Την Τρίτη 23 Μαρτίου διεξήχθησαν στο Ισραήλ οι τέταρτες μέσα σε δύο χρόνια εκλογές, οι οποίες είχαν εκ νέου ως αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία ούτε ο συνασπισμός κομμάτων που πρόσκειται στον κυρίαρχο τις τελευταίες δεκαετίες Πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου, τον βασιλέα Μπίμπι (King Bibi), όπως τον αποκαλούν οι οπαδοί του, ούτε ο συνασπισμός των πολιτικών του αντιπάλων.
Η πολυδιάσπαση των παλαιών κυρίαρχων κομμάτων, του δεξιού-συντηρητικού Λικούντ και του κεντροαριστερού των Εργατικών και η αδυναμία επίτευξης της δεδηλωμένης στη βουλή των 120 αντιπροσώπων οδηγεί σε σενάρια ακραία, όπου ρυθμιστικό ρόλο στο ισραηλινό πολιτικό σύστημα να διεκδικούν δύο αραβικά κόμματα, η Αραβική Λίστα και το Ra’ams του παλαιστινιακής καταγωγής Mansour Abbas, με ξεκάθαρο ισλαμιστικό (το δεύτερο) ιδεολογικό αποτύπωμα.
Γίνεται, συνεπώς, στο καθένα κατανοητό το παράδοξο να εξαρτάται η πολιτική ηγεσία και το σύνολο του πολιτικού συστήματος του Ισραήλ για τον σχηματισμό κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από τις βουλευτικές ψήφους αράβων ισραηλινών που υιοθετούν ως συνεκτική θρησκευτικοπολιτική ιδεολογία τους τον Ισλαμισμό.
Τα παραπάνω καταδεικνύουν την ύπαρξη ενός θολού πολιτικού τοπίου και δικαιολογούν την πέμπτη προσφυγή στις κάλπες πιθανόν το Σεπτέμβριο με εξίσου αβέβαιο αποτέλεσμα, χάρις στην ολοσχερή αναλογική που έχει θεσπιστεί ως εκλογικό σύστημα, σε μία χώρα βέβαια που η ισχυρή της δημόσια διοίκηση, η οργάνωσή της (βλέπε και τα εκπληκτικά αποτελέσματα στους εμβολιασμούς για την αντιμετώπιση της πανδημίας- 60% του πληθυσμού εμβολιασμένο με την πρώτη δόση) και γενικά η κουλτούρα της είναι ικανή να ανταπεξέρχεται σε κρίσιμες καταστάσεις, λόγω και της λειτουργίας της υπό καθεστώς διαρκούς πολέμου ένεκα της διαχρονικής σύγκρουσης με τον αραβικό κόσμο και το Ιράν.
Μία εβδομάδα νωρίτερα, στις 17 Μαρτίου, εκλογές διεξήχθησαν σε άλλη μία χώρα, με σύστημα ολοσχερούς (απλής δηλαδή) αναλογικής, την Ολλανδία. Το αποτέλεσμα, σε αυτή την περίπτωση, συνιστά επιβεβαίωση της φιλελεύθερης ηγεμονίας που διασφαλίζει την τέταρτη θητεία του ως πρωθυπουργού στον κεντροδεξιό-φιλελεύθερο Marc Rutte και το Λαϊκό Κόμμα.
Ωστόσο, το αναλογικό εκλογικό σύστημα «παρήγαγε» μία Βουλή -που σημειωτέον συνίσταται από 150 βουλευτές- με 17 κόμματα, θέτοντας ένα γρίφο ως προς το πως θα διαμορφωθεί ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός, παρά το γεγονός, ότι τα φιλελεύθερα και φιλοευρωπαϊκά κόμματα θριάμβευσαν, ενώ τα ευρωσκεπτικιστικά υποχώρησαν. Εάν, μάλιστα, απουσίαζε η προσωπικότητα του Marc Rutte που το 2022, σε λίγους δηλαδή μήνες, θα ξεπεράσει σε χρόνο παραμονής στο πρωθυπουργικό αξίωμα τον Ruud Lubbers, γεννώμενος και ένας εκ των μακροβιότερων ευρωπαίων ηγετών, αλλά και ο σταθεροποιητικός ρόλος δεύτερου σε δύναμη κόμματος, επίσης φιλελεύθερου και με οικολογικές ευαισθησίες D 66, υπό την ηγεσία της δυναμικής Sigrid Kaag, τότε θα ήμασταν αντιμέτωποι με ένα εξίσου χαοτικό, όπως στο Ισραήλ, σκηνικό, όπου εκ νέου η πολιτική κουλτούρα, η πίστη στο πολιτικοθεσμικό υπόβαθρο της χώρας (Ολλανδία) και η εμποροκρατική νοοτροπία που δίνει έμφαση στην αποτελεσματικότητα και το κέρδος θα μπορούσαν να τιθασεύσουν και να ανατάξουν. Αναφερόμαστε δε και σε μία χώρα με ισχυρά ακροδεξιά κόμματα υπό τη σκιά της προσωπικότητας του ηγέτη Geert Wilders.
Αν σε αυτές τις δύο χώρες, που εξετάστηκαν, προστεθεί και η Γερμανία, για την οποία το 2021 είναι εκλογικό έτος και στην οποία η ενδυνάμωση του αναλογικού συστήματος εκλογής της Bundestag (του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου) είναι πλέον θεσμικά εγκιβωτισμένη, με απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης (Bundesverfassungsgericht), στην πολιτική λειτουργία της, καθίσταται πρόδηλο, ότι το μέλλον θα επιβεβαιώσει τη ρήση του καθηγητή Θανάση Διαμαντόπουλου πως και εκείνη θα καταστεί μία δυσκολοκυβέρνητη χώρα, πολύ περισσότερο που η πολύχρονη παραμονή στην εξουσία του Μεγάλου Συνασπισμού του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU-CSU) και του Σοσιαλδημοκρατικού (SPD) έχει φθείρει και τους δύο πυλώνες του συστήματος. Βέβαια, όπως ο ίδιος ο καθηγητής συμπληρώνει η ενδυνάμωση του κόμματος των Πρασίνων θα καταστήσει, ενδεχομένως, εφικτό τον σχηματισμό εναλλακτικής, βιώσιμης, κυβέρνησης, καθώς η κουλτούρα συμβιβασμού στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία είναι πάντοτε κραταιά.
Με βάση όλα τα ανωτέρω, αλλά και με δεδομένο, ότι η Ελλάδα επί της προηγούμενης κυβέρνησης ζήλεψε τα αναλογικά συστήματα των παραπάνω χωρών, χωρίς όμως τη δική τους θεσμικοπολιτική ισχύ και συναινετική παράδοση, συνάγεται ένα, φοβούμαστε καθολικό, συμπέρασμα ότι η απλή αναλογική ισούται με απλή ακυβερνησία. Επιθυμούμε, συνεπώς, μία χώρα, όπως η δική μας, με άκρως απαραίτητη την πολιτική και οικονομική σταθερότητα για την υπέρβαση των ποικίλων προκλήσεων που καλείται να αντιμετωπίσει, να δοκιμάσει, έστω και για τις επερχόμενες εκλογές, το χάος της ακυβερνησίας, ή επιθυμούμε να υιοθετήσουμε θεσμικά και συνταγματικά το εκλογικό σύστημα που θα θεμελιώνει διαχρονικά την κυβερνησιμότητα; Η επιλογή είναι πάντοτε δική μας, όπως και η ευθύνη.
* Ο Φίλιππος Κοντιζάς είναι Στρατιωτικός Δικαστής και υποψήφιος διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου