Σχολιάζοντας τα ρεπορτάζ για το κατόρθωμα της Πορτογαλίας να εμβολιάσει το σύνολο, σχεδόν, του πληθυσμού της με επικεφαλής της εκστρατείας τον αντιναύαρχο Ενρίκε Γκουβέια ε Μέλο, αρκετοί στα δεξιά θεώρησαν ότι ήταν καλή ιδέα να χλευάσουν τις ευαισθησίες των δημοκρατών πολιτών της χώρας μας: «Ο αντιναύαρχος ήταν διαρκώς ντυμένος με στολή παραλλαγής και κανείς δεν έβγαλε κιχ!», έλεγαν με νόημα.
Μπορεί βέβαια να μη γνωρίζουν ότι τον δικτάτορα Μαρσέλο Καετάνο, διάδοχο του Αντόνιο Σαλαζάρ στην ηγεσία της μακροβιότερης ευρωπαϊκής δικτατορίας, την κατεδάφισε το 1974 ο ίδιος ο Στρατός και συγκεκριμένα ένα κίνημα αριστερών στρατιωτικών, κατά την «Επανάσταση των γαρυφάλλων» και έτσι, για τους Πορτογάλους, η στρατιωτική στολή αν δεν είναι συνώνυμη της δημοκρατίας και της ασφάλειας, σίγουρα πάντως δεν φέρει κάποιο αρνητικό ιστορικό φορτίο.
Είναι αξιοσημείωτο όμως ότι από την περίπτωση της Πορτογαλίας, κάποιοι, έστω και λόγω άγνοιας και άλλων απωθημένων, εντυπωσιάστηκαν από τη στρατιωτική στολή και δεν προβληματίστηκαν από τα υπόλοιπα στοιχεία των ρεπορτάζ του διεθνούς Τύπου και όσα ο ίδιος ε Μέλο είπε στις συνεντεύξεις του, με τελευταία αυτή που έδωσε στην Ιωάννα Φωτιάδη, στην Καθημερινή.
Η συναίνεση και όχι η στολή είναι που έφερε το αποτέλεσμα στην Πορτογαλία.
Στα Νέα Ελληνικά βέβαια, η λέξη συναίνεση έχει αρνητικό πρόσημο. Την ταυτίζουμε με την υποχώρηση, την ήττα κι ας είμαστε εμείς, οι νταήδες της Ευρώπης που έχουμε κάνει τις μεγαλύτερες, τις ιστορικότερες υποχωρήσεις χωρίς καν να καταφέρουμε να διαπραγματευτούμε τη θέση μας.
Στο σύγχρονο κόσμο τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς διαβούλευση και συναίνεση. Τίποτα από όσα εξαγγέλλει και υπόσχεται κάθε μέρα η κυβέρνηση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς να έχει προηγηθεί διαβούλευση.
Παρ’όλα αυτά η κυβέρνηση δεν διαβουλεύεται για τίποτα, ούτε για τα μάτια του κόσμου ενώ ο πρωθυπουργός, πριν από τις εκλογές του Ιουλίου του 2019 είχε υποσχεθεί ακριβώς το αντίθετο.
Κάποιοι θεωρούν ότι μια αυτοδύναμη κυβέρνηση δεν έχει λόγο να διαβουλεύεται. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Ακριβώς γιατί η κυβέρνηση έχει μια ισχυρή πλειοψηφία και είναι πανίσχυρη έχει την άνεση να εμφανίζεται συναινετική και ενωτική.
Στο σύγχρονο κόσμο, η συναίνεση είναι επίδειξη ισχύος. Όσο πιο ισχυρό θεωρεί κάποιος τον εαυτό του, τόσο πιο συναινετικός και προσηνής εμφανίζεται.
Πανδημία, κλιματική κρίση, ενεργειακή μετάβαση, Ελλάδα 2.0, Παιδεία, προσέγγιση της νεολαίας, ανασυγκρότηση των περιοχών που κάηκαν και πνίγηκαν, όλα αυτά απαιτούν διαβούλευση, δεν αρκούν οι εξαγγελίες μιας ισχυρής κυβέρνησης.
Αντί η κυβέρνηση να ξιφουλκεί νυχθημερόν με τον τελειωμένο ΣΥΡΙΖΑ (όσο έχει τον κ.Τσίπρα στην ηγεσία του, αυτό θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τελειωμένος) έχοντας την έννοια να τον κρατήσει ζωντανό ως αντίπαλο δέος για να κερδίσει εύκολα και τις επόμενες εκλογές, δεν αφοσιώνεται στην ανασυγκρότηση της χώρας και δεν κάνει όσα προϋποθέτει κάτι τέτοιο.
Κι ας τελειώσουμε όπως αρχίσαμε. Στην Πορτογαλία λοιπόν τα πολιτικά κόμματα μπορεί να έβαλαν πλάτη στην πανδημία και στην εκστρατεία του εμβολιασμού αλλά αυτό ουδόλως τα απέτρεψε από να συνεχίσουν την πολιτική διαμάχη, απόδειξη η κυβερνητική κρίση που διέρχεται αυτή την περίοδο η χώρα.
Δεν είναι η στολή, δεν είναι ο εκφοβισμός, δεν είναι η πειθάρχηση, δεν είναι τα κίνητρα. Είναι η συναίνεση. Η απάντηση σε κάθε σύγχρονη ερώτηση.