Το ανοικτό «μακεδονικό ζήτημα» του Μίτσκοσκι και η δέουσα απάντηση της Αθήνας
Shutterstock
Shutterstock

Το ανοικτό «μακεδονικό ζήτημα» του Μίτσκοσκι και η δέουσα απάντηση της Αθήνας

Οι δηλώσεις του Βορειομακεδόνα πρωθυπουργού Χρίστιαν Μίτσκοσκι περί «ανοιχτού μακεδονικού ζητήματος» δεν στρέφονται μόνο εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά επιχειρούν να ανοίξουν ζήτημα συνόρων στα Βαλκάνια, αμφισβητώντας ουσιαστικά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913) και πυροδοτώντας τον «μακεδονικό» αλυτρωτισμό με στόχο την «επανένωση» της Μακεδονίας.

Ο Χ. Μίτσκοσκι, προφανώς, επιχειρεί να πουλήσει εθνικιστικά «φούμαρα» στους οπαδούς του. Ευρισκόμενος μάλιστα στις ΗΠΑ, όπου υπάρχει ένας σκληρός εθνικιστικός πυρήνας μεταξύ των Βορειομακεδόνων της Διασποράς, θεώρησε ότι είναι το κατάλληλο έδαφος για να θέσει εκ νέου «μακεδονικό ζήτημα». Ο αλυτρωτισμός αυτός παραδοσιακά προβάλλει τη διεκδίκηση της «επανένωσης» των περιοχών της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας, που ανήκουν στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία, με τα εδάφη της Βόρειας Μακεδονίας.

Το VMRO-DPMNE παραδοσιακά εξέφραζε αυτόν τον αλυτρωτισμό, και όπως δείχνουν και οι δηλώσεις του κ. Μίτσκοσκι, δεν διστάζει να παίξει με ένα εξαιρετικά επικίνδυνο «χαρτί», θεωρώντας ότι έτσι θα αποκρούσει τις πιέσεις της Σόφιας για αναγνώριση της βουλγαρικής μειονότητας ως συστατικού στοιχείου της Βόρειας Μακεδονίας στο Σύνταγμά της, αλλά και θα αποσπάσει την προσοχή από τις συνεχόμενες συστηματικές παραβιάσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών, δημιουργώντας ντε φάκτο τετελεσμένα εις βάρος της χώρας μας.

Η κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας και ο πρόεδρος της χώρας, Γ. Σιλιάνοφσκα, συστηματικά προβαίνουν σε παραβιάσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών, αναφερόμενοι σε «Μακεδονία» και «Μακεδονικό» λαό. Η κ. Σιλιάνοφσκα, μάλιστα, χρησιμοποίησε πρόσφατα και τον όρο «Belomorska Macedonia», που παραπέμπει στον αλυτρωτικό όρο «Αιγαιατική Μακεδονία», προκειμένου να αναφερθεί στην ελληνική Μακεδονία.

Η αδράνεια που έχει επιδειχθεί επί μακρόν, έχει δώσει την ευκαιρία στη βορειομακεδονική ηγεσία να προσδοκά ότι με τη συνεχή χρήση όρων που είναι σε αντίθεση με τη Συμφωνία των Πρεσπών, θα μπορέσει να υποσκάψει τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις και υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα. Με βάση αυτές τις δεσμεύσεις της δόθηκε η δυνατότητα να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, να είναι υποψήφια προς ένταξη στην Ε.Ε. και να έχει ξεκινήσει έτσι την ευρωπαϊκή πορεία της.

Μια σειρά παραβιάσεων της Συμφωνίας εστιάζονται σε όλα τα επίπεδα, από την πιστή εφαρμογή των δεσμεύσεων για αλλαγή διαβατηρίων και επίσημων εγγράφων, μέχρι την απόσυρση συμβόλων που παραπέμπουν στην αρχαία Μακεδονία ή την τοποθέτηση ειδικών επιγραφών (στα αγάλματα στο κέντρο των Σκοπίων), που να υποδηλώνουν ότι αποτελούν στοιχεία της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς.

Επίσης, το πάγωμα των επιτροπών για την αλλαγή των βιβλίων διατηρεί τα αλυτρωτικά στοιχεία στα σχολικά βιβλία, ενώ η κωλυσιεργία στην εξεύρεση λύσης στο θέμα της εμπορικής χρήσης του όρου «Μακεδονία - Μακεδονικός» δίνει την ευκαιρία, ακόμη και σήμερα, να δημιουργείται σύγχυση. Τα πιο εξαγώγιμα προϊόντα της γειτονικής χώρας, όπως είναι τα κρασιά, εμφανίζονται με ετικέτες που αναφέρουν ακόμη και τώρα ως χώρα προέλευσης την… «Μακεδονία» (Product of Macedonia).

