρόλος της Πρωθυπουργού του ΗΒ, διαχρονικού στρατηγικού εταίρου των ΗΠΑ, η οποία φαίνεται να «εξήγησε» πολλά θέματα στον Πρόεδρο Trump σχετικά με την σημασία του ΝΑΤΟ στην παγκόσμια σταθερότητα, η οποία φεύγοντας από τον Λευκό Οίκο είχε δηλώσει «με τις απειλές που αντιμετωπίζουμε, δεν είναι τώρα η ώρα για λιγότερη συνεργασία»! Η ανησυχία πολλών χωρών της Ευρώπης για ενδεχόμενη αμερικανική στροφή στον απομονωτισμό με ταυτόχρονη υποβάθμιση της Συμμαχίας και συνεπώς μία «ειδική» ερμηνεία του αμερικανικού συμφέροντος που θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμα και σε μία «νέα Γιάλτα» έχει μειωθεί σημαντικά.
Οι ΗΠΑ δια στόματος των Υπουργών Άμυνας και Εξωτερικών στις αντίστοιχες πρόσφατες υπουργικές διασκέψεις του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες επιβεβαίωσαν την σημασία που έχει για την Αμερική και την ασφάλεια της το ΝΑΤΟ και φυσικά τις εγγυήσεις ασφαλείας σε σχέση με την ρήτρα συλλογικής άμυνας της Συμμαχίας (Άρθρο 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου)! Το ΝΑΤΟ ως οντότητα και τα έθνη που το συγκροτούν (νατοϊκός όρος έναντι του όρου «κράτη-μέλη») χρειάζονται τις ΗΠΑ για την ασφάλεια τους όπως και οι ΗΠΑ αναμφίβολα χρειάζονται το ΝΑΤΟ έστω και αν οι προεκλογικές δηλώσεις του Trump ως ένα βαθμό το …υπονόμευσαν.
Ουδέποτε Αμερικανός πρόεδρος μετά το 1949 (Βορειοατλαντικό Σύμφωνο) είχε αμφισβητήσει την στρατηγική αντίληψη ότι τα Αμερικανικά συμφέροντα στην ευρωατλαντική περιφέρεια ταυτίζονται και διασφαλίζονται με το ΝΑΤΟ! Ας μην ξεχνάμε ότι η μοναδική φορά που στην 68χρονη πορεία του ΝΑΤΟ έγινε επίκληση του άρθρου 5, ήταν για να συνδράμει στην ασφάλεια των ΗΠΑ μετά την 11η Σεπτεμβρίου όπως επίσης ότι οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι ήταν και συνεχίζουν να είναι οι πιο σημαντικοί εταίροι της Αμερικής στον αγώνα για την παγκόσμια ασφάλεια.
Υποχρεώσεις ευθύνες των κρατών-μελών της Συμμαχίας και το «2%»
Η απαίτηση της Washington να αναλάβουν οι Ευρωπαίοι Σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ περισσότερες ευθύνες και συνεπώς πρόσθετες οικονομικές υποχρεώσεις είναι δίκαιη από πολλές πλευρές, όταν οι ΗΠΑ με καθαρά δική τους απόφαση συμβάλουν στα έξοδα λειτουργίας του ΝΑΤΟ σε ποσοστό 70%. Όμως «δεν πρόκειται για μια οικονομική συναλλαγή όπου οι χώρες του ΝΑΤΟ πληρώνουν τις ΗΠΑ για να τις υπερασπίζονται και είναι μέρος της δέσμευσης της συμφωνίας» έχει δηλώσει χαρακτηριστικά ο πρώην Μόνιμος Αντιπρόσωπος (Πρέσβης) των ΗΠΑ στο Βορειοατλαντικό Συμβούλιο (ΝΑΤΟ) κ. Ivo Daalder (2009-2013) απαντώντας στο twitter του Προέδρου Trump για τα πόσα χρήματα «χρωστάει» η Γερμανία.
Η αμερικανική απαίτηση για αύξηση των αμυντικών δαπανών των μελών του ΝΑΤΟ δεν είναι κάτι καινούργιο που «ανακάλυψε» ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ. Απλά τέθηκε έντονα με το γνωστό «χρωματισμένο» ύφος του τόσο κατά την προεκλογική του εκστρατεία όσο και με την ανάληψη των καθηκόντων του, οπότε δημιούργησε αίσθηση και έγινε «σημαία» καθόσον αυτό είχε τεθεί και από τους προκατόχους του. Καταγράφηκε ως σύσταση για πρώτη φορά στην Διάσκεψη Κορυφής (Summit) στην Ρίγα της Λετονίας το 2006(Bush), ενώ στην αντίστοιχη της Ουαλίας (Obama) συμφωνήθηκε και έγινε δέσμευση οι αμυντικές δαπάνες των κρατών-μελών να φθάσουν τουλάχιστον (benchmark) στο 2% του ΑΕΠ με χρονικό όριο το 2024.
