Του Αλέξανδρου Σκούρα
Τα τελευταία πέντε χρόνια η κυβέρνηση Τσίπρα έκανε διάφορες αμφιλεγόμενες κινήσεις στην εξωτερική πολιτική. Μόνο μία όμως μπορεί να χαρακτηριστεί και ως αδικία. Και αυτή η αδικία αποκαταστάθηκε ευτυχώς πριν από λίγες μέρες, με την αναγνώριση από την Ελλάδα της μεταβατικής κυβέρνησης του Χουαν Γκουαϊδό ως της επίσημης κυβέρνησης της Βενεζουέλας.
Βεβαίως, το γεγονός ότι η εμμονική στήριξη στο καθεστώς Μαδούρο από την κυβέρνηση Τσίπρα ήταν μια αδικία, δεν σημαίνει ότι δεν ήταν ταυτόχρονα και μια λανθασμένη, επικίνδυνη επιλογή.
Η Ελλάδα έχει καθ' όλη την ιστορία της σταθερό προσανατολισμό προς τη Δύση. Στον σκληρό πυρήνα της διεθνούς μας ταυτότητας είναι η ιδιότητα μας ως κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, τα περισσότερα μέλη των οποίων έσπευσαν να αναγνωρίσουν τον Χουάν Γκουαϊδό ως τον νόμιμο Πρόεδρο της Βενεζουέλας.
Για λόγους που, στο πιο ευνοϊκό για την απελθούσα ελληνική κυβέρνηση, αφορούν ιδεολογικές εμμονές, η Ελλάδα επί χρόνια φάνηκε όχι απλώς να ανέχεται, αλλά και να υποστηρίζει τον δικτάτορα Μαδούρο. Έναν άνθρωπο που ευθύνεται για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, για τη φυλάκιση πολιτικών του αντιπάλων, για τη δολοφονία διαδηλωτών στους δρόμους, για τον έλεγχο μέσω παρακρατικών ομάδων του ποιος θα έχει πρόσβαση ακόμη και σε τρόφιμα πρώτης ανάγκης και ποιος όχι. Η Ελλάδα επί χρόνια ανεχόταν και στήριζε ενεργά έναν τύραννο που προκάλεσε μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση στη χώρα του και οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες Βενεζολάνους να γίνουν πρόσφυγες - κι όλα αυτά στο όνομα της σοσιαλιστικής ολοκλήρωσης και του τσαβισμού.
Η χώρα μας πάντα βρισκόταν στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Η προηγούμενη κυβέρνηση όμως έδειξε διατεθειμένη να καταρρίψει αυτή την παράδοση. Φλέρταρε με την έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη και την ΕΕ, προσέφυγε στη Ρωσία και το Ιράν για δανεικά, αντιπροτείνοντας άγνωστα ανταλλάγματα, και στο ζήτημα της Βενεζουέλας μπλόκαρε όσο μπορούσε, μέσω των ευρωβουλευτών της, την αναγνώριση της ανθρωπιστικής καταστροφής που συντελείται στη νοτιοαμερικανική χώρα. Για μια ακόμη φορά, οι ιδεολογικές αγκυλώσεις της Αριστεράς την απέτρεψαν από το να δει κατάματα τα εγκλήματα που συντελούνται στο όνομα του σοσιαλισμού. Αυτή η εμμονική στάση έβλαψε σημαντικά τη φήμη της Ελλάδας κατατάσσοντάς την μεταξύ χωρών με έλλειμμα ελευθερίας, δημοκρατίας και αποτελεσματικών θεσμών- και αν επιλογή αυτή συνεχιζόταν μπορεί να είχε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις για τη διεθνή υπόσταση και τις προοπτικές της πατρίδας μας.
Γι' αυτό και η επιστροφή της Ελλάδας στο πλευρό του ελεύθερου κόσμου είναι το πρώτο σημαντικό κεκτημένο από την αλλαγή της κυβέρνησης.
Όμως πέρα από τους λόγους της ιστορίας και του συμφέροντος της χώρας, η Ελλάδα έχει κι έναν άλλο, πολύ σημαντικό λόγο να κάνει τις σωστές επιλογές στην εξωτερική της πολιτική. Ως η χώρα που φέρει το συμβολικό βάρος του λίκνου της δημοκρατίας, έχουμε την ηθική υποχρέωση να στεκόμαστε στο πλευρό όλων των ανθρώπων που αναζητούν την ελευθερία και την αποτίναξη του ζυγού ενός τυραννικού καθεστώτος.
Η επιστροφή της χώρας μας στη συμβολική χορεία των ελεύθερων εθνών σε ό,τι αφορά την στάση μας στην τραγωδία της Βενεζουέλας είναι λοιπόν μεταξύ άλλων και μια ανάσα αξιοπρέπειας, καθώς και λόγος να είμαστε ξανά υπερήφανοι για την ελληνική εξωτερική πολιτική.
Και βεβαίως, η ιστορία αυτή είναι και ένας λόγος να κρατάμε κατά νου ότι, πέρα από τα όποια επιδόματα μπορεί η εκάστοτε πολιτική δύναμη να υπόσχεται προεκλογικά, το πού θα δώσουμε με την ψήφο μας την ευθύνη της χάραξης και εφαρμογής της εξωτερικής πολιτικής έχει κομβική σημασία - γιατί τα σφάλματα στο πεδίο αυτό, μπορεί μεν να μην είναι πάντα άμεσα αισθητά στην καθημερινή μας ζωή, αλλά μπορεί να αποβούν τραγικά για την πορεία της πατρίδας μας.