Την Τρίτη 26 Μαΐου στην καθιερωμένη ενημέρωση των έξι ο Σωτήρης Τσιόδρας και ο Νίκος Χαρδαλιάς ενημέρωσαν τους πολίτες ότι δεδομένης της καλής επιδημιολογικής εικόνας στη χώρα μας η ενημέρωση εφεξής θα γίνεται μέσω γραπτών ανακοινώσεων. Στη συνέχεια οι δύο άντρες αναφέρθηκαν στο «μετά»:
«Θα βοηθήσω τις επόμενες εβδομάδες τον υπουργό και την επιτροπή σε θέματα που σχετίζονται με τον νέο ιό και -φυσικά- θα ασχοληθώ με θέματα που αφορούν τους αγαπημένους μου ασθενείς και τους φοιτητές μου που τους είδα χθες. Θέλω κι εγώ σταδιακά να επιστρέψω στα υπόλοιπα καθήκοντα», δήλωσε ο καθηγητής. Ενώ ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας επιβεβαίωνε:
«Στην Πολιτική Προστασία δεν σταματάμε. Παραμένουμε σε απόλυτη ετοιμότητα. Πάντα έτοιμοι σε κάθε γειτονιά, σε κάθε χωριό, σε κάθε πόλη, σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας. Συνεχίζουμε».
Γιατί όμως και οι δύο αισθάνθηκαν την ανάγκη να είναι τόσο σαφείς ως προς τα καθήκοντα και τις κύριες ασχολίες από εδώ και πέρα;
Το 1982 η Χαρούλα Αλεξίου, πιο νέα και όμορφη από ποτέ, ντυμένη στα λευκά και τα μαύρα, τραγουδούσε στους Έλληνες μετανάστες στη Σουηδία ένα από τα πιο αγαπημένα ελληνικά τραγούδια, το «Ανεστάκι»:
«Δε θέλω εγώ παινέματα, παρηγοριές και ψέματα, δεν θέλω εγώ παινέματα, να γιατροπορευτώ.
Θέλω το γιο μου το Ανεστάκι, που 'ναι στη ξενιτιά, το μικρό μου καπετανάκι, που δε μου γράφει πια».
Η Ελληνίδα μητέρα το μόνο που λαχταρά είναι ο γιος της. Αυτό είναι το δικό της μερτικό από την Ελλάδα. Αυτό είναι το δικό της χρέος απέναντι στην πατρίδα.
Κάποιους αιώνες νωρίτερα, διασώζεται μία ιστορία για τον αποσυνάγωγο Εφέσιο φιλόσοφο. Γράφει ο Αριστοτέλης:
«Λένε σχετικά με το τι είπε ο Ηράκλειτος σε κάποιους ξένους που ήθελαν να τον συναντήσουν. Όταν πλησίασαν και τον είδαν να ζεσταίνεται κοντά στο φούρνο, δίστασαν· τότε τους προέτρεψε να μπουν μέσα με θάρρος λέγοντάς τους πως κι εδώ υπάρχουν θεοί» (Περί ζώων μορίων Α5. 645a 17).
Το «Κι εδώ θεοί είναι» του Ηράκλειτου είναι οι φοιτητές και οι ασθενείς του Τσιόδρα. Είναι το «σε κάθε γειτονιά, σε κάθε χωριό, σε κάθε πόλη, σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας» του Χαρδαλιά. Είναι το Ανεστάκι της Χαρούλας και του Έλληνα ξενιτεμένου. Είναι σε αυτούς τους καθημερινούς, οικείους, κοινούς τόπους, όπου ενδημεί το υψηλό, το ευγενές, το φωτεινό, το ελεύθερο, το ιερό.
Ο Σωτήρης Τσιόδρας και ο Νίκος Χαρδαλιάς έκαναν ένα βήμα πέρα «από τη μεγάλη αηδία» (Νίτσε, Γενεαλογία της ηθικής ΙΙ 24), η οποία θέλει να ταυτίζεται με την Πολιτεία και τη Πόλιν. Διότι συναισθάνονται ότι το Πολιτικό αποτελεί μέρος της Πολιτείας, και όχι αντίστροφα.
Ο Πλάτωνας θεωρούσε ότι οι πρέπει να κυβερνούν οι άριστοι. Ο Γάλλος Μπλεζ Πασκάλ, οι ισχυροί. Ο εβραϊκής καταγωγής Μπαρούχ Σπινόζα ήταν κατηγορηματικός: ακόμη και αν κυβερνούν οι άριστοι, θα αλλοτριωθούν από την εξουσία.
Ο Τσιόδρας, ο Χαρδαλιάς, ο Ηράκλειτος, η Χαρούλα μοιράζονται το ίδιο «έθος»:
«Χαρείτε τα καράβια σας, τα πλούτη μες στα αμπάρια σας. Χαρείτε τα καράβια σας, δε θα τα λιμπιστώ».
Γιατί, τί να το κάνεις να μπαινοβγαίνεις στο Μαξίμου, όταν το παιδί σου, τα παιδιά μας, δεν μπορούν να μιλάνε και να στοχάζονται στα ελληνικά;