Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ανέφερε ότι οι συνομιλίες που ξεκινούν αύριο στη Γενεύη για το Κυπριακό είναι η τελευταία ευκαιρία για την επανένωση της Κύπρου. Είναι τελευταία ευκαιρία, αλλά με όφελος τίνος;
Η πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Κύπρου αποτελεί ευχή για όλους όσους επιθυμούν το αίσιο τέλος για τις περιπέτειες του περήφανου αυτού κράτους, που αποτελεί το μόνο κράτος, πλην Ελλάδος με εθνικά Ελληνική πληθυσμιακή πλειοψηφία. Όμως το τι εύχεται κάποιος είναι η μία πλευρά. Το τι ακριβώς συμφωνείται είναι η άλλη.
Η Κύπρος είναι ένα κράτος που ήταν υπό Οθωμανική κατοχή από το 1571 ως το 1878, και τότε πέρασε στον Βρετανικό έλεγχο, ενώ προσαρτήθηκε στη Βρετανία το 1914. Ο απελευθερωτικός αγώνας της στον οποίο συμμετείχαν πατριωτικές δυνάμεις όλου του πολιτικού φάσματος, επέτυχαν την ανεξαρτησία του νησιού το 1960 με την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου. Με εξαίρεση τις Βρετανικές βάσεις του Ακρωτηρίου και της Δεκέλειας που αποτελούν σχεδόν το 3% του νησιού, όπου η κυριαρχία ουσιαστικά συνεχίζεται να είναι στα χέρια της Βρετανίας, η χώρα αναγνωρίστηκε επισήμως ανεξάρτητη. Η παράνομη, και χωρίς «πρόσκληση» από κάποιο κράτος, εισβολή της Τουρκίας το 1974 με πρόσχημα την προστασία των Τουρκόφωνων Κυπρίων, οδήγησε στην ένοπλη κατοχή του 37% του νησιού από τον Τούρκικο στρατό εισβολής. Αυτή η εισβολή έχει καταδικαστεί με αλλεπάλληλες αποφάσεις του ΟΗΕ. Αν μιλάγαμε για άλλη χώρα, ο ΟΗΕ θα είχε πάρει το αυτόκλητο να βομβαρδίσει και να ανακαταλάβει το παράνομο τμήμα υποχρεώνοντας την Τουρκία στην αποχώρησή της. Όμως αντί αυτού απλά ένα 4% επιπλέον του νησιού κατέχεται από κυανοφορους ως «ουδέτερη ζώνη» που διαχωρίζει το ελεύθερο από το κατακτημένο τμήμα. Η Κύπρος, παρά τα όποια προβλήματά της, κατάφερε να αναπτύξει σημαντικά την οικονομία της και να αναλάβει σημαίνουσα πολιτική θέση παγκοσμίως τόσο ως χώρα της ένωσης των Αδεσμεύτων, όσο και με την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004. Η χώρα είχε ισχυρό νόμισμα ήδη, και η ένταξη στην Ευρωζώνη το 2008 είναι αμφίβολης αξίας νομισματικής, όμως ο λόγος που η χώρα μπήκε σε κρίση δεν είναι νομισματικός αλλά έχει να κάνει με ζητήματα αξιοπιστίας των κεφαλαίων συγκεκριμένης Τραπέζης της που τελικά οδήγησαν τη χώρα στο μνημόνιο, από το οποίο βγήκε σχετικά γρήγορα.