Από την πλευρά τους οι Ευρωπαίοι πρέπει αφ' ενός μεν να επισημαίνουν σε κάθε ευκαιρία στην Διοίκηση Trump την αξία που έχει το ΝΑΤΟ για τις ΗΠΑ αλλά ταυτόχρονα να αποδείξουν έμπρακτα ότι αναλαμβάνουν μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης, δαπανώντας ιδιαίτερα οι οικονομικά εύρωστες χώρες όπως η Γερμανία, περισσότερα για την Άμυνα και Ασφάλεια και υλοποιώντας τον συμφωνηθέντα στόχο στην Ουαλία. Τον επόμενο μήνα στην διάσκεψη κορυφής στις Βρυξέλλες (Summit) όπου θα είναι και «το ντεμπούτο» Trump, τα μέλη της Συμμαχίας, αναμένεται να επιβεβαιώσουν τον Οργανισμό και τον Αμερικανό Πρόεδρο την δέσμευση τους, με απλά λόγια… «Show Trump the money».
Επειδή γίνεται μεγάλη «κουβέντα» για το «2%» του ΑΕΠ το οποίο όπως προαναφέρθηκε έχει γίνει «σημαία» από γνωρίζοντες και μη γνωρίζοντες, κρίνεται σκόπιμο να εξηγήσουμε σε τι αναφέρεται και πως διερμηνεύεται. Κατ' αρχήν αφορά στο σύνολο των δαπανών από την μισθοδοσία και την συντήρηση των Ενόπλων Δυνάμεων μέχρι και την απόκτηση νέων οπλικών συστημάτων για να αναπτυχθούν και οι προβλεπόμενες από τον Συμμαχικό Αμυντικό Σχεδιασμό (Defence Planning Process) «Δυνατότητες» (Capabilities) προκειμένου το ΝΑΤΟ να είναι σε θέση να ενεργήσει στρατιωτικά όταν απαιτηθεί σύμφωνα το γνωστό «Επίπεδο Φιλοδοξίας» ( Level of Ambition). Για το τελευταίο όμως είναι υποχρεωτικό να δαπανηθεί το 20% του …«2%»!
Χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία καλύπτουν έστω και οριακά όλες τις καθορισθείσες προϋποθέσεις καλύπτοντας μεγάλο μέρος των εκστρατευτικών δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ, ενώ και η οικονομική υπερδύναμη της Ευρώπης, η Γερμανία έχει «αυτοδεσμευτεί» για τον στόχο αυτό με την Λευκή Αμυντική Βίβλο που εξεδόθη το 2016 αρκετούς μήνες πριν τεθεί το θέμα από τον Trump. Αυτό σημαίνει σε αριθμούς ότι από τα 38 δις ευρώ θα πάει περίπου στα 60 δις, δηλαδή μία αύξηση κατά 22δις! Ανάλογες μπορεί να είναι οι αυξήσεις και για άλλες εύρωστες οικονομικά χώρες όπως η Ολλανδία, Δανία και Νορβηγία οι οποίες όμως καλύπτουν σημαντικές απαιτήσεις του Συμμαχικού Αμυντικού Σχεδιασμού.
Η αλήθεια όμως είναι, ότι αυτό το εμβληματικό πλέον «2%» δεν αντιπροσωπεύει μία πραγματική και ολοκληρωμένη εικόνα των στρατιωτικών δυνατοτήτων των κρατών-μελών. Η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ισπανία, η Ιταλία και κάποιες άλλες χώρες όταν τίθεται το θέμα ότι δεν καλύπτουν το …benchmark αντιτείνουν το γεγονός ότι έχουν πολύ μεγάλη συνεισφορά δυνάμεων και μέσων σε όλες τις κρίσιμες επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ όταν άλλες χώρες το αποφεύγουν και όταν αυτές το κάνουν θέτουν αυστηρούς περιορισμούς (caveats) που τελικά η επιχειρησιακή συνεισφορά είναι ελαχίστη.
Αμυντικές Δαπάνες της Ελλάδος
Ερχόμαστε τέλος στην Ελλάδα η οποία βρίσκεται ακόμα σε οικονομική περιδίνηση και άγνωστο είναι πότε θα ανακάμψει. Ναι μεν για πολλά χρόνια έπιανε και ξεπερνούσε τον στόχο του «2%» αναγκασμένη να δαπανά ένα σχετικά υψηλό ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά αυτό οφειλόταν σε εθνικούς λόγους λόγω της υπαρκτής και εκπεφρασμένης απειλής από την αναθεωρητική Τουρκία. Παρά το ότι στο Military Balance έχει γραφτεί ότι η Ελλάδα το 2016 δαπάνησε 2,2%, σε απόλυτους αριθμούς είναι 1,8%, δηλαδή 3,2 δις, με 2 δις σε μισθοδοσία και συντάξεις , 700 εκ για τον λειτουργικό Προϋπολογισμό (λειτουργία και συντήρηση) ενώ τα υπόλοιπα 500 εκ σε αποπληρωμή ανειλημμένων υποχρεώσεων από παλαιές συμβάσεις. Λόγω της συνεχιζόμενης κρίσεως είναι ανέφικτο να «αφιερωθεί» το 20% των αμυντικών μας δαπανών σε απόκτηση νέων οπλικών συστημάτων όπως είναι η συμμαχική δέσμευση.