Σε πρόσφατες συναντήσεις στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε., ο κ. Μίτσκοσκι απέφυγε επιμελώς να αναφερθεί σε «Μακεδονία» και «Μακεδονικό λαό», παίζοντας έτσι ένα «κρυφτούλι» με την Ελλάδα, προκειμένου να αποφύγει άμεσες ελληνικές αντιδράσεις σε ανώτατο επίπεδο.

Το ΥΠΕΞ απάντησε σε υψηλούς τόνους στη δήλωση Μίτσκοσκι: «Το γεγονός αυτό αποτελεί πρόκληση για την Ελλάδα, επιχειρώντας να επαναφέρει στο προσκήνιο ένα ζήτημα που έχει επιλυθεί, ως γνωστόν, οριστικά και αμετάκλητα. Η Ελλάδα υπενθυμίζει ότι η περαιτέρω πρόοδος στις διμερείς της σχέσεις με τη Βόρεια Μακεδονία και η ομαλή συνέχιση της ευρωπαϊκής πορείας της γείτονος, προϋποθέτουν τον πλήρη σεβασμό της Συμφωνίας των Πρεσπών και βεβαίως την αποχή από αλυτρωτικές διακηρύξεις και αξιώσεις εις βάρος γειτονικών χωρών».

Όμως, η Αθήνα οφείλει πλέον να κινηθεί υπεύθυνα, ώστε να διασφαλιστεί ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν θα λειτουργήσει ετεροβαρώς υπέρ των Σκοπίων, τα οποία θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν τα θετικά της συμφωνίας και ταυτόχρονα να υποσκάπτουν την εφαρμογή βασικών δεσμεύσεών τους.

Οι μηχανισμοί υπάρχουν και προβλέπονται από την ίδια τη Συμφωνία, όπου, παρά το τραγικό άρθρο 7, τίθενται συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τη χρήση της νέας ονομασίας αλλά και για το πώς αποκαλούνται οι πολίτες της χώρας («Πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας»). Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να κινηθεί άμεσα, ώστε είτε η άλλη πλευρά να συμμορφωθεί με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, είτε να βρεθεί προ των ευθυνών της.

Στα Σκόπια, πάντως, κινούνται με στόχο να βρουν λύση και στο εκκλησιαστικό ζήτημα, παρακάμπτοντας το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η Συμφωνία των Πρεσπών άφησε εκτός ρυθμίσεων και το θέμα της Εκκλησίας, η οποία συνεχίζει μέχρι σήμερα να αποκαλείται «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία - Αρχιεπισκοπή Αχρίδος».

Το Σερβικό Πατριαρχείο πριν από τρία χρόνια παρείχε τόμο Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Βόρειας Μακεδονίας. Ωστόσο, αυτό δεν αρκεί, καθώς απαιτείται και ο τόμος της Αυτοκεφαλίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Οι συνεννοήσεις που είχαν υπάρξει για αλλαγή της ονομασίας της Εκκλησίας, ώστε να μην ονομάζεται πλέον «Μακεδονική Αυτοκέφαλη Εκκλησία», έχουν ατονήσει το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα μετά την ανάδειξη στην κυβέρνηση του VMRO-DPMNE.

Την ημέρα του Αγίου Σάββα, που είναι ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος της Σερβικής Εκκλησίας, ο Πατριάρχης Σερβίας Πορφύριος μετέβη στα Σκόπια, προσκεκλημένος από ένα σερβικό πολιτιστικό κέντρο, για να τιμήσει τη γιορτή.

Η κίνηση αυτή χρησιμοποιήθηκε, ώστε να δοθεί η εικόνα ότι υπάρχει πρόοδος στην προσπάθεια της «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας - Αρχιεπισκοπή Αχρίδος» για απόκτηση πλήρους Αυτοκεφαλίας. Στο εσωτερικό της Εκκλησίας υπάρχουν, πάντως, διαφορετικές τοποθετήσεις από τους μητροπολίτες, ενώ καλλιεργείται πλέον, με τη στήριξη εθνικιστικών κύκλων, η αντίληψη ότι μπορεί να παρακαμφθεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Οι πρωτοβουλίες αυτές, σύμφωνα με πληροφορίες και από ΜΜΕ της γειτονικής χώρας, υποκινούνται από τη Ρωσική Εκκλησία, η οποία επί μακρόν αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σύμφωνα με την εκκλησιαστική τάξη. Βρίσκεται, επίσης, σε ανοικτή σύγκρουση με το Φανάρι, μετά την αναγνώριση της Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία.