Ρωσία - Τουρκία - πολεμοκαπηλεία
Shutterstock
Shutterstock

Ρωσία - Τουρκία - πολεμοκαπηλεία

Να το τολμήσω;

Ειδικός στη διεθνή πολιτική δεν είμαι… Όλη μου η ζωή έχει αφιερωθεί στη μελέτη της (συγκριτικής ενίοτε) εσωτερικής λειτουργίας των διαφόρων πολιτευμάτων και συστημάτων διακυβέρνησης… Και η εμπειρία δείχνει πόσο επικίνδυνο είναι να μιλάει κανείς για θέματα –ή σε γλώσσες- που αγνοεί, μερικώς ή ολοσχερώς…

Ωστόσο, ας παρακαλέσω μια φορά να μου συγχωρεθεί η ετεροπραγμοσύνη και ας μου επιτραπεί να εκφράσω κάποιες ανησυχίες μου…

Αυταρχικοί ηγέτες σαν τον Πούτιν και τον Ερντογκάν –τους οποίους πάντως δεν εξομοιώνω ως προς τον βαθμό του αυταρχισμού τους- μπορεί να τρομοκρατούν και να ποδηγετούν με πολλούς τρόπους τις κοινωνίες τους, ωστόσο ως διεθνείς παίκτες δεν λειτουργούν ανορθολογικά. (Κάτι που δεν σημαίνει, βέβαια, πως τους «βγαίνουν» πάντα οι ορθολογικές εκτιμήσεις τους). Αυτό, ωστόσο, μάλλον επιτείνει τις ανησυχίες μου…

Ο Ρώσος πρώην κακεμπίτης, με δεδομένα τα απαρχαιωμένα οπλικά συστήματα της χώρας του (κάτι που τον οδηγεί μέχρι και από το Ιράν ή τη Β. Κορέα να αναζητεί εξοπλισμό) έχει ασφαλώς συνείδηση του πόσο επικίνδυνο θα ήταν γι’ αυτόν να πλήξει κράτος του ΝΑΤΟ, πχ τις βαλτικές δημοκρατίες ή την Πολωνία…

Ένας τρόπος, λοιπόν, υπάρχει να «τεστάρει» σχετικά ακινδύνως τα όρια, τις ανοχές, τις αντοχές και τα αντανακλαστικά των στρατιωτικών και πολιτικών ηγητόρων του δυτικού κόσμου: Να ωθήσει, σε κάτι που θα φανεί ως ενδονατοϊκή διένεξη, την –φύσει, θέσει και ιστορία- αναθεωρητική Τουρκία, προκειμένου αυτή να πλήξει μια χώρα η οποία ανήκει στον πυρήνα των δυτικών συμμαχιών, τα δε τελευταία χρόνια έχει ενισχύσει τους δεσμούς της με κράτη-πυλώνες της Δύσης…

Οι πιθανότητες, δε, ο Νεοσουλτάνος και «καθεστωτικός συγγενής» του Νεοτσάρου να ανταποκριθεί στη σχετική παρότρυνση, τόσο για λόγους συγκυριακούς εσωτερικής πολιτικής όσο και με βάση δομικές διεθνοπολιτικές στοχεύσεις, δεν νομίζω πως είναι μικρές: Όχι μόνο η ρητορεία αλλά όλες οι ανάγκες και όλες οι προτεραιότητες σήμερα της ερντογκανικής Τουρκίας ωθούν προς μια «εμπράγματη» έκφραση του αναθεωρητισμού της…

Όλων τούτων δοθέντων θα τολμούσα, εγώ ο αδαής, να σκεφθώ δύο πολιτικές κατευθύνσεις για τη χώρα μας εξυπηρετικές του εθνικού συμφέροντος, αλλά και των συμφερόντων τόσο του δυτικού κόσμου όσο και της περιοχής μας…

Πρώτον: Η θωράκιση των πιο ευαίσθητων περιοχών του εθνικού μας εδάφους, τόσο μέσω συμμαχιών όσο και δι’ εξοπλισμών (ακόμη και αν οι τελευταίοι κινούνται πέραν της γραμματικής ερμηνείας των διεθνοδικαιικών προβλέψεων της Λωζάννης) είναι κάτι που ούτε ο πιο πασιφιστής θα μπορούσε να αρνηθεί αν, εκτός από πασιφιστής, ήθελε να είναι και πραγματιστής…   