Οποιαδήποτε ενσωμάτωση εδαφών σε αυτή τη φάση θα έχει οφέλη για την Κύπρο, μόνο εφόσον αφορά μια οντότητα, καθώς η χώρα διαθέτει εξαιρετική γεωστρατηγική θέση, αξιόλογη τουριστική βιομηχανία ενώ με τις εξελίξεις στην ΑΟΖ διαθέτει σημαντικό φυσικό πλούτο, που πολλαπλασιάζει την σημασία της χώρας. Η Τουρκία πλέον, από την άλλη επιβαρυμένη όχι μόνο με την παράνομη εισβολή, καταδικασμένη από τον ΟΗΕ αλλά και από τα δικά της προβλήματα εθνικής και πολιτικής φύσεως, είναι εξαιρετικά στριμωγμένη. Όμως η λύση που προωθείται όπως ως τώρα έχει διαφανεί οδηγεί σε δυο ουσιαστικά κυβερνήσεις και τη διατήρηση τόσο των ξένων βάσεων όσο και ξένου στρατού. Ουσιαστικά η λύση δεν επιτρέπει το σχηματισμό ανεξάρτητου κράτους, καταλύοντας όχι μόνο το κεκτημένο που ήδη η Κύπρος έχει σε πολιτική βάση (Αυτόνομο, αναγνωρισμένο Κράτος τόσο στον ΟΗΕ όσο και αλλού), αλλά και σε οικονομική βάση! Ουσιαστικά, και ανεξαρτήτως μοιράσματος του εδάφους σε δυο τμήματα (αν θα είναι 30-70 ή 28-72) θα υπάρχουν δυο κράτη, και η Κύπρος χάνει πλέον τμήμα από τους φυσικούς της πόρους (ΑΟΖ) ενώ διατηρείται η Αγγλική επεκτατική βάση ώστε να γίνονται οι γκαγκστερικές επιδρομές στην πλούσια σε πετρέλαιο Μέση Ανατολή εις το διηνεκές, και δεν φαίνεται να διασφαλίζεται η αποχώρηση του Τουρκικού στρατού! Χώρα όμως χωρίς στρατό και ανεξάρτητη κυβέρνηση, και με ξένο στρατό στο έδαφος της είναι κατ ουσίαν προτεκτοράτο εις το διηνεκές.
Η έννοια του «επιχειρείν» σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει ανεξαρτησία είναι επίσης κάτι με μεγάλους κινδύνους. Οι όποιες «επενδύσεις» επίσης θα γίνονται με ρίσκο. Η αξία των υπαρχουσών επενδύσεων στην Κύπρο θα μειωθεί από αυτές τις εξελίξεις σημαντικά, η Κύπρος η ίδια πιθανότατα θα οδηγηθεί σε ύφεση.
Ποιο τελικά είναι το όφελος, ποιος κερδίζει από το νέα αυτό σχέδιο, την νέα αυτή λύση, την πολιτική και στρατιωτική υποτέλεια; Η Κύπρος εκχωρεί πλέον την εθνική της ανεξαρτησία και «σέρνεται» σε μια λύση που τον μόνο ουσιαστικά που ευνοεί είναι τους στρατούς κατοχής αφενός τον Νατοϊκό στρατό (Αγγλία, και δευτερευόντως ΗΠΑ) που προτιμούν να διατηρούν ένα αβύθιστο αεροπλανοφόρο για τις πολεμικές τους επιδρομές στη Μέση Ανατολή. Αφετέρου την Τουρκία, η οποία πλέον καταφέρνει και νομιμοποιεί τα εδάφη τα οποία κατέλαβε με την εισβολή! Αυτή όμως η αρχή δεν είναι μόνο επικίνδυνη για την Κύπρο, είναι επικίνδυνη και για την Ελλάδα και ευρύτερα για την ειρήνη στην περιοχή. Αποτελεί κίνδυνο που ανοίγει την όρεξη για εισβολή της Τουρκίας στις απανταχού κατά φαντασίαν «πατρίδες» των θερμοκέφαλων ηγεσιών της. Η Κύπρος θα πρέπει λοιπόν να σκεφτεί όχι μία, αλλά δέκα φορές οποιαδήποτε συμφωνία. Ο πρόεδρος κύριος Αναστασιάδης έχει καλή διάθεση. Αλλά δεν είναι η πρόθεση το ζητούμενο, αλλά το αποτέλεσμα. Ο δρόμος προς την κόλαση, συχνά στρώνεται με τις καλύτερες προθέσεις!
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.