Θεωρώ όμως ότι είναι λάθος να κομπάζουν κάποιοι με πρώτο απ' όλους τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας στις υπουργικές διασκέψεις, ότι η χώρα μας είναι εντός των νατοϊκών στόχων και σε περίπτωση που συνεχίζει υπάρχει κίνδυνος αυτοπαγίδευσης λόγω αυτού του…«20%»! Πλέον όμως τούτου καλό θα ήταν να πληροφορηθεί ο κ. Υπουργός τι ακριβώς…με φειδώ διαθέτει (στα χαρτιά γιατί ουδέποτε αν ζητηθεί όντως …θα διατεθούν) η Χώρα στα πλαίσια του Συμμαχικού Αμυντικού Σχεδιασμού στο «Pool of Forces». Πρέπει να ομολογήσουμε ότι λόγω της παραδοσιακής αριστερής «αντινατοϊκής» νοοτροπίας που έχει επικρατήσει για δεκαετίες, η Ελλάδα συνεισέφερε σε επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ τα λιγότερα δυνατά και μόνο μετά από ισχυρή Συμμαχική πίεση.
Ως παράδειγμα υπενθυμίζω ότι το 2007 ενώ υπήρχε προγραμματισμός που την δέσμευε ως χώρα, δεν έστειλε τελικά το Στρατηγείο του NDC GR (Νατοϊκό Στρατηγείο της Δομής Δυνάμεων στην Θεσσαλονίκη) στην Καμπούλ δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στην εκ περιτροπής (rotation) ανάληψη αυτής της υποχρεώσεως και αντί αυτού τελικά εστάλη ένα Νοσοκομείο Εκστρατείας. Το περίεργο είναι ότι όποτε διέθεσε δυνάμεις και μέσα καταβλήθηκε προσπάθεια από τους κυβερνώντες, όποιοι και αν ήταν αυτοί, η συνεισφορά αυτή να …υποβαθμιστεί»!
Αντί επιλόγου
H Αμερική του Trump τουλάχιστον στα θέματα της Ευρωατλαντικής Ασφάλειας εκτιμάται ότι δεν πρόκειται να αλλάξει τις παραδοσιακές στρατηγικές αντιλήψεις και πολιτικές της. Από πλευράς τους οι Ευρωπαίοι Σύμμαχοι θα πρέπει για πολλούς λόγους να αναλάβουν ευθύνες και υποχρεώσεις που αφορούν στην ασφάλεια τους. Ας πούμε ότι είναι καιρός να κάνουν το ΝΑΤΟ περισσότερο…ευρωπαϊκό μιας και η «πολυτραυματίας» ΕΕ πλέον των φιλολογικών κειμένων δεν μπορεί να πράξει πολλά.
Το εμβληματικό … «2%» διερμηνεύεται πολλαπλώς και η δική μας χώρα η οποία βιώνει μία πρωτοφανή σε διάρκεια οικονομική κρίση και επιπροσθέτως οφείλει να αντιμετωπίζει την Τουρκική επιθετικότητα θα πρέπει να είναι προσεκτική. Εκτιμώ όμως ότι η Ελλάδα σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αποκτήσει πρόσθετο «ειδικό βάρος» εντός της Συμμαχίας και όταν αυτό επιτευχθεί τότε θα μπορούσε να πείσει τις ΗΠΑ ότι πέρα από ένας καλός νατοϊκός Σύμμαχος είναι και ένας στρατηγικός εταίρος σε διμερές επίπεδο!
* Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι συντονιστής - υπεύθυνος για τα θέματα Άμυνας και Διπλωματίας στο liberal.gr. Είναι απόφοιτος της ΣΕΘΑ και έχει περατώσει Στρατηγικές Σπουδές Ασφαλείας. Διατέλεσε εκπρόσωπος Τύπου του Α/ΓΕΕΘΑ, διευθυντής Διεθνών Σχέσεων στο ΥΕΘΑ/ΓΓΟΣΑΕ, και υπηρέτησε σε διοικητικές και επιτελικές θέσεις στην Ελλάδα και στο ΝΑΤΟ.
** Το παρόν άρθρο – ανάλυση έχει συνταχθεί με βάση και την εμπειρία του ως Συντονιστής Αμυντικής Σχεδίασης στο Διεθνές Στρατιωτικό Επιτελείο (IMS) στο Στρατηγείο του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.