Του Θανάση Χειμωνά
Πριν ξεκινήσω θα πρέπει να ξεκαθαρίσω πως ήμουν και είμαι αναφανδόν υπέρ του νομοσχεδίου για την αλλαγή φύλου. Θεωρώ πως πρόκειται για μια αναγκαία κίνηση που θα δώσει μια διέξοδο σε χιλιάδες συμπατριώτες μας που είναι υποχρεωμένοι να ζουν «εγκλωβισμένοι» σε μια κατάσταση που δεν τους εκφράζει. Επίσης, είμαι υπέρ του αντιρατσιστικού νόμου. Δεν είναι δυνατόν να διαβάζουμε και να ακούμε συνεχώς από άτομα που κατέχουν θεσμικές θέσεις ή βήμα στα ΜΜΕ κραυγές μίσους και ξεκάθαρης υποκίνησης βίας απέναντι σε διάφορες ομάδες που καθορίζονται από την θρησκεία, τη φυλή ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό τους.
Πάμε παρακάτω. Η εικόνα του νομοσχεδίου για την αλλαγή φύλου έφτασε στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού παντελώς παραμορφωμένη. Ο μέσος Έλληνας θεωρεί πως με το νόμο αυτό κάθε δεκαπεντάχρονο αγόρι που θα βιώσει ερωτική απογοήτευση θα μπορεί με μια απλή δήλωση του νόμου 105 του στυλ «Είμαι γυναίκα!» (που έλεγε κι εκείνος ο παπάς στον Τριανταφυλλόπουλο) να μετατρέπεται σε ανήσυχη έφηβη. Η πραγματικότητα βέβαια είναι πως το νομοσχέδιο αυτό δεν αφορά καν τους gay αλλά τους διεμφυλικούς που αποτελούν ένα ελάχιστο ποσοστό του πληθυσμού. Επίσης όποιος επιθυμεί να αλλάξει φύλο θα περνά από δικαστήριο το οποίο και θα αποφασίζει αν θα το επιτρέψει ή όχι. Τέλος, αν πρόκειται για ανήλικο απαιτείται η συγκατάβαση των γονέων του.
Η διαστρέβλωση του νομοσχεδίου αυτού προκλήθηκε κατά τη γνώμη μου εσκεμμένα από τον ΣΥΡΙΖΑ για να πεταχτεί για μία ακόμα φορά η μπάλα στην εξέδρα και να ξεχαστούν από την κοινή γνώμη ουσιαστικά ζητήματα που ταλανίζουν τη χώρα. Δυστυχώς, το «δόλωμα» του Τσίπρα του κατάπιε ένα μεγάλο κομμάτι της Νέας Δημοκρατίας με στελέχη της να προβαίνουν σε ακραίες ομοφοβικές τοποθετήσεις.
Όπως αναμενόταν, η πλαστή αυτή εκδοχή του νομοσχεδίου προκάλεσε την οργή της – ανέκαθεν – ούλτρα συντηρητικής ελληνικής κοινωνίας. Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Απλώς η ανάπτυξη των σόσιαλ μίντια τα τελευταία χρόνια έχει κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα.
Ανάμεσα στους αγαναΧτισμένους νεοέλληνες ξεχώρισε ο βετεράνος διεθνής ποδοσφαιριστής, Βασίλης Τσιάρτας, ο οποίος αφιέρωσε στο θέμα δύο ιδιαιτέρως επιθετικά φεϊσμπουκικά στάτους. Στο δεύτερο μάλιστα έφτασε στο σημείο να υιοθετήσει το γνωστό χυδαίο επιχείρημα «Σήμερα νομιμοποιείτε τους gay, αύριο τους παιδόφιλους». Προφανώς κατάπτυστη θέση την οποία- δυστυχώς- έχουμε ξανακούσει άπειρες φορές από τον κάθε πικραμένο.
Anyway, ο Τσιάρτας υπέστη το διαδικτυακό λιντσάρισμα που προβλέπεται σε τέτοιες περιπτώσεις (όχι άδικα εδώ που τα λέμε αν και, όπως πάντα, φτάσαμε στην υπερβολή) και η υπόθεση ξεχάστηκε.
Ξαφνικά όμως, μέσα στο ΠΣΚ, πληροφορηθήκαμε πως το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών υπέβαλε μήνυση εναντίον του, έχοντας ως βάση τον αντιρατσιστικό νόμο.
Και κάπου εδώ χάνεται η μπάλα. Όχι από τον ομοφοβικό μεν μπαλαδόρο δε πρώην ποδοσφαιριστή της ΑΕΚ αλλά από κάποιους που επιμένουν να ποινικοποιούν την κάθε αρλούμπα που γράφεται στο Facebook και το Twitter από άτομα που είναι παντελώς άσχετα με το εκάστοτε αντικείμενο. Εδώ, ακόμα και μέσα στη Βουλή και μάλιστα από εκπροσώπους κομμάτων του «Δημοκρατικού Τόξου» ακούστηκαν τέρατα. Ουκ ολίγα στελέχη των ΑΝΕΛ έχουν κατά καιρούς εκστομίσει πολύ χειρότερα πράγματα από τον Τσιάρτα. Προφανώς, οι τελευταίοι ως «κυβερνητικοί» είναι για ορισμένους συμπαθείς και μένουν μόνιμα στο απυρόβλητο. Προφανώς ένας παλιός (αλλά διάσημος) ποδοσφαιριστής από την Αλεξάνδρεια Ημαθίας αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο για τα ανθρώπινα δικαιώματα από τους συγκεκριμένους «πατέρες του Έθνους». Βασικά απλώς αποτελεί εύκολο στόχο.