Δεύτερον: Κόντρα σε επικίνδυνους εθνικούς ιέρακες η Ελλάδα οφείλει –και μέχρι σήμερα σε κάποιο βαθμό ο πρωθυπουργός το κάνει- με κάθε τρόπο και σε κάθε ένταση να διακηρύξει, και έμπρακτα να αποδείξει, ότι δεν φιλοδοξεί να μετατρέψει το Αιγαίο σε λίμνη ελληνική.

Οποτεδήποτε επιδιώχτηκε το αντίθετο προκλήθηκε εθνική καταστροφή. (Ακόμη και στις σπαραχτικές απολογίες τους, πριν πέσουν θύματα σφαιρών ελληνικών, οι «Έξι» διατυμπάνιζαν την πεποίθησή τους πως η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να ησυχάσει χωρίς να γίνει ελληνική λίμνη η θάλασσα που χωρίζει και ενώνει τις δύο χώρες. Και οι σχετικές εθνικές μας «ανησυχίες» πολλά δεινά σώρευσαν…).

Προφανώς, δε, ούτε η –επαπειλούμενη- επέκταση των χωρικών μας υδάτων ούτε η αναντιστοιχία αιγιαλίτιδας ζώνης και εναέριου χώρου ούτε η αναζήτηση ανορθολογικών ζωνών επιρροής μικρονησίδων πρέπει να αντιμάχονται αυτή την προσέγγιση.

Για την Τουρκία -χώρα αχανή, με τεράστια ακτογραμμή, φοβερή δημογραφική δυναμική και με συνείδηση του ότι ο προ εκατονταετίας εδαφικός διακανονισμός απηχούσε τα δεδομένα μιας εποχής κατά την οποία η οικονομική και γεωπολιτική σημασία της θάλασσας ήταν μικρότερη από αυτή της ξηράς- έχει κυριολεκτικά υπαρξιακή σημασία η πρόσβαση στη θάλασσα.

Κάτι που προδικάζει και την ετοιμότητά της να αγωνιστεί «παντί σθένει» γι’ αυτό… Θα αποτελούσε δε τεράστιο λάθος εκ μέρους μας η αυταπάτη πως οι δυτικοί θα πολεμούσαν για τα εδάφη και τα δικαιώματά μας. Το 1919, οπότε και κυριάρχησε αυτή η αντίληψη, απέχει χρονικά αλλά όχι και τόσο.

Πιθανότερο είναι ο Έλληνας ιστορικός του μέλλοντος, επί κακής τροπής των πραγμάτων, να αναζητεί για μια ακόμη φορά τους λόγους των συγκρούσεων ή των αποκλίσεων μεταξύ των δυτικών Δυνάμεων που ίσως τις κάνουν να περιορίσουν την προς τη χώρα μας  «βοήθειά» τους, στην καλύτερη περίπτωση, σε αποστολή αγωνιστικών χαιρετισμών. Ενώ εμείς, υπερηφάνως άκαμπτοι, θα έχουμε πχ διευκολύνει την πολιτική της Γαλλίας στη Β. Αφρική…

 

ΥΓ. Αποτελεί βέβαια ευτύχημα πως ούτε ο Μητσοτάκης ούτε οι αρχηγοί των άλλων ενδοσυστημικών κομμάτων –Τσίπρας και Ανδρουλάκης- ανήκουν στην κατηγορία των επικίνδυνα υπερεθνικιστών (έστω και αν εκλογικές σκοπιμότητες πιέζουν προς την αντίθετη κατεύθυνση). Ωστόσο, ποιος μπορεί να αντισταθεί μέχρι τέλους στην τηλεοπτική βιομηχανία φιλοπολεμικής ρητορείας; Είναι άλλωστε «πολλά τα λεφτά» για τους ιδιοτελείς –σπανιότατα δε αφελείς-πολεμοέμπορους…