Του Σάκη Μουμτζή
Όταν τα ξημερώματα της 13ης Αυγούστου 1961 οι κάτοικοι του Βερολίνου είδαν πως ένα τείχος χώριζε την πόλη τους στα δύο, δεν μπορούσαν να φανταστούν πώς θα τελείωνε αυτή η ιστορία. Δεν γνώριζαν μάλιστα, τότε, σε ενεστώτα χρόνο, και αν θα τελείωνε ποτέ η διαίρεση της πολύπαθης πόλης.
Και όμως η πορεία των πραγμάτων έφερε το happy end μετά από 28 ολόκληρα χρόνια. Μια γενιά Βερολινέζων έζησε με το «τείχος του αίσχους», όπως εύστοχα αποκλήθηκε ο μεγάλος τσιμεντένιος φράκτης που ουσιαστικά χώριζε την δημοκρατία από τον ολοκληρωτισμό, την ελεύθερη οικονομία από τον υπαρκτό σοσιαλισμό, το περιβάλλον της ανθρώπινης ευτυχίας και της αφθονίας, από αυτό της μιζέριας και της δυστυχίας.
Είναι κοινότοπο, τετριμμένο, να επαναλάβω πως ακριβώς για αυτές τις θεμελιώδεις, για την ανθρώπινη ύπαρξη, διαφορές εκατοντάδες χιλιάδες Βερολινέζοι εγκατέλειπαν το ανατολικό τμήμα της πόλης, την περιοχή που γευόταν τα «αγαθά» του σοβιετικού κομμουνισμού, και ζητούσαν μια καλύτερη ζωή στο δυτικό τμήμα, που ανήκε στον ελεύθερο κόσμο—χωρίς εισαγωγικά.
Η αντίστροφη ροή αποτέλεσε αντικείμενο μόνον ανεκδότων, καθώς ουδείς σοβαρός άνθρωπος ήθελε να εγκαταλείψει ένα καθεστώς ελευθερίας και ευμάρειας, για να εγκατασταθεί στο τμήμα της πόλης όπου επικρατούσε η τυραννία και η φτώχεια.
Όλος ο πολιτισμένος κόσμος γιόρτασε και γιορτάζει την πτώση του «τείχους του αίσχους». Πλην Λακεδαιμονίων. Πλην των Ελλήνων που, σε ένα μεγάλο ποσοστό, αναπολούν τον υπαρκτό σοσιαλισμό—χωρίς εισαγωγικά. Είναι αυτοί που δεν θέλησαν να κατανοήσουν πως, για λόγους ιστορικής συγκυρίας, και η πατρίδα μας δεν γνώρισε τον κομμουνιστικό εφιάλτη. Πως έχουν την δυνατότητα να θρηνούν για τον απωλεσθέντα σοσιαλιστικό παράδεισο, χάρη στα πολιτικά δικαιώματα που τους δίνει η φιλελεύθερη δημοκρατία.
Η πτώση του τείχους του Βερολίνου επέφερε μέσα σε λίγες μέρες και το σάρωμα των κομμουνιστικών καθεστώτων της Α.Ευρώπης και την πανηγυρική παλινόρθωση-επικράτηση του καπιταλισμού. Συγχρόνως, ήταν και μια συντριπτική ήττα του μαρξισμού ως κοσμοθεωρίας, γιατί αυτή προέβλεπε μετά τον σοσιαλισμό την νομοτελειακή έλευση της κομμουνιστικής—αταξικής κοινωνίας. Σε κανένα έργο του Μαρξ και των επιγόνων του δεν αναφερόταν –ούτε καν ως πιθανότητα- η «νεκρανάσταση του καπιταλισμού.» Η συντριβή του μαρξισμού ήταν πλήρης και σε όλα τα επίπεδα. Το ιδεολογικό, το πολιτικό, το οικονομικό.
Και αν οι οπαδοί του σοβιετικού κομμουνισμού πορεύονται σήμερα μέσα στην γραφικότητα τους, αίφνης, στην πατρίδα μας γεννήθηκε, από την ίδια μήτρα, η ριζοσπαστική Αριστερά. Μια κατασκευή που με πανουργία αποποιείται τον ολοκληρωτισμό του υπαρκτού σοσιαλισμού και επαγγέλλεται ένα νεφελώδες όραμα επίγειου παραδείσου. Όταν οι πολίτες επιζήτησαν με την ψήφο τους την πραγμάτωση του διαπίστωσαν πόσο έπεσαν έξω. Πόσο εξαπατήθηκαν. Οι ασφαλιστικές δικλείδες της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που λειτουργούν ακόμα, συνετέλεσαν και αυτές στην ανώμαλη προσγείωση των εύπιστων συμπατριωτών μας.
Όλοι όσοι εδώ και δεκαετίες διαπιστώσαμε και αξιολογήσαμε την διαφορά των δύο κόσμων, πάντα θα θυμούμαστε τους εκατοντάδες χιλιάδες Ανατολικογερμανούς να σχηματίζουν, στις 9 Νοεμβρίου 1989, ατελείωτες ουρές με τα θλιβερά και ομοιόμορφα αυτοκίνητα τους προς το Δυτικό Βερολίνο, προς την ελευθερία.
Και εμείς οι Έλληνες, αυτήν την ημέρα, ας υποκλιθούμε ευλαβικά στους παππούδες μας και στους πατεράδες μας που αγωνίστηκαν σκληρά πριν από πολλές δεκαετίες, για να μην έχουμε την τύχη των δύστυχων Ανατολικογερμανών.